«Προ εξ ημερών του πάσχα ήλθεν Ιησούς εις Βηθανίαν». Ανεβαίνοντας ο Κύριος, για τελευταία φορά στα Ιεροσόλυμα πέρασε από το χωριό του Λάζαρου, την Βηθανία. Εκεί, στο σπίτι του Λαζάρου, διανυκτέρευσε, προκειμένου να συνεχίσει, την επαύριον, την πορεία του στα Ιεροσόλυμα. Τι έγινε στο σπίτι του Λαζάρου; Εδώ βλέπουμε να φυτρώνει ένα σπάνιο άνθος που λέγεται ευγνωμοσύνη. Σπάνιο, δυστυχώς, άνθος, που εδώ στο σπίτι του Λαζάρου το βλέπουμε να ανθίζει και να μοσχοβολά. Δεν ικανοποιήθηκε η οικογένεια του Λαζάρου μόνον με το δείπνο, το οποίο ετοίμασε για τον Ιησού και τη συνοδεία του, αλλά αγόρασαν και ένα πολύτιμο μύρο, κατά τα έθιμα της εποχής, και το προσέφερε η αδελφή του Λαζάρου στο Χριστό, για να εκφράσει την ευγνωμοσύνη της οικογένειας σ’ αυτόν που χάρισε την ζωή στον αδελφό τους. Και γέμισε το σπίτι άρωμα «επληρώθη η οικία εκ της οσμής του μύρου». Γέμισαν και τα μάτια δάκρυα συγκινήσεως και οι ψυχές από ευγνωμοσύνη. Μα την ίδια ώρα φύτρωσε και ένα αγκάθι. Το αγκάθι της υποκρισίας. Δεν άρεσε στον Ιούδα η προσφορά του μύρου. Πόσο καλύτερο, θα ήταν, λέγει, να μην χαθεί αυτό το μύρο, αλλά να πωληθεί και να δίναμε τα χρήματα στους φτωχούς. Να το αγκάθι της υποκρισίας. Τώρα σκέπτεται τους φτωχούς αυτός που και τον Διδάσκαλο του πρόδωσε, για να πάρει τριάντα αργύρια! Ήξεραν όλοι την φιλαργυρία του και την υποκρισία του. Και γράφει το Ευαγγέλιο: «Είπε δε τούτο, ουχ ότι περί των πτωχών έμελεν αυτώ, αλλ’ ότι κλέπτης ην». Του ανέθεσε ο Κύριος το ταμείο των μαθητών του και σαν ταμίας των Αποστόλων που ήταν ήθελε να διαχειρίζεται περισσότερα για να κλέβει περισσότερα. Ας χαρούμε το λουλούδι της ευγνωμοσύνης και ας φυλαχθούμε από το αγκάθι της υποκρισίας, που τόσο εύκολο φυτρώνει και αναπτύσσεται. Και αυτά μεν συνέβαιναν στη Βηθανία. Εν τω μεταξύ διεθόθει στα Ιεροσόλυμα, ότι ο Ιησούς που ανέστησε το Λάζαρο βρίσκεται στη Βηθανία και έρχεται στα Ιεροσόλυμα. Εκεί είχαν συγκεντρωθεί χιλιάδες ξένων προσκυνητών που ήλθαν για ένα ακόμα λόγο, με την ελπίδα να ιδούν αυτόν τον Ιησού τον Ναζαρηνό, που έκανε τόσα θαύματα και αφού κατάγεται από τη γενιά του Δαβίδ, ασφαλώς θα είναι ο απεσταλμένος του Θεού που θα τους ελευθερώσει από τη δουλεία των Ρωμαίων και θα βασιλεύσει επί τον θρόνον Δαβίδ. Τώρα μάλιστα που έμαθαν ότι βρίσκεται ο Ιησούς τόσο κοντά, στη Βηθανία. έτρεξαν προς τα εκεί, όχι μόνο για να τον προϋπαντήσουν, αλλά και από περιέργεια να δούν και τον νεκραναστημένο Λάζαρο· «Ίνα και τον Λάζαρον ίδωσιν ον ήγειρεν εκ νεκρών». Και όταν έφτασε ο Κύριος στα Ιεροσόλυμα καθήμενος «επί πώλου όνου», όπως έλεγαν οι Προφητείες, είδε ανάστατη την πόλη, με ενθουσιασμό ακράτητο να τον περιμένει. Μήπως και αυτό δεν το έγραψαν οι Προφητείες; «Χαίρε και εφραίνου πόλις Σιών ότι ο βασιλεύς σου έρχεται σοι». Άλλοι με κλαδιά στα χέρια, άλλοι στρώνοντας τα ρούχα τους, για να περάσει ο Χριστός, φώναζαν με ενθουσιασμό: «Ευλογημένος ο ερχόμενος εν ονόματι Κυρίου». Υποδοχή πρωτοφανής. Ο λαός εύκολα ενθουσιάζεται. Εύκολα και σήμερα πιστεύει αυτά που δεν πρέπει να πιστεύει , κηρύγματα απίστων, υποσχέσεις πολιτικών, μάγων, αστρολόγων, απατεώνων και δυσκολεύεται να πιστέψει αυτά που πρέπει να πιστεύει. Παρασύρεται, εύκολα, φωνάζει το ζήτω και χειροκροτεί και μετά απογοητεύεται. Άραγε, από αυτούς που φώναξαν τώρα το «Ωσαννά», το Ζήτω, πόσοι θα ήταν και στο Πραιτώριο που φώναζαν «Σταύρωσον, σταύρωσον αυτόν». Αλλά υπήρχε και χειρότερη υποδοχή. Ενώ οι Ιουδαίοι υποδέχονταν τον Χριστό, άλλοι με πίστη, άλλοι από περιέργεια, άλλοι με επιπολαιότητα συναισθημάτων, οι άρχοντες των Ιουδαίων συνεδρίαζαν με ποιο τρόπο θα μπορέσουν να θανατώσουν αυτόν τον Ναζωραίο που τάραξε την ησυχία και τα συμφέροντα τους. Κοντά σ’ αυτούς και ο Ιούδας που ετοίμαζε την προδοσία. Πόσες τέτοιες σκηνές, δεν θα παρακολουθεί και σήμερα και σε κάθε εποχή και τόπο ο Θεός και σ’ εμάς τους Χριστιανούς! Αλλά αντί να κατακρίνουμε τους Ιουδαίους, ας προσέξουμε καλύτερα τον εαυτό μας, Εμείς οι Χριστιανοί, οι βαφτισμένοι, εμείς που φέρουμε τιμητικά το όνομα του Χριστού, τι είδους υποδοχή θα ετοιμάσουμε, τώρα τουλάχιστον, την Μεγάλη Εβδομάδα, που θα ακούσουμε την Εκκλησία μας να ψάλλει «Ιδού ο Νυμφίος έρχεται»; Δεν θα τον υποδεχθούμε εμείς στους δρόμους, αλλά στις ψυχές μας. Αντί να στρώνουμε τα ρούχα μας στο δρόμο να περάσει, ας ρίξουμε τον εγωισμό μας, αντί κλαδιά στα χέρια, ας δείξουμε τα έργα μας. Αντί φωνές και ωσαννά, την προσευχή μας. Αντί μύρου, τα δάκρυα της μετάνοιας μας και αντί της Προδοσίας του Ιούδα, την πίστη μας, την αγάπη μας, την αφοσίωση μας σ’ Εκείνον, στον Σωτήρα μας. ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΟΥ ΠΑΣΧΑ Από το σκάνδαλο του Σταυρού διαδεχόμαστε, σήμερα, το θρίαμβο της Ανάστασης. Από το σκοτάδι της αμαρτίας και της πλάνης, που συγκάλυπτε όλη την οικουμένη οδηγούμαστε στο φώς της αναστάσεως. Από την γη ανεβαίνουμε στον ουρανό. Από τα δεσμά της αμαρτίας και του διαβόλου, τον φόβο του θανάτου και τη φοβερή κατάσταση του άδη, τώρα ελευθερωνόμαστε. Ο άνθρωπος πλέον, στηριζόμενος στην δύναμη που προσφέρει η Ανάσταση του Χριστού μπορεί να φθάσει το Θεό. Η Ανάσταση του Χριστού είναι η μεγαλύτερη εορτή της Ορθοδοξίας που διαπνέει όλη την ζωή της, δια μέσου των αιώνων. Καλείται ο Χριστιανός να ψηλαφίσει το γεγονός αυτό, να πιστέψει και να ακολουθήσει το παράδειγμα του Χριστού στη ζωή του. Έτσι θα δει και ο ίδιος την δική του ανάσταση. Αναστάσεις νεκρών έγιναν και στο παρελθόν, από τους προφήτες Ηλία και Ελισαίο, από τον ίδιο τον Χριστό αλλά και αργότερα από τους αποστόλους. Όλοι όμως όσοι αναστήθηκαν, στη συνέχεια πέθαναν ξανά. Ήταν δηλαδή η ανάστασή τους μια προέκταση του επίγειου βίου τους. Η ανάσταση του Χριστού δεν ήταν σαν τις άλλες. «Χριστός εγερθείς εκ νεκρών ουκέτι αποθνήσκει, θάνατος αυτού ουκέτι κυριεύει» με την ανάστασή του ο Χριστός όχι μόνο δεν ξανά πεθαίνει αλλά δίνει ζωή σε όλους τους ανθρώπους. Το σώμα του Χριστού μετά την ανάσταση το βλέπομε να μετασχηματίζεται, ώστε πολλές φορές οι μαθητές του να μην τον αναγνωρίζουν. Βλέπουμε τον Χριστό, κεκλισμένου του τάφου να εξέρχεται. Κεκλεισμένων των θυρών να εισέρχεται στο υπερώο όπου ήταν οι μαθητές Του. Τον βλέπουμε ακόμα την μια στιγμή να βρίσκεται στη Ιουδαία και την άλλη στην Γαλιλαία, αποστάσεις πολύ μεγάλες. Είναι το σώμα που θα λάβουμε και εμείς μετά την ανάστασή μας, σώμα άφθαρτο και αθάνατο που δεν θα περιορίζεται στον χρόνο και στο χώρο και δεν θα έχει ανάγκη υλικών πραγμάτων. Γιατί όμως ο Χριστός δεν κάνει την εμφάνισή του σε όλο τον κόσμο ώστε να Τον δουν όλοι αναστημένο και να πιστέψουν και εμφανίζεται μόνο στους μαθητές; Γιατί ακριβώς αν τον έβλεπαν και πάλι δεν θα πίστευαν αλλά θα εξοργίζονταν περισσότερο όπως με την ανάσταση του Λαζάρου. Αντί να πιστέψουν ήθελαν να θανατώσουν και Αυτόν και τον Λάζαρο. Επίσης με αυτό τον τρόπο θα οδηγούσε σε μια εκφοβισμένη πίστη, να πιστεύουν από φόβο και όχι ελεύθερα, κάτι που δεν θέλει ο Θεός, να μας στερήσει δηλαδή την ελευθερία μας. Αλλά ακόμα για ένα λόγο, θα έθετε την Ανάσταση Του σε άλλη διάσταση, ως μια επίγεια βασιλεία. Ο Χριστός όμως δεν ήλθε για να μας δώσει μια προέκταση της ζωής μας, ούτε για να μας δώσει ανέσεις εδώ στη γη. Ήλθε για να μας υποδείξει τον τρόπο να μεταφυτευτούμε στην άλλη ζωή και εκεί να απολαμβάνουμε των δωρεών Του. Το γεγονός της ανάστασης πολλοί θέλησαν κατά καιρούς να το σπιλώσουν, υποκινούμενοι από τον ίδιο τον διάβολο, γιατί η ανάσταση του Χριστού είναι κατάργηση του διαβόλου. Έτσι πρώτα οι Εβραίοι δίνουν χρήματα αρκετά στους φρουρούς να πουν ότι: «την ώρα που κοιμόμασταν ήρθαν οι μαθητές και έκλεψαν το σώμα του Χριστού». Πως όμως οι μαθητές που ήταν δειλοί θα μπορούσαν να πάνε να κλέψουν το σώμα Του, τη στιγμή που η φρουρά ήταν απόρθητη και ο λίθος «ην γαρ μέγας σφόδρα»; Και όταν κύλισαν τον λίθο πώς δεν ξύπνησαν οι φρουροί; Ή αφού κοιμόντουσαν, πώς είδαν τους μαθητές να κλέβουν; Γιατί δεν τιμωρήθηκαν οι φρουροί; Αν έλεγαν οι φρουροί, ότι κοιμήθηκαν, θα τους θανάτωναν, αφού ήταν υπεύθυνοι να μένουν άγρυπνοι. Οι μαθητές πάλι θα τον έπαιρναν όπως –όπως, δεν θα φρόντιζαν να ξετυλίξουν τα σουδάρια και μάλιστα να τα διπλώσουν σε ένα τόπο. Επιπλέον γιατί δεν έψαξαν να Τον βρουν από τους μαθητές που τον έκλεψαν και να τιμωρήσουν τους μαθητές; «ή τον ταφέντα δώτοσαν ή αναστάντα προσκηνήτωσαν» ακούμε να ψάλεται σε ένα από τα αναστάσιμα τροπάρια. Τέλος, πώς οι δειλοί, οι αμόρφωτοι και αγράμματοι μαθητές μπόρεσαν να κηρύξουν σε όλο τον κόσμο, μπροστά από βασιλείς και ηγεμόνες και να μεταμορφώσουν τον κόσμο μέσα σε ελάχιστο χρονικό διάστημα και να μεταστρέψουν την οικουμένη στον Χριστιανισμό; Όλα αυτά, καθώς και άλλα, δείχνουν ότι η ανάστασή του Χριστού δεν μπορεί να αμφισβητηθεί. Τόσο σημαντική είναι για την Εκκλησία η Ανάσταση του Χριστού, ώστε ο Απόστολος Παύλος να λέγει «ει δε Χριστός ουκ εγήγερται ματαία η πίστης ημών μάταιο και το κήρυγμα ημών» (Α΄ Κορινθ. 15,17). Χωρίς την ανάσταση του Χριστού δεν θα μπορούσαμε εμείς να αναστηθούμε και να εισέλθουμε στην αιώνια ζωή. Μπροστά στο γεγονός της αναστάσεως, καλείται ο χριστιανός σε κάθε εποχή να σταθεί πρώτα με πίστη. Πίστη στον αναστάντα Κύριο, ο Χριστός να είναι το κέντρο της ζωής του. Ο Χριστός δεν είναι ένας απλός άνθρωπος ή προφήτης, ένας μεταρρυθμιστής που ήρθε και έφυγε όπως και άλλοι πολλοί. Είναι ο ίδιος ο Θεός, ο οποίος νίκησε τον θάνατο και κατήργησε τον διάβολο. Αυτός που μπορεί να απαλλάξει και εμάς από την δυναστεία του θανάτου και του διαβόλου. Φτάνει μόνο να πιστέψουμε σε Αυτόν και να στηρίξουμε τις ελπίδες μας, να είναι για μας η ζωή μας. Όλα τα άλλα, τα ρέοντα και οι μέριμνες του βίου μας, να είναι δευτερεύοντα, να κρατούμε τα μένοντα και να έχουμε ως σταθερό θεμέλιο τον Ίδιο τον Αναστάντα Κύριο. Θα πρέπει να ακολουθούμε το παράδειγμα του Χριστού, η όλη ζωή μας να είναι μία μίμηση του Χριστού. Ο ίδιος ο Χριστός πέρασε μέσα από μια σταυρώσιμη επίγεια ζωή, από την ημέρα της ελεύσεώς Του μέχρι το τέλος, με αποκορύφωμα τον σταυρό και τον θάνατο. Από τον σταυρό και το θάνατο όμως, ανέτειλε η ζωή και η ανάσταση. Και η δική μας ζωή είναι πάντοτε ένας σταυρός, που αν τον υπομένουμε αγογγύστως και με πίστη στον αναστάντα Κύριο, θα μπορέσουμε και εμείς να δούμε το φως της αναστάσεως κοντά εις τον Χριστό, απολαμβάνοντας τις δωρεές Του. Ας γίνει για μας η ανάσταση του Χριστού ο φάρος που θα φωτίζει και τη δική μας ζωή. «Δεύτε λάβετε φως εκ του ανεσπέρου φωτός…» ακούσαμε να ψάλεται σήμερα. Η νέα, διακαινήσιμος ζωή που εγκαινιάζεται από σήμερα, ας αποτελέσει και για μας ένα νέο ξεκίνημα και μια νέα πορεία. ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΟΥ ΘΩΜΑ (ΑΝΤΙΠΑΣΧΑ) Ο Απόστολος Θωμάς, αγαπητοί μου αδελφοί, είναι ένας χαρακτήρας συναισθηματικός, ευαίσθητος και μελαγχολικός. Ο θάνατος του λατρευτού του Διδασκάλου, τον έχει βυθίσει σε κατάσταση απογοήτευσης και μελαγχολίας. Βυθισμένος στις απαισιόδοξες σκέψεις του, αρνείται να πιστέψει, αν δεν δει με τα μάτια του κι αν δεν ψηλαφήσει με τα χέρια του, το Σώμα του Κυρίου. Ζητά πειστήρια για το θαύμα και απόδειξη για την Ανάσταση. Και στην απογοήτευσή του μέσα, κάμνει και το τραγικό λάθος. Απομονώνεται από τους άλλους Μαθητές. Κι ενώ οι άλλοι Μαθητές πανηγυρίζουν, αυτός υποφέρει. Δεν είναι βέβαια άπιστος αλλά βρίσκεται σε κατάσταση κρίσιμη. Κι η απιστία του αυτή γίνεται αφορμή να οδηγηθεί σε βέβαιη πίστη, ακλόνητη και να ομολογήσει τη θαυμαστή αυτή ομολογία «ο Κύριος μου και ο Θεός μου». Σ’ αυτή την σημαντική φράση θα ήθελα να παραμείνουμε και εμείς σήμερα, για να δούμε τι σημαίνει η ομολογία του Θωμά και τι συνέπειες έχει η ομολογία αυτή στην προσωπική μας ζωή. Μια ολόκληρη εβδομάδα ταλαιπωρείται ο Απόστολος Θωμάς με τις σκέψεις της απιστίας, που σαν ισχυρός ανεμοστρόβιλος αναστατώνει τον εσωτερικό του κόσμο. Κι είναι τόσο μεγάλη η απογοήτευσή του, ώστε η βεβαίωση εκ μέρους των Μαθητών, ότι είδαν αναστημένο τον Κύριο, να μη χύνει κανένα φώς στην ψυχή του. «Εάν», λέγει, «δεν δω στα χέρια του τα σημάδια από τα καρφιά, κι αν δεν βάλω το δάκτυλό μου στα σημάδια από τα καρφιά κι αν δεν βάλω το χέρι μου στην λογχισμένη πλευρά Του, δεν θα πιστέψω». Κι ο Κύριος που γνωρίζει το βάθος της καρδιάς του Μαθητή του, δεν τον αφήνει περισσότερο να βασανίζεται με τις αμφιβολίες του. Συγκαταβατικός πάντοτε στις ανθρώπινες αδυναμίες και γεμάτος αγάπη προς τους κλονιζομένους και απογοητευμένους, συγκαταβαίνει και στην περίπτωση του απιστούντος Μαθητή Του. Εμφανίζεται και πάλιν μπροστά στους Μαθητές και τους μεταδίδει την ειρήνη Του. Και στρεφόμενος προς τον Θωμά του λέγει: « Έλα Θωμά, φέρε το δάκτυλό σου εδώ και ψηλάφησε τα τρυπημένα από τα καρφιά χέρια μου. Άπλωσε το ακόμα και φέρε το χέρι σου στην πλευρά μου και μην αμφιβάλλεις και πίστεψε. Διώξε από μέσα σου τους λογισμούς της απιστίας, που ταράσσουν την ψυχή σου, και γίνου πιστός». Κι ο Θωμάς χωρίς να προβεί στην ψηλάφηση του Θεϊκού Σώματος, με φωνή που βγαίνει από τα τρίσβαθα της ψυχής του λέγει: «Είσαι ο Κύριος μου και ο Θεός μου». Είναι πράγματι μεγάλη και θαυμαστή η ομολογία του Αποστόλου Θωμά. Πώς όμως σε μια στιγμή επήλθε η απότομη μεταστροφή; Πως την κατάσταση της απιστίας διαδέχθηκε η τόσο θερμή πίστη; Στην ευαίσθητη καρδιά του Θωμά άσκησε ζωηρότατη επίδραση από το ένα μέρος η λαμπρή και απαστράπτουσα όψη του Αναστάντος Κυρίου και από το άλλο η επανάληψη των λόγων τους οποίους είπε στους Μαθητές Του, όταν αρνείτο να πιστέψει στη διαβεβαίωσή τους. Αυτούς τους λόγους τους ακούει τώρα από το στόμα του Διδασκάλου. Αυτά τα δυο γκρεμίζουν τα τείχη, που είχεν υψώσει στην καρδιά του η απιστία του και όχι απλώς αναγνωρίζει τον Αναστάντα, αλλά Τον αναγνωρίζει και σαν Κύριο και Θεό του. Μεγάλο το δίδαγμα που μας προσφέρει η περίπτωση του Θωμά. Και αξιόλογο το μήνυμα που δια μέσου των αιώνων φθάνει ως τις μέρες μας και θα συνεχίσει να φθάνει μέχρι την συντέλεια του κόσμου. Γι’ αυτό δεν είναι ούτε σπάνιο ούτε παράδοξο το ότι στις καρδιές μερικών χριστιανών γεννιούνται αμφιβολίες σχετικά με την θεότητα του Κυρίου μας, μάλιστα δε με την αλήθεια της εκ νεκρών τριήμερης Ανάστασής Του. Τόσα άλλως τε κηρύγματα απίστων ακούονται σήμερα. Και τόσα αθεϊστικά βιβλία τίθενται σε κυκλοφορία με ένα σκοπό να γκρεμίσουν την πίστη και να οδηγήσουν την μακριά από το Χριστόν αστήρικτη ζωή. Και θα είναι λυπηρό να υπάρξει έστω και ένα ναυάγιο γύρω από την πίστη. Όταν όμως κάτι τέτοιο παρουσιασθεί, ας μην παραδώσει αυτός που αμφιβάλλει, τα όπλα, αλλά ας μιμηθεί τον Θωμά. Γιατί η ομολογία αυτή του Θωμά δεν είναι κάτι που έγινε μόνο για τον ίδιο. Η όλη πλοκή των περιστατικών δείχνει ότι ήσαν μια οικονομία του Θεού. Ο Κύριος επέλεξε να εμφανισθεί στους άλλους Μαθητές στην απουσία του Θωμά, ώστε να εκδηλωθεί η δυσπιστία του και να βεβαιωθεί με τον τρόπο αυτό η αλήθεια της Αναστάσεώς Του. Και το πρώτο πράγμα που μας προσφέρει με την ομολογία του ο Θωμάς, είναι αυτή η βεβαιότητα ότι ο Κύριος πραγματικά αναστήθηκε και ότι δεν είναι μια φαντασία η Ανάστασή Του. Το αναστημένο Σώμα Του δεν ήταν αέρινο, ένα είδος δηλαδή φαντάσματος, όπως κακώς νομίζουν πολλοί, αλλά το ίδιο το αναστημένο Σώμα Του. Άφθαρτο πλέον και δοξασμένο αλλά το ίδιο υλικό, με τα σημάδια από τα τρυπήματα των καρφιών, ένα Σώμα με λίγα λόγια που μπορούσε να ψηλαφηθεί. Δυστυχώς, χωρίς πίστη, δεν μπορεί να χωρέσει ο νους μας το μυστήριο αυτό. Δηλαδή ο Θεός να γίνει άνθρωπος, να περπατήσει ανάμεσά μας, να συναναστραφεί μαζί μας, να προδοθεί, να προπηλακισθεί, να ταπεινωθεί και να σταυρωθεί για χάρη μας. Και Αυτόν τον άπειρο Θεό, να έχουμε τώρα την δυνατότητα να Τον προσεγγίζουμε μέσα στην Εκκλησία, να ενωνόμαστε με Αυτόν, να Τον κοινωνούμε και να Τον φέρουμε μέσα μας. Είναι ο τέλειος Θεός και τέλειος άνθρωπος, ο Θεάνθρωπος και Φιλάνθρωπος, ο μόνος Λυτρωτής και Σωτήρας του κόσμου. Είναι ο Θεός της αγάπης, που μεριμνά για όλα τα δημιουργήματά Του. Καθαρίζει τους λεπρούς, κάμνει τους χωλούς να τρέχουν, τους παραλύτους να θεραπεύονται και να σηκώνουν τα κρεβάτια τους, τους τυφλούς να βλέπουν. Αδελφοί μου! Όπως συνέβη τότε με τον Θωμά το ίδιο συμβαίνει σήμερα και με τον καθένα από μας. Στις συνταρακτικές στιγμές της ζωής μας, που ορμητικά τα κύματα των αμφιβολιών μας αναστατώνουν, ο Κύριος δεν μας αποστρέφεται ούτε και αγανακτεί με τις διακυμάνσεις μας. Και ενώ εμείς ζαλιζόμαστε μέσα στις αμφιταλαντεύσεις μας, εμφανίζεται ξαφνικά στη βαρυχειμωνιά της ταραγμένης ζωής μας και μας φέρνει την άνοιξη της πίστης μας. Ας αναζητούμε λοιπόν τον Κύριο με ειλικρινή πόθο στην καθημερινή μας ζωή. Κι εκείνος θα μας αποκαλύπτεται με ποικίλους τρόπους, με ευεργεσίες και δωρεές, με τη Χάρη Του και την αγάπη Του. Και η ζωή μας θα πλημμυρίζει από χαρά, καθώς θα ψηλαφούμε την παρουσία Του δίπλα μας. Και θα ξεσπούμε κι εμείς τότε με ενθουσιασμό στην ομολογία: «ο Κύριος μου και ο Θεός μου».
ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΗΣ ΧΑΝΑΝΑΙΑΣ
Σε δυο περιπτώσεις εκδηλώνει ο Κύριος το θαυμασμό, αλλά και το δίκαιο έπαινο του για την πίστη συγκεκριμένων ανθρώπων. Και οι δυο περιπτώσεις αφορούν ειδωλολάτρες. Η πρώτη αφορά ένα Ρωμαίο εκατόνταρχο (Ματθ. η΄10) και η δεύτερη τη γυναίκα του σημερινού ευαγγελίου, τη Χαναναία. Όμως, πέρα από το θαυμασμό και το δίκαιο έπαινο, ο Κύριος επιβραβεύει «από της ώρας εκείνης» την πίστη τους, θεραπεύοντας το δούλο του εκατόνταρχου και σήμερα την κόρη της Χαναναίας. Και οι δυο, αν και ειδωλολάτρες, τον αναγνωρίζουν ως Κύριο και Μεσσία. «Κύριε υιέ Δαυίδ» τον προσφώνησε σήμερα η Χαναναία. «Κύριε, βοήθει μοι» επανέλαβε προσκυνώντας τον. Με τον τρόπο αυτό οι δυο ειδωλολάτρες γίνονται οι πρωτεργάτες της αποδοχής του Ιησού ως Λυτρωτή και Σωτήρα όλων των εθνών, επιβεβαιώνοντας τον προφητικό λόγο του Ησαΐα ότι: «και τω ονόματι αυτού έθνη ελπιούσι» (Ματθ. ιβ΄ 21). Και στ’ όνομα του θα στηρίζουν τα έθνη την ελπίδα τους. Κατά συνέπεια, ο Θεός δεν είναι Θεός ενός μόνο έθνους, αλλά Θεός όλων των ανθρώπων και όλων των λαών, ανεξαρτήτως γλώσσας, φυλετικής ή και θρησκευτικής καταγωγής. Κριτήριο αυτής της ισότιμης αντιμετώπισης των ανθρώπων από το Θεό είναι η πίστη. Η πίστη που ενώνει το Θεό με τους ανθρώπους. Αυτή την ενοποιό πίστη διακρίνουμε σήμερα στη Χαναναία. Έχει μια κόρη η οποία «κακώς δαιμονίζεται». Μοναδική της ελπίδα ο Ιησούς. Η Χαναναία βγαίνει έξω από τα όρια της περιοχής της και του φωνάζει δυνατά: «Ελέησε με Κύριε, Υιέ του Δαβίδ». Αυτή η έξοδος της είναι ουσιαστική. Είναι έξοδος από την ειδωλολατρία και προάγγελος της εξόδου των εθνών από την ειδωλολατρία. Η έξοδος της Χαναναίας είναι μια πρόσκληση και πρόκληση για τον καθένα από εμάς. Και σήμερα, όπως και τότε, έχουμε ανάγκη μιας ηρωϊκής εξόδου από εγωισμούς, πάθη, αδυναμίες για να μπορέσουμε να συναντήσουμε το λυτρωτή. Ο ίδιος έρχεται για να μας συναντήσει. Εμείς επιδιώκουμε αυτή τη συνάντηση; Όλοι τον έχουμε ανάγκη μέσα από τη διαφορετικότητα των προβλημάτων μας. Διαφορετικά τα προβλήματα του καθενός, όμως είναι κοινό το σημείο που μας ενώνει. Και αυτό το κοινό σημείο είναι η πίστη, όχι σαν θεωρία, αλλά κυρίως σαν βίωμα και τρόπος καθημερινής ζωής. Μια πίστη που αντέχει στις δοκιμασίες, αλλά και που καταφεύγει στο Θεό την ώρα που οι ανθρώπινες δυνάμεις εξαντλούνται, ο Θεός αν και γνωρίζει τα προβλήματα μας, εν τούτοις θέλει μέσα από την ένταση της κραυγής μας να εκδηλωθεί η δύναμη της πίστεως μας, όπως έγινε σήμερα και με τη Χαναναία. Όποια λοιπόν κι αν είναι η ένταση της προσευχής – κραυγής μας που θα φανερώνει και την έκταση του πόνου μας, αυτή η κραυγή, αυτή η προσευχή θα πρέπει να είναι και ο καθρέφτης της πίστεως του καθενός μας. Θα είναι κατά κάποιο τρόπο ένας νέος μετρητής «Ρίχτερ» που θα καταγράφει όμως τις δονήσεις των συναισθημάτων μας. Αν οι φυσικές δονήσεις συνήθως έχουν ένα καταστροφικό αποτέλεσμα, αυτές οι δονήσεις των συναισθημάτων θα έχουν αντίθετα «θετική καταστροφή», ιδιαίτερα δε του οικοδομήματος που λέγεται ολιγοπιστία. Αυτή η «θετική καταστροφή» της ολιγοπιστίας θα δημιουργήσει στο τέλος μέσα μας μια ανέκφραστη γαλήνη. Γιατί θα διαπιστώσουμε ότι αυτό για το οποίο παρακαλέσαμε το Θεό έχει γίνει πραγματικότητα, όπως έγινε σήμερα και με τη Χαναναία. Ακόμα κι όταν ο Θεός κρίνει να καθυστερήσει να μας απαντήσει και τότε, όταν εναποθέσουμε με πίστη την ελπίδα μας σ’ Αυτόν, τότε και πάλι το φως της χάριτος Του θα φωτίσει και θα γαληνέψει την ψυχή μας. Παρακολουθήσαμε σήμερα τη Χαναναία να μην αποθαρρύνεται όταν ο Ιησούς «ουκ απεκρίθη αυτή λόγον», αλλά και όταν άκουε τις προτροπές των μαθητών Του να την διώξει. Μας δίδαξε με το παράδειγμά της ότι δεν πρέπει να καταθέτουμε τα όπλα του αγώνα, έστω κι αν δεν παίρνουμε απάντηση στις προσευχές μας για μεγάλο χρονικό διάστημα. Μας δίδαξε ότι παρά τη «σιωπή» τον Ιησού, παρά τις αντιρρήσεις ή αποθαρρύνσεις του οικογενειακού ή του κοινωνικού μας περιβάλλοντος, εμείς πρέπει να επιμένουμε, όπως τη Χαναναία, ως την ώρα που θα λυθεί η «σιωπή» του Ιησού, όπως έγινε σήμερα. Οι θλίψεις και οι δοκιμασίες είναι μέρος της ζωής μας, όπως μας προαναγγέλλει ο ίδιος ο Κύριος :«Εν τω κόσμω θλίψιν έξετε αλλά θαρσείτε εγώ νενίκηκα τον κόσμον» (Ιωάν. ιστ΄33). Ο κόσμος θα σας κάνει να υποφέρετε αλλά εσείς να έχετε θάρρος, γιατί εγώ έχω νικήσει τον κόσμο. Τη δύναμη και την παιδαγωγική αξία της ασθένειας ή των θλίψεων τονίζει και ο Απόστολος Παύλος λέγοντας ¨Όταν γαρ ασθενώ τότε δυνατός ειμί». (Β΄ Κορ. ιβ΄10). Η δύναμη αυτή αντλείται από την πίστη στο Θεό γεγονός που οδηγεί σε διαφορετική και ενθαρρυντική αντιμετώπιση των θλίψεων. Απάντηση γι’ αυτή την ενθαρρυντική αντιμετώπιση μας δίνει και πάλι ο Απόστολος Παύλος: «Αφού, λοιπόν, ο Θεός μας έσωσε επειδή πιστέψαμε, οι σχέσεις μας με το Θεό αποκαταστάθηκαν με τη μεσολάβηση του Κυρίου μας Ιησού Χριστού. Αυτός μας οδήγησε στο χώρο αυτής της χάρης του Θεού, στην οποία είμαστε στερεωμένοι, και καυχόμαστε για την ελπίδα της συμμετοχής μας στη δόξα του Θεού. Μα δε σταματά εκεί η καύχησή μας. Καυχόμαστε ακόμα και στις δοκιμασίες, επειδή ξέρουμε καλά πως οι δοκιμασίες οδηγούν στην υπομονή, η υπομονή στο δοκιμασμένο χαρακτήρα, κι ο δοκιμασμένος χαρακτήρας στην ελπίδα. Κι η ελπίδα τελικά δεν απογοητεύει. Μαρτυρεί γι’ αυτό η αγάπη του Θεού, με την οποία το Άγιο Πνεύμα που μας δόθηκε γέμισε και ξεχείλισε τις καρδιές μας» (Ρωμ. ε΄1-5). Ναι, αδελφοί μου, η ελπίδα τελικά δεν απογοητεύει, όπως δεν απογοητεύει σήμερα και τη Χαναναία. Αφού επέτρεψε ο Κύριος να περάσει η πίστη της Χαναναίας μέσα από διάφορες δοκιμασίες, στο τέλος έλαμψε αυτή η πίστη, όπως το χρυσάφι που δοκιμάστηκε στη φωτιά. Αν. λοιπόν, και η δική μας πίστη είναι τόσο βαθιά και σταθερή, τότε να ‘μαστε βέβαιοι ότι θα ισχύει και για μας η διαβεβαίωση του Κυρίου «Πάντα όσα εάν αιτήσητε εν τη προσευχή πιστεύοντες λήψεσθε». (Ματθ κα΄22). Όλα όσα ζητήσετε στην προσευχή με πίστη, θα τα λάβετε. Ας τον παρακαλέσουμε κι εμείς, τον Κύριο όπως και οι Απόστολοι: «πρόσθες ημίν πίστιν» (Λουκ. ιζ΄5). Κύριε, αύξησε την πίστη μας. Κύριε βοήθησε με και τότε νάμαστε βέβαιοι ότι θα ακούσουμε την ποθητή απάντηση: «Μεγάλη σου η πίστις. Γενηθήτω σοι ως θέλεις». «Μεγάλη είναι η πίστη σου. Ας γίνει όπως θέλεις». Αμήν
ΚΥΡΙΑΚΗ ΙΕ ΛΟΥΚΑ
Σήμερα πρέπει να μείνω στο σπίτι σου, λέγει ο Ιησούς απευθυνόμενος στον αρχιτελώνη Ζακχαίο. Ήταν η απάντηση του Ιησού στην επιθυμία του Ζακχαίου, αγαπητοί μου, να δεί τον Ιησού. Να Τον γνωρίσει. Είχε ακούσει τόσα πολλά γι΄Αυτόν. Απλώς λοιπόν ήθελε να Τον δει. Τίποτε περισσότερο. Γι’αυτό, και επειδή ήταν κοντός μάλλον, ανέβηκε σε μια μουριά. Ο Κύριος τον είδε, γνώριζε ότι η μεγάλη του επιθυμία τον οδήγησε πάνω στη μουριά, για να Τον δει, και του απηύθυνε τον λόγο. Με επιτακτικό σχεδόν τρόπο. Πρέπει να μείνω στο σπίτι σου, σήμερα. Είναι αδύνατο να φανταστούμε, αγαπητοί μου αδελφοί, την τεράστια έκπληξη, με την οποία δέχτηκε την εντολή του Κυρίου. Καί είναι αυτή η μια εικόνα. Ο Ζακχαίος πάνω στη μουριά και ο Χριστός να του δίνει την εντολή. Ποιος ήταν αυτός για να δεχτεί τον Ιησού, τον δάσκαλο και προφήτη, θα συλλογιζόταν ασφαλώς. Ίσως δεν μπορούσε να κατανοήσει την υπερβολική σημασία που αποκτούσε αυτή η επίσκεψη. Ήταν αδύνατο να αντιληφθεί την τιμή, με την οποία τον περιέβαλε. Αλλά εξ ίσου μεγάλη ήταν η ευθύνη που ανελάμβανε, και σοβαρότατες οι συνέπειες που θα συνεπάγονταν για τη ζωή του Ζακχαίου. Ο Κύριος, αγαπητοί μου, επιζητεί και με διάφορους τρόπους μάς φανερώνει την σφοδρή Του επιθυμία, να έρθει και να εγκατασταθεί μέσα στην ψυχή μας συνέπεια της μεγάλης Του αγάπης. Περιμένοντας, αγαπητοί μου αδελφοί, κάποιους ξένους, και όχι απαραίτητα σημαντικά πρόσωπα, ετοιμάζουμε το σπίτι μας για τη υποδοχή τους. Καθαρίζουμε όλους τους χώρους που θα δουν ή στους οποίους θα καθίσουν. Προμηθευόμαστε κάθε τι, και μάλιστα ό,τι πιο εκλεκτό, που θα έπρεπε να τους προσφέρουμε. Προσπαθούμε να τους τιμήσουμε. Να τους ευχαριστήσουμε. Και με τον τρόπο αυτό δεν τιμούμε μόνο εκείνους αλλά και τον ίδιο τον εαυτό μας. Ανεβαίνουμε στην εκτίμηση των καλεσμένων μας. Όταν λοιπόν, ο ίδιος ο Κύριος, μάς καλεί, και όπως στην περίπτωση του Ζακχαίου, επιτακτικά σχεδόν, ζητεί να μείνει στο σπίτι της ψυχής μας, τι πρέπει να κάνουμε; Ποιες είναι οι προετοιμασίες που επιβάλλονται, για την υποδοχή, όχι του οποιουδήποτε, οσοδήποτε επισήμου ή σημαντικού ανθρώπου, αλλά του ίδιου του Σωτήρα μας, του Κυρίου μας; Ασφαλώς εκφεύγει από τις δυνατότητές μας, να είμαστε ανάλογα προετοιμασμένοι. Ο Κύριος όμως είναι επιεικής. Αντιμετωπίζει τα αδύνατα πλάσματά Του με απόλυτη κατανόηση. Γνωρίζει πόσο δύσκολα μπορούμε να φτάσουμε σε ένα τέλειο επίπεδο. Επιθυμεί να διαπιστώσει την ειλικρινή προσπάθειά μας. Και αυτό είναι αρκετό για Κείνον, που τόσο μας αγάπησε, ώστε έστειλε τον ίδιο Του το Γιο να θυσιαστεί για να εξαγοράσει τις αμαρτίες μας, να μας φέρει κοντά Του. Και η δεύτερη εικόνα. Το πλήθος που συνωστιζόταν για να παρακολουθήσει τον Ιησού και την διδασκαλία Του, αντιλήφθηκε αμέσως το γεγονός. Είδαν πάνω στη μουριά,τον Ζακχαίο, τον αμαρτωλό αρχιτελώνη, όπως τον θεωρούσαν όλοι. Άκουσαν την εντολή του Ιησού και έμειναν έκπληκτοι. Και ασφαλώς όχι λιγότερο από τον ξαφνιασμένο Ζακχαίο, που βιαστικά κατέβηκε για να υποδεχθεί στο σπίτι του χαρούμενος τον Ιησού. «Και ιδόντες πάντες διεγόγγυζον λέγοντες ότι παρά αμαρτωλώ ανδρί εισήλθε καταλύσαι». Ψίθυρος αγανάκτησης πλημμύρισε την περιοχή όπου ήταν συγκεντρωμένο το πλήθος των Ιουδαίων. Ήταν αδιανόητο για το πλήθος των Ιουδαίων να βλέπουν τον Χριστό να επισκέπτεται για να μείνει και να ξεκουραστεί σε ένα γνωστό αμαρτωλό, που όλοι κατέκριναν, χωρίς βέβαια οι ίδιοι να νοιώθουν οποιαδήποτε ενοχή για τα δικά τους λάθη. Ίσως πράγματι να ήταν αμαρτωλός ο Ζακχαίος. Μα ποιος είναι αναμάρτητος! Αλλά οπωσδήποτε ο Κύριος, αγαπητοί μου, δεν κάνει καμιά διάκριση. Θυμηθείτε τότε που ο Κύριος ανέφερε την περίπτωση του βοσκού που έχασε ένα από τα εκατό του πρόβατα και έτρεξε να το βρει, αφήνοντας τα άλλα. Και μάλιστα χάρηκε πολύ περισσότερο για το χαμένο, που μετά περιπλάνηση το βρήκε, παρά για τα άλλα, που δεν είχαν χαθεί. Είναι ο αμαρτωλός που ενδιαφέρει τον Κύριο, γιατί αυτός έχει ανάγκη της βοήθειάς Του. Και όσο πιο πολύ αμαρτωλός είναι, τόσο πιο πολύ ενδιαφέρεται ο Κύριος για τη σωτηρία του. Είναι πολύ μεγάλη η χαρά και η ικανοποίηση του Θεού για τον αμαρτωλό που ένοιωσε το λάθος του και επέστρεψε μετανοιωμένος κοντά Του. Ζητεί ο Χριστός, αδελφοί μου αγαπητοί, πολλές φορές και σε διάφορες ευκαιρίες και τρόπους που δεν αντιλαμβανόμαστε αμέσως, ζητεί να έρθει να κατοικήσει στο σπίτι μας, στην ψυχή μας. Πως αντιμετωπίζουμε αυτή την πρόκληση; Είμαστε και μεις όπως ο Ζακχαίος, ο ταπεινός αυτός άνθρωπος, που παρά την αμαρτωλή ζωή που ζούσε, ήθελε να δει και να γνωρίσει τον Ιησού. Και όταν Εκείνος του ζήτησε να μείνει στο σπίτι έσπευσε να ετοιμαστεί να Τον υποδεχτεί με χαρά. Αυτό είναι πολύ ενθαρρυντικό για μας που δεν είμαστε αναμάρτητοι, να ξέρουμε ότι όχι μόνο δεν μας περιφρονεί ο Κύριος, αλλά αντίθετα πολύ περισσότερο ενδιαφέρεται για μας. Γνωρίζει πολύ καλά, πόσο αδύνατοι είμαστε και με απόλυτη κατανόηση μας συμπαραστέκεται, γιατί μας αγαπά και δεν θέλει να χαθεί κανένας μας. Άραγε πόσο πρόθυμοι είμαστε και μεις να ζητήσουμε να Τον πλησιάσουμε, να Τον δούμε, και να διεθέσουμε το είναι μας, την ψυχή μας, σαν μόνιμο κατοικητήριο. Έλεγε ο Απόστολος Παύλος «ζω δε ουκέτι εγώ, ζει δ’ εν εμοί Χριστός». Είχε λησμονήσει την ίδια του την ύπαρξη. Ο,τι γέμιζε την ζωή του και την ψυχή του ήταν ο Χριστός. Δεν θα ήθελα να επαναλάβω τα χιλιοειπωμένα, γνωστά σε όλους μας. Γνωρίζουμε τι θέλει ο Θεός από εμάς. Ωστόσο βλέπουμε και τον Ζακχαίο, τον αρχιτελώνη, που οι συμπατριώτες του κατέκριναν, να μη περιορίζεται μόνο σε λόγια και ευγενικές υποδοχές για τον Χριστό. Σπεύδει αμέσως να δώσει μεγάλο μέρος από την περιουσία του, από τα κέρδη του, και πολύ περισσότερο δήλωσε ότι θα επανόρθωνε, αν διαπίστωνε ότι είχε κάποιον αδικήσει. Δεν απαιτεί ίσως τόσο πολλά από εμάς ο Θεός. Μια προσπάθεια στην αρχή, αρκεί. Μια προσευχή μετά, με τα πολλά και καθημερινά μας αιτήματα για υλικές και πνευματικές μας ανάγκες. Να νοιώθουμε ότι είμαστε παιδιά Του, που ζητούν τη βοήθειά Του. Είναι απαραίτητη όμως και μια προσευχή δοξολογίας και ευχαριστιών για τα πλούσια δωρήματά Του. Και συνεχώς να παραμένει έντονη η φροντίδα και καθημερινός ο αγώνας, να διατηρούμε το σπίτι της ψυχής έτοιμο και καθαρό. Κατάλληλο κατοικητήριο για τον Κύριό μας, με τη συμμετοχή μας στη μυστηριακή ζωή και την εκκλησιαστική κοινωνία μαζί με τους άλλους αδελφούς μας χριστιανούς και στόχο πάντοτε τη διαρκή σχέση με τον Θεό, μέχρι να καταντήσουμε στη βασιλεία Του. Αμήν.
ΚΥΡΙΑΚΗ ΙΒ΄ ΛΟΥΚΑ
Βαθύτατα συγκινητική είναι, αγαπητοί μου αδελφοί, η σκηνή που μας περιγράφει η σημερινή ευαγγελική περικοπή. Δέκα σκελετωμένοι λεπροί, αργοπεθαίνουν απελπισμένοι, μακριά από τον κόσμο. Και καθώς ο Κύριος πλησιάζει σε κάποιο χωριό, προτού ακόμα εισέλθει σ’ αυτό, τρέχουν να Τον συναντήσουν όλοι μαζί. Πρόκειται για δέκα πλάσματα πονεμένα και ταλαιπωρημένα, που ζουν μόνα τους χωρίς καμιά κοινωνική σχέση. Και τρέχουν με ελπίδα προς τον Κύριο, φωνάζοντας ικετευτικά με όλη τη δύναμη που τους έχει απομείνει: «Ιησού επιστάτα ελέησον ημάς». Και όλα αυτά συμβαίνουν λίγα λεπτά προτού θεραπευτούν. Μόλις όμως θεραπεύονται από τη φοβερή αρρώστια τους και γιατρεύονται οι πληγές τους και ανακουφίζονται από τους πόνους τους, όλα ξεχνιούνται. Λυτρωμένοι από το μαρτύριο και την απομόνωσή τους, εξαφανίζονται σχεδόν όλοι. Μόνο ένας απ’ αυτούς και μάλιστα Σαμαρείτης, αισθάνεται την ανάγκη να επιστρέψει για να ευχαριστήσει με όλη τη δύναμη της ψυχής του τον Κύριο. Και ο Κύριος, τότε, βλέποντας την φοβερή αχαριστία των άλλων εννέα, εκφράζει το μεγάλο παράπονο, λέγοντας: «Ουχί οι δέκα εκαθαρίσθησαν; Οι δε εννέα που; » Με αφορμή το μεγάλο αυτό παράπονο του Ιησού, καλό είναι να δούμε κι εμείς πως εκδηλώνεται στη σύγχρονη κοινωνία το πάθος αυτό της αχαριστίας και πως το καταπολεμούμε. Είναι αλήθεια ότι η αχαριστία και η μαύρη αγνωμοσύνη, προς κάθε ευεργέτη, αλλά κυρίως προς το Μεγάλο Ευεργέτη και Σωτήρα μας, τον Κύριο ημών Ιησού Χριστό, είναι φοβερό κακό. Αντίθετα η ευγνωμοσύνη είναι μεγάλη, λαμπρή, υπέροχη και άγια αρετή. Η πρώτη αποδεικνύει τον άνθρωπο, κατώτερο και από τα κτήνη, αφού πολλά και από τα ζώα και από αυτά τα άγρια θηρία ακόμα, ευγνωμονούν τους ευεργέτες τους. Η δεύτερη υψώνει ως τους αγγέλους τους ανθρώπους. Η αχαριστία καθιστά τον αχάριστο άνθρωπο, ανάξιο των δωρεών του Θεού. Η ευγνωμοσύνη του εξασφαλίζει και μεγαλύτερες δωρεές και ευεργεσίες. Συνηθισμένο κακό η αχαριστία που είναι κακία θεομίσητος και ελεεινή. Σπάνια η αρετή της ευγνωμοσύνης. Γιατί οι άνθρωποι εύκολα ζητούμε και ευκολότερα λησμονούμε. Η καταφυγή στον Κύριο, όπως είδαμε πιο πάνω, δεν υπήρξε μάταιη. Κοντά Του οι δέκα λεπροί βρήκαν, όπως το πίστεψαν, την θεραπεία τους. Κι έδειξαν έτσι και σε μας τι πρέπει να κάμνουμε στις ποικίλες ασθένειές μας. Τόσο στις δικές μας όσο και των προσφιλών μας προσώπων. Όλοι υποκείμεθα στην ασθένεια. Την ελαφρότερη ή την σοβαρότερη. Όταν λοιπόν μας επισκέπτεται η ασθένεια το πρώτο που πρέπει να κάμνουμε είναι να προσφεύγουμε στον Κύριο που είναι ο γιατρός των ψυχών και των σωμάτων. Και να ζητούμε από Αυτόν που είναι Παντοδύναμος και Πανάγαθος την θεραπεία. Και να προσευχόμαστε και να Τον παρακαλούμε να διώξει την ασθένεια. Και αν η προσευχή και η παράκληση καρποφορήσει να Τον ευχαριστήσουμε για το καλό που μας έχει κάμει. Δυστυχώς, όμως σε πάρα πολλούς από εμάς δεν συμβαίνει αυτό, γιατί αρκετοί από εμάς εύκολα λησμονούμε τις ευεργεσίες του Θεού. Μόλις περάσει η ασθένεια, για την οποία είχαμε παρακαλέσει τον Κύριο, ξαναγυρίζουμε στις καθημερινές μας φροντίδες και ξεχνούμε να ευχαριστήσουμε για την θεραπεία μας και για την απαλλαγή μας από τον πόνο μας. Ίσως είχαμε παρακαλέσει πολύ τον Θεό, για την θεραπεία του παιδιού μας, της συζύγου μας, του εαυτού μας. Τότε ζητούσαμε πολύ. Όταν όμως ο Κύριος έδιωξε το κακό, τότε ξεχάσαμε να Τον ευχαριστήσουμε ή το ευχαριστώ μας ήταν πολύ φτωχό. Κι ενώ εμείς αμαρτήσαμε και αμαρτάνουμε αμέτρητες φορές, Αυτός ποτέ δεν μας απαρνήθηκε. Τουναντίον, ξεκούρασε και ξεκουράζει σε κάθε εξομολόγηση την ψυχή μας στο πετραχήλι του πνευματικού και στη Θεία Λειτουργία. Πολλές και πάλι φορές μας μετάγγισε και μας μεταγγίζει Ζωή με το Τίμιο Σώμα Του και το Τίμιο Αίμα Του. Κι έτσι το ίδιο παράπονο που εξέφρασε ο Κύριος για την αχαριστία των δέκα λεπρών, τούτο μπορεί να εκφρασθεί και σε πολλούς από μας. Γιατί κι εμείς στις δύσκολες στιγμές της ζωής μας, όταν μας κυκλώνουν πειρασμοί, θλίψεις, αρρώστιες, προβλήματα, στρεφόμαστε με πίστη στο Θεό, τρέχουμε στις εκκλησίες, προσευχόμαστε θερμά, κάνουμε τάματα, ανάβουμε λαμπάδες και με προσευχές ζητούμε το έλεος του Θεού. Και μόλις ο Θεός δώσει λύση στο πρόβλημά μας, μέσα στον πυρετό της ευτυχίας μας, παθαίνουμε αμνησία. Ξεχνούμε ότι ο Θεός μας έλυσε το πρόβλημα και ότι μας ευεργέτησε με άπειρες ευεργεσίες. Η φιλαυτία και ο ατομισμός μαζί με το πνεύμα επιδίωξης των ανέσεών μας κατάντησαν ξερό και άγονο χώμα, χωρίς πνευματικούς χυμούς και ψυχική δροσερότητα. Φίλαυτες και εγωιστικές ψυχές είναι αδύνατο ν’ ανοίξουν χώρο μέσα τους για να φυτρώσει, να ανθίσει και να καρποφορήσει η ευγνωμοσύνη προς τον Θείον Ευεργέτη. Το ίδιο δυστυχώς κάνουμε κάποτε και προς τους ευεργέτες μας ανθρώπους. Κτυπούμε την πόρτα τους μόνο όταν τους έχουμε ανάγκη. Μόλις όμως πετύχουμε αυτό που θέλουμε, γινόμαστε ψυχροί και αδιάφοροι και κάνουμε πως δεν τους γνωρίζουμε. Αυτοί στέκονται δίπλα μας και με θυσίες ακόμη κι εμείς δεν γνωρίζουμε να τους πούμε ούτε ένα ευχαριστώ. Παρερμηνεύουμε τα γεγονότα και καταπιέζουμε τα αισθήματα. Δεν θέλουμε να ταπεινωθούμε και να αναγνωρίσουμε την αξία τους. Αυτό που θα πρέπει να κάνουμε είναι να μιμηθούμε τον πρώην λεπρό στο δρόμο της επιστροφής. Να αναγνωρίσουμε τις ευεργεσίες που μας γίνονται και να εκδηλώσουμε την ευγνωμοσύνη μας γι’ αυτές. Όχι επιτελώντας ψυχρά ένα καθήκον, αλλά εκδηλώνοντας μια ανάγκη της ψυχής μας και μέσα από τα βάθη της καρδιάς μας να ευχαριστούμε τους ευεργέτες μας. Αλήθεια, σκεπτόμαστε κάποτε, πόσο μας ευεργετεί πλουσιοπάροχα πάνω σε καθημερινή βάση ο Δωροδότης Θεός; Κάθε αγαθό που έχουμε από Αυτόν προέρχεται. Πλέουμε μέσα στις ευεργεσίες Του. Το φώς, ο ήλιος, ο αέρας, οι ομορφιές της γης και του Ουρανού. Αλλά και η υγεία και τα χαρίσματα που έχουμε. Πόσες φορές μας έχει γλιτώσει από μεγάλους κινδύνους; Πόσα θαύματα έκαμε στη ζωή μας; Σε μια βαριά αρρώστια, σε μια δύσκολη εγχείρηση, όταν κινδυνέψαμε στους δρόμους, όταν υποφέραμε πάλι από άλλα προβλήματα. Αλλά πολύ περισσότερο χρωστούμε ευγνωμοσύνη στο Θεό της απείρου αγάπης, γιατί άφησε το ύψος του ουρανού, κατέβηκε στη γη και έγινε άνθρωπος και σταυρώθηκε για τη δική μας σωτηρία. Δυστυχώς δεν εκτιμούμε τις μεγάλες δωρεές Του. Τις έχουμε συνηθίσει και σχεδόν θεωρούμε πως ο Θεός είναι υποχρεωμένος να μας ευεργετεί και ότι εμείς, δικαιωματικά απολαμβάνουμε αυτές τις ευεργεσίες. Αδελφοί μου. Βρισκόμαστε στις πρώτες μέρες του νέου Έτους. Έχουμε επομένως ένα επί πλέον λόγο, να ευγνωμονούμε Εκείνο που μας χαρίζει και τούτο το έτος. Ας εμπνευσθούμε, λοιπόν, από τον αξιοζήλευτο ευγνώμονα Σαμαρείτη και ας ποθήσουμε να γίνουμε μιμητές Του. Η ευγνωμοσύνη είναι πράξη. Είναι αγώνας κατά της αμαρτίας, την οποία τόσο αποστρέφεται ο Θεός. Αγώνας, να υποστούμε για χάρη Του ακόμη και αδικίες, δοκιμασίες, διωγμούς και θυσίες. Όλα δηλαδή αυτά που δοκιμάζουν τη γνησιότητα των αισθημάτων μας προς τον Θεό. Ας γίνουμε λοιπόν άνθρωποι με λεπτότητα αισθημάτων και ευγένεια ψυχής. Ας γίνουμε κι εμείς άνθρωποι της ευγνωμοσύνης.
ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΑ "Η φάτνη της καρδιάς μας"
Χριστούγεννα σήμερα και είναι πολύ φυσικό ο χριστιανός να δοξάζει τον Τριαδικό Θεό ως Πλάστη και Δημιουργό και Πατέρα του και να αντιδοξάζεται απ’ Αυτόν γιατί ενεργεί και συμπεριφέρεται όχι ως άνθρωπος του κόσμου αλλά ως παιδί του φωτός, ως παιδί του Θεού, αντάξιο της θείας του καταγωγής. Τον λατρεύει, Τον αγαπά, Τον υπηρετεί, γίνεται κοινωνός θεότητος, γι’ αυτό και αξίως συμμετέχει στο τραπέζι της Θείας Ευχαριστίας. Αγωνίζεται θανατώνοντας την σάρκα του συν τοις παθήμασι αυτής. Περιφέρει νύχτα και μέρα, την δόξα του μεταμορφωμένου εν τω Θαβώρ Σώμα του Κυρίου Ιησού στο δικό του σώμα, γιατί κοινωνεί των Αχράντων Μυστηρίων. Πεινά και διψά όχι μόνον για δικαιοσύνη και την αλήθεια του Θεού, αλλά κυρίως όμως διψά για να δοξασθεί ο Πανάγιος Θεός και το Ευαγγέλιό Του. Γυμνητεύει, διώκεται, μαρτυρεί αναιμάκτως, θλίβεται, πονά, κάθε μέραν αποθνήσκει για την αγάπη του Ιησού Χριστού. Ναι χριστιανοί μου, για να φθάσει ο χριστιανός, σ’ αυτήν την δεδοξασμένη και θεία φωτοφόρα αυθυπέρβαση, χρειάζονται να περάσουν πολλά χρόνια. Να δοθούν σκληροί αλλά και νόμιμοι κατά Θεόν αγώνες, να προηγηθεί η κάθαρσις και ο αγιασμός ψυχής και σώματος, να συντριβεί το θεριομένο Εγώ μέσα του, να ταπεινώσει τους λογισμούς του, να νεκρώσει τις καλοθρεμένες αισθήσεις του, να μεταλλάξει τα πάθη του σε αρετές, με τις πολλαπλές ενέργειες του Παναγίου Πνεύματος. Σ’ αυτόν και μόνον τον τρόπον ζωής βρίσκει ο χριστιανός την ειρήνη του, βρίσκει την ανάπαυσή του, την ελευθερία του, την ψυχοσωματική του ισορροπία, βρίσκει τον εαυτόν του, τον χριστοποιημένον εαυτόν του. Και έχει αποδειχτεί μέσα από τους βίους των αγίων, τα γεροντικά που τα διαβάζουμε τόσο τακτικά στις ημέρες μας και τα συναξάρια, ότι μόνον οι συντετριμμένη και η τεταπεινωμένη καρδία η απλή και άδολος δηλαδή καρδιά, αυτή και μόνον αληθινά μπορεί να λατρεύσει τον Θεόν, να δοξάσει τον Θεόν και να αντιδοξασθεί απ’ αυτόν. Μόνον οι απλές και ταπεινές ψυχούλες μπορούν να δεχτούν ότι ο σκοπός της ζωής τους δε βρίσκεται στο δικό τους θέλημα, στα δικό τους εγώ, αλλά μόνον στο Θεό. Όταν λοιπόν ο καθένας από μας παρασυρθεί από τον διάβολο και τον εγωισμό του, αρνείται τον Θεόν, και περιφρονεί την δόξαν του. Δεν Τον ευχαριστεί, δεν Τον ευγνωμονεί, δεν Τον δοξολογεί. Είναι σα να φοβόμαστε όλοι μας, μήπως η δόξα του Θεού, αφαιρέσει τη δική μας δόξα. Γι’ αυτό και θέλομε να τρεφόμαστε διαρκώς από τις κολακείες, και τους επαίνους των συνανθρώπων μας. Όλοι θέλουμε να μας λένε μπράβο. Και αντί για φιλόθεοι, γινόμαστε φιλόσαρκοι, φιλόδοξοι, φίλαυτοι. Φτιάχνομε όλοι μας μια δική μας ηθική, κάνομε όλοι μας ένα δικό μας Ευαγγέλιο. Για ρωτήστε έξω τους χριστιανούς, και ρωτήστε τους τι πιστεύουν για το Ευαγγέλιο; Έχουν δικό τους Ευαγγέλιο. Κάνουν ένα δικό τους χριστιανισμό, κομμένο και ραμμένο στα μέτρα τους. Στα μέτρα της φιλαυτίας και της φιλοδοξίας. Όλα για τη δόξα μας και μακριά ο Θεός και το Ευαγγέλιό Του. Εδώ βασίζεται ο λεγόμενος ουμανισμός. Αυτοδοξαζόμενος ο άνθρωπος αυτοθαυμάζεται, αυτοδοξάζεται, αυτολατρεύεται, αυτοθεώνεται. Αλλά να που ο άνθρωπος φεύγει, ως άνθος μαραίνεται, και ως όναρ παρέρχεται και μένει μόνος, έρημος, χωρίς στήριγμα, χωρίς ελπίδα και ιδιαίτερα όταν θα έλθει η στιγμή του θανάτου. Τότε είμεθα μόνοι μας! Μόνον αν δοξάζουμε με τη ζωή μας μπορούμε να μην είμεθα μόνοι μας. Διότι τότε θάχουμε για παρηγοριά τους αγγέλους και τους αρχαγγέλους, την ίδια την Υπεραγία Θεοτόκο, και γιατί όχι, και Αυτόν που με τη ζωή μας μέχρι εκείνη τη στιγμή δοξάζαμε, δηλαδή τον Χριστόν. Βυθισμένος λοιπόν ο άνθρωπος ο σημερινός, ο Νεοέλληνας Ορθόδοξος Χριστιανός, βυθισμένος στο σκοτάδι της αυτονομίας του, γρήγορα και εύκολα η αυτολατρεία του μεταβάλλεται σε ειδωλολατρία. Ώρα καλή τώρα, ο σημερινός παγανισμός και το Δωδεκάθεο, και να καταλήξει μετά απ’ αυτό και σε δαιμονολατρία. Έτσι ο σημερινός άνθρωπος που αρνείται να λατρεύσει και να προσκυνήσει τον Θεόν μέσα από τα Πανάγια Μυστήρια, και την Σταυρωμένη Του Εκκλησία, γρήγορα υποδουλώνεται στα χείριστα των παθών, που είναι πιο ανελέητα από τους τυράννους και στο τέλος προσκυνά και τον ίδιο τον διάβολο. Αφήσαμε τον Θεόν και λατρεύουμε τα κτίσματα. Περιφρονούμε τον Χριστόν και την Εκκλησία Του και λατρεύουμε τα είδωλα. Εγκαταλείπουμε την Τριαδική Χάρη και τους Αγίους και προσκυνάμε τους δαίμονες. Πιστεύω όμως πως όλοι μας που σήμερα εορτάζουμε τα Χριστούγεννα, δοξάζουμε καθημερινά το Θεό με τον εκκλησιασμό μας και τη Θεία Κοινωνία, με την μετάνοια και την Ιερά Εξομολόγηση, με την μελέτη της Αγίας Γραφής και των Πατέρων, με την προσευχή και τη Θεία Λατρεία, με την πίστη στη Τριαδικότητα του Αγίου Θεού και στην Θεανθρωπότητα του Ιησού Χριστού, με την τιμή μας προς τις άγιες και ιερές εικόνες και την πίστη στα θαύματα των Αγίων, με την καλλιέργεια του ταπεινού φρονήματος και των άλλων αρετών, με την υπακοή μας στο θέλημα του Θεού, με το καντηλάκι μας στο σπίτι και το θυμιατό, με το κεράκι και το εικονοστάσι μας, με τον Τίμιο Σταυρό που κάνομε και την ευχούλα που λέμε, με τον μικρό και τον μεγάλο αγιασμό, όλα αυτά μαζί είναι δόξα και ευχαριστία προς τον Θεόν. Είναι όμως συγχρόνως και η αληθινή η αδιάκοπη Παράδοσή μας, είναι η Ορθοδοξία μας. Η ορθή δόξα – πίστις για τον Τριαδικό Θεό και τον σαρκωθέντα Υιό και Λόγο. Και η ορθή σωστή δοξολογία του Θεού είναι και η μέλλουσα αιώνια δόξα του ανθρώπου της οποίας η πρόγευσις αρχίζει από δω, από σήμερα, από τούτη τη στιγμή. Η ομορφιά λοιπόν και τα κάλλη του Παραδείσου, η ξένη και νοερά έλλαμψις, και κάθε τι ουράνιο, όλα τα μακάρια και τα θεία πάθη, είναι πρόγευσις αθανασίας και της μελλούσης αιωνίου ζωής επαναλαμβάνω από σήμερα, από τώρα. Χριστιανοί μου, τα φετινά Χριστούγεννα μας παρέχουν και πάλι την ευκαιρία να δοξάσουμε οικογενειακώς, μαζί με τον σύντροφο της ζωής μας, τη γυναίκα μας ή τον άνδρα μας, τους γονείς μας και τα παιδιά μας, να δοξάσουμε την ενανθρώπηση του Θεού και Λόγου. Ο ανακλινόμενος και σαρκωθείς Θεός εν τη φάτνη της καρδίας ημών θα δώσει την ουράνια χαρά, να απολαύσουμε την θεϊκή του ειρήνη, και την Τριαδική Του ευδοκία. Έτσι μας λένε οι Πατέρες της Εκκλησίας μας. Και αυτό επαναλαμβάνω θα γίνει μονάχα, όταν με κατάλληλες σκέψεις και καλούς συλλογισμούς, με την μελέτη και την προσευχή, με την εξομολόγηση και τη Θεία Κοινωνία, κάνουμε όλη μας την καρδιά φάτνη εντός της οποίας είθε να ανακλιθεί ο νεογεννηθείς Χριστός μέσα σ’ αυτήν, δηλαδή μέσα στην καρδιά μας.
ΚΥΡΙΑΚΗ ΠΡΟ ΧΡΙΣΤΟΥ ΓΕΝΝΗΣΕΩΣ
Ό, τι υπόσχεται ο Θεός, γίνεται πραγματικότητα. «Πιστός ο επαγγειλάμενος», αξιόπιστος στις υποσχέσεις του ο Θεός, λέγει ο απόστολος Παύλος. Μας υπενθυμίζουν οι ημέρες αυτές, την αξιοπιστία του Θεού, διότι η Γέννησις του Σωτήρος Χριστού, την οποία προετοιμαζόμαστε να γιορτάσουμε αποτελεί εκπλήρωση της βαρυσήμαντης, της σωστικής γιά τον άνθρωπο υποσχέσεως του Θεού, ότι θα έστελνε στον κόσμο τον Σωτήρα του κόσμου. Μας θυμίζει την υπόσχεση αυτή του Θεού, τόσο το ιερό Ευαγγέλιο, όσον και το αποστολικό ανάγνωσμα που ακούσαμε σήμερα. Ευθύς, μετά το προπατορικό αμάρτημα, κατά το οποίο οι Πρωτόπλαστοι Αδάμ και Εύα, περιφρόνησαν την εντολή του Θεού και έδωσαν εμπιστοσύνη στον Διάβολο και έκαμαν το θέλημα του Διαβόλου, υποδουλώθηκαν σ’ αυτόν, όχι μόνο αυτοί αλλά και όλο το ανθρώπινο γένος που «ενυπήρχε» σ’ αυτούς. Τους τιμώρησε ο Θεός διώχνοντας τους από τον Παράδεισο, αλλά και με άλλες τιμωρίες που άλλαξαν ριζικά την θέση τους, την κατάσταση τους, με βαριές συνέπειες αιώνιες για το ανθρώπινο γένος, αλλά από τότε, δίνει αμέτρητη αγάπη στο πλάσμα του ο Θεός και την υπόσχεση, ότι θα έσωζε και πάλι τον άνθρωπο συντρίβοντας τον διάβολο και δίνοντας στο ανθρώπινο γένος την σωτηρία. Αυτή η μεγάλη, η πρώτη, η βαρυσήμαντη υπόσχεση του Θεού ονομάζεται «Πρωτευαγγέλιο», διότι πραγματικά είναι η πρώτη καλή αγγελία, για την σωτηρία του ανθρώπου. Η υπόσχεση του Θεού έλεγε ότι θα έστελνε στη γη τον Σωτήρα που θα γεννιόταν σαν άνθρωπος από γυναίκα (την Παναγία), για να συντρίψει τον διάβολο που οδήγησε στην καταστροφή τους Πρωτοπλάστους. Γυναίκα η Εύα, έφερε την αμαρτία, γυναίκα τώρα η Παναγία, φέρνει την σωτηρία. Άνθρωπος ο Αδάμ αμάρτησε και τιμωρήθηκε. Θεός και άνθρωπος ο Ιησούς Χριστός, που έφερε αντί του θανάτου τη ζωή, αντί της τιμωρίας την σωτηρία. Και την υπόσχεση του αυτή ο Θεός, κάθε τόσο την ανανέωνε για να δώσει την παρηγοριά, για να αναζωογονεί την πίστη των γενεών των ανθρώπων, προσθέτοντας και περισσότερες λεπτομέρειες για τον τρόπο της σωτηρίας για τον αναμενόμενο Σωτήρα. Για τούτο οι Προφήτες, αιώνες προ Χριστού, προφήτευσαν όχι μόνο τον ερχομό του Σωτήρος, αλλά και την εξ’ οίκου και γενεάς Δαβίδ καταγωγή Του ως ανθρώπου, τον τρόπο της γεννήσεως Του και σχεδόν όλες τις λεπτομέρειες της ζωής Του και του θανάτου και της Αναστάσεως Του και του έργου Του. Όλα αυτά τα ονόματα που ακούσαμε στο σημερινό Ευαγγέλιο είναι μάρτυρες της προσδοκίας, της λαχτάρας, με την οποία περίμεναν τον Σωτήρα διά μέσου των αιώνων, φανερώνουν δε και την εξ’ οίκου και πατριάς Δαβίδ καταγωγή του, σύμφωνα με τις Προφητείες. Αλλά και τα ονόματα τα οποία ακούσαμε στο ανάγνωσμα του Αποστόλου είναι μάρτυρες, όχι μόνο της αναμονής, της προσδοκίας του Σωτήρος, αλλά και της θερμής πίστεως με την οποία τον ανέμεναν, Πίστεως με την οποίαν έκαμαν μεγάλα θαύματα, όπως μας τα θύμισε ο Απόστολος Παύλος σήμερα. Και είναι άξιο παρατηρήσεως, ότι αυτοί οι προ Χριστού, πριν ακόμα έλθει ο Χριστός έκαμαν τα θαύματα αυτά στηριζόμενοι στην πίστη τους, στην υπόσχεση του Θεού. Εμείς που είδαμε τον Χριστό, που ακούσαμε τον ίδιο να διδάσκει, να κάνει θαύματα, να σταυρώνεται για μας, εμείς που πήραμε το όνομα του και λεγόμαστε Χριστιανοί, εμείς που βαφτιστήκαμε στο όνομα Του και τον ονομάζουμε Σωτήρα μας, έχουμε μια τέτοια πίστη; Αυτά θέλει να μας θυμίσει σήμερα η Εκκλησία με το Ευαγγέλιο, τον Απόστολο και τα προεόρτια τροπάρια. «Επί τη Βηθλεέμ αναχθώμεν τη διανοία», ψάλλει η Εκκλησία. Ας πάμε με την σκέψη μας στη Βηθλεέμ. «Ίνα ίδωμεν θαύμα πάσαν έννοιαν εκπλήττον και συνέχον», για να δούμε αυτό το θαύμα που δεν χωρεί στον νου του ανθρώπου. Να δούμε ότι ήλθε Εκείνος τον οποίον τόσους αιώνες με αγωνία, με πόθο, με πίστη, περίμεναν οι γενεές των ανθρώπων. Και να ακούσουμε το χαρμόσυνο άγγελμα του Αγγέλου: «Ετέχθη υμίν σήμερον Σωτήρ».
ΚΥΡΙΑΚΗ ΙΑ ΛΟΥΚΑ
Μεγαλόπρεπο το Δείπνο της βασιλείας του Θεού. Μεγαλόπρεπο το Δείπνο και πλούσιο σε πνευματικά αγαθά, όπως και ο Θεός ο οποίος το ετοίμασε για χάρη των ανθρώπων και τους οποίους εκάλεσε να γίνουν συμμέτοχοι αυτών των αγαθών. Το Δείπνο είναι καθορισμένο, αλλά και καλά προετοιμασμένο. Άρα, δεν μπορεί να αμφισβητηθεί ούτε η ποιότητα ούτε και ο χρόνος προσφοράς του, γιατί, όπως διαβεβαιώνει δια του απεσταλμένου του, «ότι ήδη έτοιμά εστι πάντα», όλα είναι πια έτοιμα. Πλούσιο, λοιπόν, Δείπνο και πρόσκληση συμμετοχής σ’ αυτό όχι μόνο γενική και καθολική, αλλά ιδιαίτερα και πρόσκληση προσωπική. Όπως ένας προς ένα έχουν προσκληθεί οι άνθρωποι για να συμμετάσχουν στο Δείπνο, έτσι και ένας προς ένα προσκαλούνται για να παρακαθίσουν στο Δείπνο. Όπως η πρόσκληση ήταν προσωπική, έτσι και η συμμετοχή θα έπρεπε να ήταν απόφαση όχι μόνο προσωπική, αλλά να ήταν και απόφαση συνειδητής επιλογής. Όμως ποια ήταν η ανταπόκριση των ανθρώπων στη μεγάλη και τιμητική αυτή πρόσκληση; Δυστυχώς, ήταν όχι μόνο αρνητική, αλλά και αποκαρδιωτική. Πρώτον, γιατί ήταν καθολική, αφού «ήρξαντο από μιάς παραιτείσθαι πάντες». Καθολική άρνηση σαν να ήταν προσυνεννοημένοι κάτι που εκφράζει την κοινωνική κατάσταση της εποχής, ή της κάθε εποχής. Η κατάσταση ήταν αποκαρδιωτική όχι μόνο από την καθολικότητα της άρνησης, αλλά και από τους λόγους που ο καθένας επικαλέσθηκε για να δικαιολογήσει την άρνησή του και τη μη συμμετοχή του στο μεγάλο εκείνο δείπνο. Κοινό χαρακτηριστικό όλων, η απροθυμία και η άρνηση. «Αγρόν ηγόρασα», είπε ο πρώτος «και έχω ανάγκη να πάω να το δω». Μια απάντηση που έγινε παροιμιώδης και που εκφράζει διαχρονικά την πλήρη αδιαφορία. Ο δεύτερος, για να δικαιολογήσει την άρνησή του, επικαλείται επαγγελματικούς λόγους. Και αυτοί οι επαγγελματικοί λόγοι όχι μόνο τον απορρόφησαν, αλλά και τον έκαναν άπληστο και, προ πάντων, υλόφρονα. Όχι ένα, όχι δύο, ούτε τρία, αλλά «ζεύγη βοών ηγόρασα πέντε και πορεύομαι δοκιμάσαι αυτά». Ο αριθμός «πέντε» δεν υποδηλώνει μόνο εμπορική δραστηριότητα, ή και απληστία, αλλά κυρίως υποδηλώνει την πλήρη υποταγή του ανθρώπου στις πέντε του αισθήσεις. Αν ο πρώτος ήταν αδιάφορος για πνευματικά ή ηθικά θέματα, ο δεύτερος δεν εκδηλώνει μόνο αδιαφορία, αλλά είναι και υποδουλωμένος στην ύλη, την οποίαν υπηρετεί με όλα του τα πάθη. Ο τρίτος θα προβάλει σαν δικαιολογία της άρνησής του το γάμο και την οικογένεια. Σαν άλλος Αδάμ μεταθέτει την ευθύνη των πράξεών του στη γυναίκα. «Γυναίκα έγημα». Είμαι νιόπαντρος. Μια δικαιολογία που φανερώνει όχι μόνο την απορρόφηση από τις οικογενειακές ανέσεις και απολαύσεις, αλλά και στο ότι οι άλλοι – γυναίκα, παιδιά, συγγενείς – τον εμποδίζουν από του να ασκήσει τα θρησκευτικά του καθήκοντα. Σαν να λέει «φταίνε οι άλλοι! Φταίει η γυναίκα! Φταίει γενικά η οικογένεια». Ξεχνά ότι η οικογένεια είναι η «κατ’ οίκον Εκκλησία» (Ρωμ. ιστ΄ 5). Ξεχνά ότι η οικογένεια είναι φυτώριο αγίων και εργαστήριο αρετής. Μέσα στο χώρο της οικογένειας θα καλλιεργηθεί η θρησκευτικότητα, θα θεμελιωθεί το ήθος και η αγιότητα, καθώς και η αγάπη προς την πατρίδα, αλλά και ολόκληρη την κοινωνία. Όλα τα πιο πάνω δε θα διδαχθούν μόνο θεωρητικά, αλλά με πρακτικό τρόπο. Θα διδαχθούν με τον τρόπο ζωής και συμπεριφοράς των γονιών. Γιατί οι γονείς είναι το πρώτο κοινωνικό περιβάλλον στο οποίο αναπτύσσονται τα παιδιά και το οποίο στη συνέχεια μιμούνται. Μιλούμε σήμερα για παραβατικότητα των νέων. Ψάχνουμε να θεσπίσουμε νόμους και κανονισμούς. Δε θα διαφέρουμε από τους στρουθοκάμήλους αν δε δούμε κατάματα την αλήθεια. Ότι δηλαδή η οικογένεια είναι ο καθρέφτης της κοινωνίας. Άρα, αν θέλουμε διόρθωση της κοινωνίας, ξεκινούμε με διόρθωση της οικογένειας, με διόρθωση του εαυτού μας, δημιουργώντας τα σωστά πρότυπα. Και σωστό πρότυπο σημαίνει συμφωνία λόγων και έργων. Χρειάζεται ο αυτοσεβασμός για να θεμελιώσω το σεβασμό προς τους άλλους. Οι νόμοι και οι κανονισμοί υπάρχουν για να τους εφαρμόζω και να τους σέβομαι πρώτα εγώ και μετά οι άλλοι. Αυτό που δε σέβομαι εγώ, πώς θα το επιβάλλω στους άλλους; Κατά συνέπεια, μόνο με τη δική μας διόρθωση θα υπάρξει και διόρθωση στην ευρύτερη κοινωνία. Οι καλεσμένοι της παραβολής πρόταξαν τρεις διαφορετικούς λόγους για να δικαιολογήσουν την άρνησή τους. Το Δείπνο όμως δεν ματαιώθηκε, ούτε και η πρόσκληση έλαβε τέλος. Η πρόσκληση του Θεού είναι προσωπική και άρα διαχρονική. Αρνήθηκαν οι Ιουδαίοι να την δεχθούν. Έτσι ο Θεός απευθύνθηκε στα έθνη. Απευθύνεται στους Χριστιανούς και πάλι λίγο πριν το γεγονός της ενανθρώπησης. Όμως, σαν Χριστιανοί πόσοι και πόσο βιώνουμε αυτό το γεγονός; Μήπως περιοριζόμαστε σ’ ένα εξωτερικό διάκοσμο, όπως ακριβώς και οι βιτρίνες των ημερών, ή αρκούμαστε να συμμετάσχουμε στα λεγόμενα «ρεβεγιόν» για να νιώθουμε Χριστούγεννα; Αλλά και όσοι βρισκόμαστε στην Εκκλησία, ανταποκρινόμαστε στην πρόσκληση για συμμετοχή στο Δείπνο της βασιλείας του Θεού, τη Θεία Κοινωνία; Σ’ αυτή την πρόσκληση που επαναλαμβάνεται κάθε φορά που τελείται το μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας με τα λόγια «μετά φόβου Θεού, πίστεως και αγάπης προσέλθετε», πόσοι απαντούμε θετικά; Κι ακόμη περισσότερο, όσοι ανταποκρινόμαστε θετικά, μήπως η συμμετοχή μας στο μυστήριο της Θείας Κοινωνίας έγινε μια απλή συνήθεια; Πόσοι πλησιάζουμε στο μυστήριο με τη συναίσθηση του φόβου του Θεού, ή την πίστη ότι ζούμε το γεγονός της Ενανθρώπησης του Θεού και ζούμε πραγματικά τη δική μας ανάσταση; Γιατί, για να ζήσουμε την ανάσταση, πέρα από την πίστη στο Θεό και το φόβο του Θεού, πρέπει να σηκώσουμε και το δικό μας σταυρό που είναι η αγάπη. Γιατί η αγάπη είναι θυσία! Αδελφοί μου, πλησιάζουν Χριστούγεννα. Ο Ιησούς, με τη μορφή του «δούλου» της παραβολής, μας προσκαλεί και σήμερα «έρχεσθαι ότι έτοιμά εστι πάντα». Μας καλεί να μετατρέψουμε το σπήλαιο της καρδιάς μας σε νέα Βηθλεέμ απ’ όπου θα διαλαλείται η ενανθρώπηση πλέον και σαν εσωτερική μαρτυρία ο απόηχος της οποίας θα αντανακλά στην όλη ζωή και συμπεριφορά μας. Εμπρός, λοιπόν, κανένα επάγγελμα, καμιά ασχολία, καμιά οικογενειακή υποχρέωση ας μη σταθεί εμπόδιο για τη συμμετοχή μας στο μεγάλο αυτό Δείπνο της βασιλείας του Θεού. Άρνησή μας σημαίνει και οριστικό αποκλεισμό. Ο Κύριος είναι σήμερα σαφής: «Λέγω γαρ υμίν ότι ουδείς των ανδρών εκείνων των κεκλημένων γεύσεταί μου του δείπνου». Εμείς σε ποιους ανήκουμε, στους «εκλεκτούς» ή στους «κεκλημένους»; Η απόφαση είναι προσωπικά δική μας. Ας ευχηθούμε να καταταχθούμε στην ομάδα των «εκλεκτών». Αμήν.
ΚΥΡΙΑΚΗ Ι ΛΟΥΚΑ
Ήταν μακροχρόνια και βασανιστική η ασθένεια της γυναίκας της σημερινής Ευαγγελικής περικοπής. Υπέφερε για δεκαοκτώ χρόνια, μιαν ολόκληρη ζωή. Και η αρρώστια της ήταν βαριά «Ην συγκύπτουσα και μη δυναμένη ανακύψαι εις το παντελές». Ήταν καμπουριασμένη και δεν μπορούσε καθόλου να ανορθωθεί. Θα αναζήτησε, ασφαλώς, τη θεραπεία της σε νοσοκομεία και γιατρούς. Το ποθούμενο, όμως, ήλθε από τον Χριστό, ως επιβράβευση της μακροχρόνιας υπομονής και της πίστης της∙ μιας πίστης που, παρά την σωματική παραμόρφωση, δεν της επέτρεπε να μένει μακρυά από τη συναγωγή την ημέρα του Σαββάτου. Θα μπορούσαμε να σταθούμε και να εξετάσουμε τη μεγάλη πίστη και την μακροχρόνια υπομονή της γυναίκας αυτής. Θα μπορούσαμε να μελετήσουμε και την υποκριτική στάση του αρχισυναγώγου, καθώς και την ορθή χρήση της αργίας του Σαββάτου. Στα λίγα λεπτά, όμως, του κηρύγματος ,ας δούμε το θέμα της ασθένειας και τη θεραπείας της, μέσα από το πρίσμα της Αγίας Γραφής. Η ασθένεια, με τους πόνους που τη συνοδεύουν, συνιστά ένα πρόβλημα για τους ανθρώπους όλων των εποχών, που αναζητούν την αιτία της, τη σημασία της και τρόπους υπέρβασής της. Κάποιοι αποδίδουν την ταλαιπωρία του ανθρώπου από τις ασθένειες σε πονηρά πνεύματα και κακοποιές δυνάμεις που πρέπει να εξευμενισθούν με προσφορές και θυσίες. Αυτοί ενστερνίζονται την αντίληψη της μαγείας. Άλλοι υποστηρίζουν ότι τα αίτια των ασθενειών εξηγούνται επιστημονικά και επομένως η θεραπεία είναι θέμα της επιστήμης και μόνο. Αυτοί υιοθετούν την αντίληψη του ορθολογισμού. Η Αγία Γραφή, χωρίς να αγνοεί αυτές τις θεωρίες, εξετάζει την ασθένεια και τη θεραπεία μέσα στα πλαίσια του θεϊκού σχεδίου για τη σωτηρία των ανθρώπων. Στο ερώτημα πώς ο παντοδύναμος αλλά και πανάγαθος και φιλάνθρωπος Θεός επιτρέπει τις ασθένειες και τη δυστυχία, που αυτή συνεπάγεται, η απάντηση δίνεται με ένα άλλο ερώτημα: «Τις έγνω νουν Κυρίου ή τις σύμβουλος αυτού εγένετο;» Ποιος, δηλαδή, γνώρισε τη σκέψη του Θεού ή ποιος μπόρεσε να γίνει σύμβουλός του; Αυτό σημαίνει ότι ο άνθρωπος οφείλει να γνωρίσει τα όρια του, ότι δηλαδή, ως δημιούργημα, είναι ύπαρξη με περιορισμένες δυνατότητες, σε σχέση με τον Θεό, και να αναγνωρίσει την παντοδυναμία του Θεού, προς τον οποίο πρέπει να προσβλέπει με εμπιστοσύνη. Από την άλλη, βέβαια, δεν θα πρέπει να παραθεωρείται η δύναμη της αμαρτίας που απομάκρυνε τον άνθρωπο από την πηγή της ζωής και τον υπέταξε στο νόμο της φθοράς. Παράλληλα η Αγία Γραφή αποδίδει και θετικά στοιχεία στην ασθένεια, διδάσκοντας τον πιστό να αναζητεί, πίσω από τον πόνο που αυτή προκαλεί, και άλλες παιδαγωγικές κινήσεις του Θεού. Ο Απ. Παύλος αποδίδει την ταλαιπωρία του από την ασθένεια, που τον βασάνιζε, στο σχέδιο του Θεού να του περιστείλει τον εγωϊσμό. «Εδόθη μοι σκόλοψ τη σαρκί... ίνα με κολαφίζη, ίνα μη υπεραίρωμαι» λέγει. Στην παράκληση του Παύλου για θεραπεία, ο Θεός απαντά: «Αρκεί σοι η χάρις μου, η γαρ δύναμίς μου εν ασθενεία τελειούται». Σου αρκεί δηλ. η χάρη μου, γιατί η δύναμη μου φανερώνεται στην πληρότητά της μέσα από αυτή την αδυναμία σου. Η Αγία Γραφή, πάλιν, διδάσκει ότι οι ποικίλες θλίψεις και ταλαιπωρίες εδραιώνουν τον άνθρωπο στην πίστη, αφού «η θλίψις υπομονήν κατεργάζεται, η δε υπομονή δοκιμήν, η δε δοκική ελπίδα, η δε ελπίς ου κατασχύνει» Στην Ιστορία της ανθρωπότητος αναφέρονται περιπτώσεις παρέμβασης του Θεού με σκοπό τη σωτηρία των ανθρώπων. Η παρέμβαση αυτή του Θεού αποσκοπεί στο να βοηθήσει τους ανθρώπους να ξεπεράσουν τις συνέπειες της υποταγής τους στους νόμους της φθοράς, εξ αιτίας των αμαρτιών τους και της διακοπής της κοινωνίας τους μαζί του. Οι θαυματουργίες του, τόσο στους χρόνους της Παλαιάς, όσο και της Καινής, Διαθήκης, αυτό τον σκοπό έχουν. Το βλέπουμε ξεκάθαρα στον Χριστό, όταν θεραπεύει πρώτα την αμαρτία, αποκαθιστώντας την κοινωνία του ανθρώπου με το Θεό, και ύστερα χαρίζει τη σωματική υγεία. Κι ακόμα προτρέπει τον κάθε θεραπευόμενο: «ίδε υγιής γέγονας μηκέτι αμάρτανε». Ένας από τους κυριότερους σκοπούς των συχνών θεραπειών, που ενεργούσε ο Χριστός, ήταν να αποδείξει ότι έφτασε η επηγγελμένη Μεσσιανική εποχή και αρχίζει η αναίρεση της αθλιότητας και του πόνου της παρούσης ζωής που είναι το αποτέλεσμα της διακοπής της σχέσης του ανθρώπου με τον Θεό. Γι’ αυτό και σήμερα «επέθηκεν αυτή (τη γυναικί) τας χείρας» και «παραχρήμα ανωρθώθη και εδόξασε τον Θεόν». Την έλυσε από τα δεσμά του σατανά επαναφέροντάς την στη σχέση με το Θεό. Η απαλλαγή από τη φθορά επρόκειτο να ήταν ο σκοπός και του κηρύγματος της Εκκλησίας. Ο ίδιος ο Χριστός ανέφερε ότι μεταξύ των σημείων, που θα εβεβαίωναν τη γνησιότητα του κηρύγματος των απεσταλμένων του, ήταν ότι «επί αρρώστους χείρας επιθήσουσι, και καλώς έξουσιν» (Μαρκ. 16,18). Η θεραπεία ασθενών γίνεται στο όνομά του και με τη δύναμή του. Ωστόσο οι θεραπείες γίνονται όταν υπάρχουν και οι απαραίτητες, για τον Θεό, προϋποθέσεις. Κύρια προϋπόθεση που ελκύει τη θεραπευτική χάρη του Θεού είναι η πίστη, κατά τον συνήθη λόγο του Χριστού: «η πίστις σου σέσωκέ σε». Την πίστη, βέβαια, συνοδεύουν και άλλες αρετές, όπως η ταπείνωση, η υπακοή, η μετάνοια. Κατά τις ανεξιχνίαστες, λοιπόν, βουλές του Υψίστου και κατά τον απρόσιτον «νουν Κυρίου», πάσχει για δεκαοκτώ χρόνια η σημερινή συγκύπτουσα. Δεν την απέλιπε όμως η πίστη. Κι αξιώθηκε της θεραπείας από τα χέρια του ίδιου του Κυρίου. Ας γίνει, η γυναίκα αυτή, παράδειγμα πίστης, εγκαρτέρησης και υπομονής και για μας, που δοκιμαζόμαστε από θλίψεις και ασθένειες στον κόσμο τούτο.
ΚΥΡΙΑΚΗ ΙΓ ΛΟΥΚΑ
Ενδιαφέρουσα η συνομιλία του Ιησού με τον πλούσιο νεαρό. Ενδιαφέρουσα ακόμα η ερώτηση του πλούσιου νεαρού, γιατί μέσα από αυτή διαπιστώνουμε ότι ο νεαρός έχει βαθύτερες θρησκευτικές αναζητήσεις αλλά την ίδια στιγμή αφήνει να νοηθεί ότι ούτε τα πλούτη, ούτε και ο τρόπος της θρησκευτικής ζωής του τον κάνουν ευτυχισμένο. Γι’ αυτό και ρωτά: «Διδάσκαλε αγαθέ το ποιήσας ζωήν αιώνιον κληρονομήσω». Ο προβληματισμός του φανερώνει ότι, όχι μόνο έχει θρησκευτικές αναζητήσεις, αλλά και εκφράζει με βεβαιότητα την πίστη του στην ύπαρξη αιώνιας ζωής. Αναγνωρίζει ότι ο μόνος που μπορεί να δώσει και τη σωστή απάντηση είναι ο Ιησούς. Παράλληλα μέσα από το ερώτημα «τι ποιήσας» φανερώνει ότι η εξασφάλιση της αιώνιας ζωής δεν είναι θέμα θεωρητικής γνώσης, αλλά κυρίως πράξης. Για τούτο και δε ρωτά «τι πρέπει να γνωρίζω», αλλά «τι πρέπει να κάνω». Η απάντηση δε του Ιησού «πώλησον και διάδος… και δεύρο ακολούθει μοι» επιβεβαιώνει την ορθότητα του ερωτήματος και τη μοναδικότητα της απάντησης. Πράξεις, έργα και όχι λόγια. Ενδιαφέρουσα η απάντηση του Ιησού. Αφού μέσα από την ερώτηση διαπιστώνει ότι ο συνομιλητής του πιστεύει στην ύπαρξη του Θεού και άρα και της αιώνιας ζωής για τούτο και περιορίζεται στη σημασία που έχουν οι εντολές του Θεού που έχουν σχέση με το συνάνθρωπο. Το ολοκληρωτικό δόσιμο του ανθρώπου στο Θεό περνά μέσα από το ολοκληρωτικό δόσιμο στο συνάνθρωπο. Αν δεν προηγηθεί αυτό το «δόσιμο», τότε δεν μπορεί να υπάρξει και το ανάλογο «δόσιμο» στο Θεό.Όταν λέμε δε «δόσιμο» δεν εννοούμε τυπική συμμετοχή στις θρησκευτικές ακολουθίες και εκδηλώσεις , ούτε και μεμονωμένες αρετές. Όταν λέμε «δόσιμο» εννοούμε την πλήρη εφαρμογή όλων των εντολών του Θεού. Ο Κύριος είναι σαφής όταν αναφέρεται στην εφαρμογή του νόμου του Θεού: Λέει, λοιπόν, «όποιος καταργήσει ακόμα και μια από τις μικρές εντολές αυτού του νόμου και διδάξει έτσι τους άλλους, θα θεωρηθεί ελάχιστος στη βασιλεία του Θεού. Ενώ όποιος τις τηρήσει όλες και διδάξει έτσι και τους άλλους, αυτός θα θεωρηθεί μεγάλος στη βασιλεία του Θεού» (Ματθ. ε΄19). Άρα η βασιλεία του Θεού και η αιώνια ζωή ,που είναι δώρα του Θεού προς τον, άνθρωπο, γίνονται κατορθωτά μέσα από τον καθημερινό ενάρετο αγώνα τον ανθρώπου. Έτσι η δωρεά μεταβάλλεται σε βραβείο. Αυτό αν και φαίνεται δύσκολο για τον άνθρωπο, εντούτοις είναι κατορθωτό με τη δύναμη και τη βοήθεια του Θεού. Αυτό φαίνεται δύσκολο για τον άνθρωπο όταν στηρίζεται αποκλειστικά στις δικές του δυνάμεις αγνοώντας τη δύναμη και τη βοήθεια του Θεού. Ο Κύριος είναι σαφής: «Χωρίς εμού ου δύνασθε ποιείν ουδέν» Ιω. ιε’ 5). Και τούτο γιατί στο δρόμο προς τη σωτηρία υπάρχουν πολλές δυσκολίες και καθημερινά προβάλλουν νέα εμπόδια, ώστε να είναι δύσκολο να τα ξεπεράσει από μόνος του ο άνθρωπος. Έτσι είναι απαραίτητη η χάρη και η βοήθεια του Θεού. Αυτή η χάρη, αυτή η βοήθεια και δωρεά του Θεού που είναι κάθε στιγμή και καθημερινά παρούσα για να εμψυχώνει και να ενισχύει τον καθένα που θα προσβλέπει στη βοήθεια του Θεού. Με τη σημερινή διαβεβαίωση του Κυρίου προς τους μαθητές του ότι «Αυτά που για τους ανθρώπους είναι αδύνατα, για το Θεό είναι δυνατά», δημιουργούν νέα ελπιδοφόρα δεδομένα. Ελπιδοφόρο το σημερινό μήνυμα του Κυρίου, ιδιαίτερα μετά την απογοητευτική συμπεριφορά του πλούσιου. Και τούτο γιατί προσφέρει στον καθένα από μας τη δυνατότητα να κατακτήσουμε την αιώνια ζωή μέσα από τη γνώση και ιδιαίτερα μέσα από την εφαρμογή των εντολών του Θεού. Η γνώση των εντολών θα μας βοηθήσει στην πλήρη γνώση του θελήματος του Θεού. Αφού διαπιστώσουμε ότι όλες οι εντολές είναι βαρυσήμαντες, τότε θα μπορέσουμε να προχωρήσουμε στο δεύτερο και δυσκολότερο βήμα, που είναι η εφαρμογή των εντολών του Θεού. Και η εφαρμογή των εντολών του εκδηλώνεται όχι μόνο αρνητικά με την αποφυγή του κακού, αλλά ιδιαίτερα εκδηλώνεται θετικά όταν ο άνθρωπος γίνεται ευεργετικός στο συνάνθρωπο του. Είναι πάντως αξιοσημείωτο το γεγονός ότι ο πλούσιος έχασε την αιώνια ζωή και βασιλεία, όχι γιατί παραβίασε κάποια εντολή του Θεού, αφού όλες αυτές τις τήρησε από τα νιάτα του. Όπως είπε «ταύτα πάντα εφυλαξάμην εκ νεότητός μου». Δεν είχε βλάψει σε κάτι το συνάνθρωπό του, αλλά και δεν υπήρξε και ευεργετικός σ’ αυτόν. Όταν δε έφτασε η στιγμή, με την υπόδειξη του Κυρίου, να γίνει ευεργετικός στο συνάνθρωπο του, τότε φάνηκε απρόθυμος να το πράξει. Μέσα του συγκρούστηκαν οι δυο τάσεις, δηλαδή η αγάπη προς το νόμο του Θεού και η αγάπη προς τα πλούτη. Επειδή δεν μπορούσαν να συνυπάρξουν και οι δυο καταστάσεις, τελικά η ζυγαριά έκλινε προς την πλευρά των υλικών αγαθών.Αυτή η «κλίση» στενοχώρησε τον άνθρωπο, γιατί ήταν πάρα πολύ πλούσιος. Τον στεναχώρησε μεν, αλλά δεν τον συνέτισε. Απαρνήθηκε τα αιώνια και προτίμησε τα πρόσκαιρα. Λυπηρή κατάληξη για τον άνθρωπο του σημερινού ευαγγελίου που είχε όλες τις προϋποθέσεις για να επιτύχει την εκπλήρωση του εσωτερικού του πόθου για την αιώνια ζωή. Είχε τα πολλά. Όμως του έλειπε ένα, κι αυτό το ένα αποδείχθηκε ότι ήταν πιο σημαντικό από τα πολλά.«Έτι εν σοι λείπει» του είπε ο Κύριος. Τα έχεις όλα. Είσαι άψογος. Είσαι εξαίρετη προσωπικότητα. Όμως έχεις μια αδυναμία, μια «αχίλλειο πτέρνα». Είναι ανυποχώρητη αδυναμία. Την ανέχεσαι, κάποτε και την δικαιολογείς, αλλά ποτέ δεν την αναγνωρίζεις σαν αδυναμία και μάλιστα επικίνδυνη, για τούτο την αφήνεις να θεριεύει, χωρίς να την καταπολεμείς. Αυτά και πολλά άλλα μπορούσε να πει ο Κύριος όχι μόνο στον πλούσιο του σημερινού ευαγγελίου αλλά και στον καθένα από μας. Προσοχή αδελφοί μου θα μας υποδείξει και ο αδελφόθεος Ιάκωβος γιατί, «Όποιος τηρήσει όλες τις διατάξεις του νόμου και παραβεί μία, θεωρείται παραβάτης όλου του νόμου» (Ιάκ. β΄ιο). Άρα, ο άνθρωπος θα πρέπει να είναι σε θέση να εντοπίσει το «ένα» και κύριο σημείο αδυναμίας για να το ξεπεράσει. Παράλληλα εκεί που ασχολείται κι αγωνιά για τόσα πολλά πράγματα να μπορεί να εντοπίσει το ένα και σημαντικό που αποτελεί, κατά τον Κύριο και «την αγαθήν μερίδα». Είπε προς τη Μάρθα ο Ιησούς: «Μάρθα, Μάρθα, ασχολείσαι και αγωνιάς για τόσα πολλά πράγματα, ενώ ένα μόνο χρειάζεται. Αυτό διάλεξε κι η Μαρία, και κανείς δεν πρόκειται να της το αφαιρέσει» (Λουκ. ι΄42). Ας αγωνιστούμε να διακρίνουμε και το δικό μας καταστροφικό «ένα» και να το ξεπεράσουμε. Παράλληλα ας αναζητήσουμε το «ένα» που χρειαζόμαστε στη ζωή μας και που αποτελεί «την αγαθήν μερίδα». Αμήν.
ΚΥΡΙΑΚΗ Θ ΛΟΥΚΑ
Θησαυρούς προϊόντων τεράστιους, αμύθητους, συγκέντρωσε εκείνη τη χρονιά ο πλούσιος της παραβολής. Συλλογιζόταν τι έπρεπε να κάνει και πως και που να συγκεντρώσει τα γεννήματα του, αφού οι αποθήκες του ήταν ανεπαρκείς. Αναγκάστηκε λοιπόν, αγαπητοί μου αδελφοί, να γκρεμίσει τις παλιές του αποθήκες, να κτίσει μεγαλύτερες για να μπορέσει να συγκεντρώσει και να φυλάξει τα αμέτρητα εισοδήματα που του απέδωσαν τα χωράφια του. Και σκέφτηκε: Τώρα πια δεν έχω καμιά ανάγκη για πολλά χρόνια. Θα αναπαύομαι, θα τρώγω και θα πίνω και θα απολαύσω τη ζωή μου, χωρίς καμιά έννοια πλέον. Δεν πέρασε ούτε για μια στιγμή απ’ το μυαλό του, σε ποιον ώφειλε όλο αυτόν τον πλούτο. Δεν σκέφτηκε να ευχαριστήσει και να δοξολογήσει τον Θεό για τις κυριολεκτικά απρόσμενες ευεργεσίες Του. Έτσι όταν του ανεκοίνωσε ο Θεός ότι θα πεθάνει εκείνη τη νύκτα, δεν μπορούσε, δεν είχε τι να απαντήσει, τι θα γινόταν αυτά που με τόση φροντίδα συγκέντρωσε. Αυτά στα οποία εναπόθεσε όλα τα σχέδια της καλοπέρασης και τις ελπίδες για το μέλλον.Και καταλήγει ο Κύριος την παραβολή: Έτσι θα πάθει εκείνος που θησαυρίζει υλικά αγαθά για τον εαυτό του. Αυτός που αποφάσισε να απολαμβάνει μόνο ο ίδιος, χωρίς να υπολογίζει κανέναν άλλο. Αυτός που δε φροντίζει να συγκεντρώσει και να αποταμιεύσει έργα αγάπης για τον πλησίον, έργα πνευματικά αρεστά στον Θεό. Ο άνθρωπος, αγαπητοί μου, φτιαγμένος από σάρκα και οστά, υλικά και φθαρτά, είναι φυσικό και αποδεκτό να αποβλέπει στην απόκτηση αγαθών. Είναι φυσικό να επιζητεί την οικονομική του εξασφάλιση. Είναι τελείως ανθρώπινο να φροντίζει για την προσωπική του επιβίωση αλλά και της οικογενείας του, την ανάπτυξη. Είναι ακόμη και υποχρέωση μας, να φροντίζουμε για τη διατήρηση της ζωής μας, στηριζόμενοι στην χρήση και κατανάλωση υλικών αγαθών. Θα ήταν πραγματικά ασύνετο να μιμηθούμε το τζιτζίκι που χωρίς καμιά φροντίδα όλο το καλοκαίρι τραγουδά. Ενώ ασφαλώς χαρακτηριζόμαστε λογικά όντα, όταν μιμούμενοι τα μυρμήγκια φροντίζουμε για την συλλογή αγαθών και την αποταμίευση τους.Ποιο είναι λοιπόν το πρόβλημα; Άνθρωπος ήταν με υλικές ανάγκες και επιθυμίες, ο πλούσιος της παραβολής. Για να επιβιώσει θα έπρεπε να τις ικανοποιεί. Συνεπώς τι είναι αυτό που καταδίκασε τον άφρονα πλούσιο. Δώρα και ευεργεσίες του Θεού ήταν, τα έξω από κάθε φαντασία εισοδήματα, που απέκτησε εκείνη τη χρονιά ο πλούσιος. Το πρώτο του λάθος ήταν ότι δεν έννοιωσε την ανάγκη να ευχαριστήσει τον μεγάλο δωρητή. Πάντοτε, τα πάντα σε Κείνον οφείλονται. Και επομένως Εκείνον πρέπει να ευχαριστούμε. Πολύ περισσότερο εκείνη τη χρονιά με την απίθανη συγκομιδή που τόσο τον προβλημάτισε. Αλλά όλη η φροντίδα του και η συστηματική οργάνωση για τη συγκομιδή και τη φύλαξη, ένα και μοναδικό σκοπό είχε.Τ ην παντοειδή προσωπική του ικανοποίηση. Με τη βεβαιότητα ότι για πολλά χρόνια θα μπορούσε τελείως αφρόντιστα να καλοπερνά και να γλεντοκοπά. Δεν κοίταξε γύρω του να δει τους συνανθρώπους του, αν έχουν κάποια ανάγκη. Πως άραγε εκείνοι περνούν; Ποια οικονομικά προβλήματα, που δεν μπορούν να τα λύσουν, τους απασχολούν. Διαχειριστή υλικών αγαθών τον διόρισε ο Κύριος. Κανείς δεν τον ανάγκασε να μην χρησιμοποιεί τα υλικά αγαθά. Κανείς δεν τον υποχρέωσε να πεινά και να στερείται. Κανείς δεν του αμφισβήτησε το δικαίωμα να έχει, να αποκτά και να συγκεντρώσει υλικά αγαθά. Αλλά όλα έχουν ένα σκοπό, ένα προορισμό. Δεν είμαστε μόνοι μας σ’ αυτή τη γη, που προσωρινά ζούμε. Υπάρχουν γύρω πολλοί άλλοι σαν και μας. ΄Αλλοι δεν έχουν κανένα οικονομικό πρόβλημα και άλλοι δυσκολεύονται να έχουν και τα απολύτως αναγκαία. Συνεπώς όσοι έχουμε τουλάχιστο κάτι περισσότερο από τα αναγκαία, έχουμε υποχρέωση να βλέπουμε γύρω μας και να βοηθούμε. Αλλά φυσικά πρώτα να γυρίζουμε τα μάτια μας στον ουρανό και να απευθύνουμε τη δοξολογία και τις ευχαριστίες μας στον δωρεοδότη Θεό. Προσέξτε ακόμη, αγαπητοί μου, κάτι άλλο που τονίζει ο κύριος στην παραβολή. Δεν περιορίστηκε μόνο στο να τρώει, να πίνει και να γλεντά. Θα έπαυε πλέον και να εργάζεται. Φυσικά δεν είχε ανάγκη με όλα εκείνα τα αγαθά που συγκέντρωσε για πολλά χρόνια. Κατακρίνεται ωστόσο αυτή η τεμπελιά αυτού του ανθρώπου. Εμπιστεύεται στον πλούτο του. Επαναπαύεται στο πλήθος των αγαθών που συγκέντρωσε, που δεν παύουν να είναι υλικά. Δεν παύουν να είναι φθαρτά, πρόσκαιρα. Μια φωτιά, μια πλημμύρα, μια ληστεία, ένας σεισμός, ένας πόλεμος, μπορούν να τα εξαφανίσουν. Όλα αυτά μπορεί να χαθούν και να βρεθούμε φτωχοί και άποροι, πεινασμένοι και άρρωστοι. Να αντιμετωπίζουμε πλήθος δυσεπίλυτων προβλημάτων. Προβλημάτων που δεν εξαρτώνται από τις προσπάθειές μας, τις ικανότητές μας, την εξυπνάδα μας για βρουν τη λύση τους. Άρα είναι λάθος να εμπιστευόμαστε σε υλικά αγαθά. Έπειτα υπάρχει και ο θάνατος, και όπως έλεγε κάποιος «τα σάβανα δεν έχουν τσέπες». Τι παίρνει κανείς μαζί του, όταν έλθει ο θάνατος, όπως του πλουσίου της παραβολής; «Α δε ητοίμασας τίνι έσται;» Αυτή ήταν η αφροσύνη του. Ποτέ δε σκέφτηκε το μόνο βέβαιο που έχουμε να περιμένουμε, το θάνατο. Ποιος είναι βέβαιος ότι μπορεί να απολαύσει τα αγαθά του; Ποιος από μας. θα πάρει αυτά που μαζεύουμε σ’ όλη μας τη ζωή; Ενώ αν έχουμε προσφέρει έργα αγάπης, αν έχουμε ζήσει σύμφωνα με το θέλημα του Θεού, αυτά μας ακολουθούν. Είναι πνευματικές αξίες. Είναι τα εφόδια του αιώνιου και τελικού προορισμού. Είναι το εισιτήριο για τη βασιλεία του Θεού. Γιαυτά τα αγαθά δεν χρειάζεται να γκρεμίσουμε αποθήκες. Δεν καταστρέφονται. Είναι ο πλούτος εις Θεόν. Ας αποταμιεύουμε καθημερινά έργα αγάπης. Ας φροντίσουμε να γεμίσουμε τις πνευματικές μας αποθήκες, για να αγοράσουμε το εισιτήριο για τη βασιλεία του Θεού.
ΚΥΡΙΑΚΗ Η ΛΟΥΚΑ
Στη σύντομη διήγηση της παραβολής του καλού Σαμαρείτου περιλαμβάνεται ολόκληρο το μέγα μυστήριο της οικονομίας του Θεού. Στις λίγες και απλές γραμμές της περιγράφεται η άπειρη αγάπη του Θεού για τον αμαρτωλό άνθρωπο και η πατρική φροντίδα για τη σωτηρία του. Όποιος με προσοχή διαβάσει τη σημερινή παραβολή και με τη σοφία των αγίων πατέρων προσπαθήσει να εμβαθύνει στα νοήματα της, θα βγάλει εποικοδομητικά και ψυχωφελή διδάγματα για την πνευματική του ζωή και θα θαυμάσει τα μυστήρια του Θεού. Άνθρωπος, είναι ο Αδάμ που με την παρακοή εκδιώχθηκε από την άνω Ιερουσαλήμ και κατέβηκε στην Ιεριχώ, στον κόσμο. Κατέβηκε από την αγιοσύνη του ουρανού και ήρθε στο βάραθρο της αμαρτίας. Κατά την κάθοδο του έπεσε στα χέρια των νοητών ληστών, δηλ. του διαβόλου και των δυνάμεων του. Του έβγαλαν τη στολή της αθάνατης δόξας, τον χτύπησαν ανελέητα με τα πάθη και τις αδυναμίες, του προξένησαν πληγές δηλ. πορνείες, μοιχείες, φαρμακώματα, δολοφονίες, φιλονικίες και τον άφησαν μισοπεθαμένο, όχι γιατί δεν ήθελαν να τον σκοτώσουν αλλά γιατί δεν τους άφησε ο Θεός. Ιερεύς και Λευίτης είναι ο Μωσαϊκός νόμος και η τάξη των προφητών. Ούτε ο Μωϋσής με τα θαύματα του, ούτε οι προφήτες με τα σημεία τους δεν κατόρθωσαν να θεραπεύσουν τα τραύματα της αμαρτίας γιατί, όπως λέγει ο ιερός Χρυσόστομος «και γαρ αυτοί εν αμαρτίαις κατείχοντο» Μόνο ο σπλαχνικός και ελεητικός Σαμαρείτης, ο Υιός και λόγος του Θεού, που την καταγωγή του είχε από τον ουρανό, στάθηκε με αγάπη πάνω από τον τραυματισμένο άνθρωπο. Ένωσε κρασί και λάδι, συνταίριασε τη θεία φύση με την ανθρώπινη, ένωσε το άγιο Πνεύμα με το αίμα του και έδωσε στον άνθρωπο ζωή. Ύστερα πήρε την ανθρώπινη σάρκα επάνω στους ώμους της Θεότητας του και την εναπέθεσε στο φιλόξενο και γαλήνιο πανδοχείο, στην αγία Εκκλησία. Πανδοχείο για όλους ανεξαιρέτως τους ανθρώπους, ιατρείο ψυχών και σωμάτων, τόπος ανανήψεως και αναρρώσεως είναι η αγία μας Εκκλησία. Υπηρέτες και ιατροί είναι οι οικονόμοι των θείων Μυστηρίων, οι οποίοι με το λάδι της αγάπης και το κρασί της διδασκαλίας θεραπεύουν τα έλκη της αμαρτίας. Οι πόρτες του πανδοχείου είναι για όλους ανοικτές. Όλους τους δέχεται και όλους τους φροντίζει. Δεν απομακρύνει τον πόρνο, δεν απεχθάνεται τον ειδωλολάτρη, κανένα ασεβή και ακάθαρτο δεν αποδιώχνει, αλλά με αγάπη όλους τους αγκαλιάζει, τους ανακουφίζει με τη στοργή, τους δροσίζει με την καλοσύνη, τους ενισχύει με τα Άχραντα Μυστήρια και τους θεραπεύει με την δύναμη του Αγίου Πνεύματος. «Τις χειμαζόμενος και προστρέχων τω λιμένι τούτω ου διασώζεται; ή τις οδυνώμενος και προσπίπτων τω ιατρείω τούτω ου θεραπεύεται»; Ο σημερινός άνθρωπος δέσμιος στο άρμα της εξωφρενικής τεχνολογικής ταχύτητας έχει χάσει το δρόμο που οδηγεί στο ψυχοσωματικό ιατρείο της Εκκλησίας. Ακολουθώντας το δρόμο της προόδου και το πολιτισμού χωρίς σύνεση και κρίση πέφτει συχνά στις ενέδρες των ληστών που επιβουλεύονται την ευτυχία και την πρόοδο του με αποτέλεσμα να χάνει εκείνο που ποθεί και να μένει μισοπεθαμένος στην άκρη των πολυσύχναστων λεωφόρων των κοσμικών ηδονών. Το δε τραγικότερο είναι, ότι πεισματικά αρνείται να δεχθεί τη βοήθεια εκείνου που θα τον οδηγήσει στο «πανδοχείο», στην αγία Εκκλησία, μέσα στην οποία θα ανακουφισθεί από τον πόνο των πληγών και τη ζάλη της ψυχοπνευματικής συγχύσεως. Χωρίς τη βοήθεια του «Καλού Σαμαρείτου», του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού, κινδυνεύει να αφήσει την τελευταία του πνοή μέσα στο δρόμο, εγκαταλελειμμένος, απογοητευμένος από την αδιαφορία των φίλων και συγγενών, μόνος με μόνη συντροφιά τη θλίψη και την απελπισία.Υπάρχουν πολλοί ανάμεσα μας που έχουν ανάγκη μιας ψυχοπνευματικής ανακαινίσεως μέσα στο ιερό πανδοχείο της Εκκλησίας. Άνθρωποι κάθε ηλικίας και κοινωνικής τάξεως, τραυματισμένοι από τα ψυχοφθόρα τους πάθη, εξουθενωμένοι από τη μανία του μίσους και της κακίας του κόσμου τούτου, περιμένουν κάποιο συνάνθρωπο τους να σταθεί μπροστά στον πόνο τους και να τους παρηγορήσει με τη αγάπη του. Όλοι όμως προσπερνούν βιαστικοί. Δεν έχουν χρόνο, ούτε διάθεση. Και όμως πρέπει κάποιος Σαμαρείτης, κάποιος άνθρωπος της Εκκλησίας να θυσιάσει λίγη ώρα, να κάνει τον πόνο του πλησίον δικό του πόνο και να τον οδηγήσει στο θεραπευτήριο των ψυχών. Κι αν αυτός αρνηθεί να δεχθεί της Εκκλησίας τη χάρη, εμείς ας προσπαθήσουμε να του δείξουμε αγάπη και τότε μόνος του θα ζητήσει τη σωτηρία.Αδελφέ,«Μη απέχου Εκκλησίας, ουδέν γαρ Εκκλησίας ισχυρότερον. Η ελπίς σου η Εκκλησία, η σωτηρία σου η Εκκλησία, η καταφυγή σου η Εκκλησία».
ΚΥΡΙΑΚΗ Ζ ΛΟΥΚΑ
Δυο θλιβερά και οδυνηρά γεγονότα, μας εξιστορεί το σημερινό Ευαγγέλιο, αγαπητοί μου αδελφοί. Ένας πατέρας απελπισμένος και μια γυναίκα ταλαιπωρημένη, είναι τα κύρια πρόσωπα της σημερινής ευαγγελικής περικοπής. Ο πατέρας είναι ο αρχισυνάγωγος Ιάειρος, που έχει μονογενή κόρη δώδεκα χρονών, που είναι βαριά άρρωστη, ετοιμοθάνατη. Η γυναίκα πάσχει εδώ και δώδεκα χρόνια από συνεχή αιμορραγία και παρ' όλο ότι είχε ξοδέψει όλη την περιουσία της στους γιατρούς δεν είχε καμιά θεραπεία. Και οι δυο τους δυστυχισμένοι, άνθρωποι ταλαιπωρημένοι και φορτωμένοι τα δεινά και τις θλίψεις της ζωής. Απελπισμένοι και οι δυο από την κοινωνία, καταφεύγουν με πίστη και ελπίδα στον Ιησού Χριστό. Ο πατέρας με παρρησία, χωρίς να φοβηθεί για τη θέση του, προσκυνά και ικετεύει τον Κύριο. Η γυναίκα κρυφά, αλλά με ευλάβεια, ζητά την ίαση της. Σαν αποτέλεσμα, ο αρχισυνάγωγος λαμβάνει την κόρη του αναστημένη και ζωντανή και η γυναίκα την ψυχική και σωματική της θεραπεία. Τα δυο αυτά γεγονότα, μας δίνουν σήμερα την ευκαιρία, ν' ασχοληθούμε για τα δεινά και τις θλίψεις, που συμβαίνουν στη ζωή μας.Πρέπει, αδελφοί μου, να ομολογήσουμε ότι πολύ συχνά, μέσα στη ζάλη και τις φροντίδες της ζωής, οι περισσότεροι από μας λησμονούμε τον Θεό. Μεθούμε από τα ωραία του κόσμου τούτου πράγματα και απομακρυνόμαστε από τον Ουράνιο Πατέρα και Δημιουργό αυτού του κόσμου. Σαν αποτέλεσμα, η απομάκρυνση αυτή και η περιπλάνηση μας μακριά από το Θεό, οδηγεί την ψυχή μας στην παγίδα του πνευματικού θανάτου. Κι επειδή οι περισσότεροι δεν το καταλαβαίνουμε, έρχεται ο Θεός που μας αγαπά και επιτρέπει τη δοκιμασία. Κι' αυτό για να μας ξυπνήσει και να μας συνεφέρει, να μας ανοίξει τα μάτια και να μας επαναφέρει κοντά του. Πάρα πολλοί είναι εκείνοι οι καλοπροαίρετοι άνθρωποι, που ενώ είχαν λησμονήσει τον Θεό και είχαν ψυχρανθεί μαζί του, τον θυμήθηκαν και πάλιν, ευρισκόμενοι στο κρεβάτι του πόνου ή κατά την διάρκεια μιας άλλης δοκιμασίας.Αλλά επιτρέπει ακόμα ο Θεός τα δεινά και τις θλίψεις, για να μας απελευθερώσει από τον εγωισμό και την αυτοπεποίθηση, που τόσο εύκολα μας κυριεύει. Είναι αλήθεια ότι μετά από κάποιες μικροεπιτυχίες που είχαμε στη ζωή, αρχίζουμε να θαυμάζουμε τους εαυτούς μας. Κατά τη λαϊκή ρήση «παίρνει ο νους μας αέρα». Κι εκεί που φθάνουμε στο ζενίθ της αρρωστημένης επιτυχίας μας, έρχεται μια ευλογημένη θλίψη και δοκιμασία και μας προσγειώνει στην σκληρή πραγματικότητα. Σκορπίζει τους καπνούς της αλαζονείας, που μας είχαν πνίξει και μας υπενθυμίζει πόσο μικροί και ευτελείς είμαστε. Κι έτσι ο Θεός μας βοηθά να γνωρίσουμε καλύτερα τους εαυτούς μας και να γίνουμε ταπεινοί και μετριόφρονες. Να γίνουμε καλοί, επιεικείς και συμπαθείς προς τους συνανθρώπους μας, με τους οποίους ζούμε και συνεργαζόμαστε. Κλασική περίπτωση, ο άσωτος υιός της παραβολής, που με τόση αλαζονεία ξεκίνησε κι έφυγε μακριά από τον πατέρα του. Κι έπειτα η πείνα, η εγκατάλειψη, η απομάκρυνση των φίλων, το συνέφερε. Είδε την αθλιότητα του, αναγνώρισε το μεγάλο αμάρτημα του και επέστρεψε ταπεινός και χωρίς καμιά απαίτηση πίσω στον πατέρα του.Πολλές φορές όμως ο Θεός. στέλλει θλίψεις και για να μας βοηθήσει να αυξήσουμε την πίστη και την αρετή μας. Για να μας καλλιεργήσει περισσότερον εις βάθος. Και επιτρέπει ο Θεός να έλθει μια δοκιμασία, που αν πραγματικά είμαστε πιστοί, τότε ξυπνούν οι πνευματικές μας δυνάμεις. Κι αρχίζουμε τότε να προσευχόμαστε θερμότερα και εντατικότερα. Η πίστη μας ζωντανεύει και η ελπίδα μας στρέφεται με δύναμη στο Παντοδύναμο Θεό. Αποστρέφουμε τα μάτια μας από την ματαιότητα του κόσμου και η αμαρτία δεν μας ελκύει όπως άλλοτε. Αποκτούμε καρτερία και υπομονή και με μια λέξη γινόμαστε καλύτεροι εξ αιτίας της παιδαγωγίας αυτής. Γιατί τον πόνο της ψυχής μας, δυστυχώς, δεν μπορούμε να τον εκχύνουμε με μεγαλύτερη εμπιστοσύνη σε κανένα άλλο από τον Θεό. Τα διάφορα ανθρώπινα μέσα, οι φιλίες, τα αξιώματα, τα πλούτη και τα υλικά αγαθά, αδυνατούν να μας παρηγορήσουν στις κακοπάθειές μας. Πολλές φορές οι άνθρωποι που ζουν μακριά από το Θεό, αντί να μας βοηθήσουν, μας απελπίζουν και μας θλίβουν περισσότερο και γίνονται παρηγορητές, που προσφέρουν κακές παρηγοριές, με τις πολυλογίες και απερισκεψίες τους. Και ο κόσμος μας θα ήταν σκοτεινός, μαύρος και άχαρις, για μας τους αδύνατους, τους ασθενείς και ένοχους, αν δεν μπορούσαμε στις θλιβερές μέρες της ζωής μας, να προσφεύγουμε στο θρόνο της χάριτος του Κυρίου μας. Τότε η ζωή μας θα ήταν κοιλάδα δακρύων και αναστεναγμών, χωρίς καμιά ελπίδα σωτηρίας.Γι' αυτό και δεν πρέπει να γογγύζουμε στον καιρό των θλίψεων μας. Αφού ο αγαθοδότης Θεός επιδιώκει την ωφέλεια μας θα πρέπει με ευγνωμοσύνη να δεχόμαστε την παιδαγωγία του. Εξ' άλλου, μαζί με τις θλίψεις που επιτρέπει ο Θεός μας δίνει και τη δύναμη να τις υπομένουμε. Και δεν μας δοκιμάζει παρά μόνο όσο αντέχουμε. Χρειάζεται επομένως καλοπροαίρετη καρδιά και αγαθή διάθεση. Χρειάζεται ακόμα δίψα πνευματική, πνεύμα μαθητείας και ταπείνωση. Πρέπει τέλος τα νοήματα των λόγων που ακούομε να τα συγκρατούμε κι έπειτα με αγώνα και υπομονή αυτά που ακούομε να τα εφαρμόζουμε.Αδελφοί μου! Οι θλίψεις, τα δεινά και οι κακουχίες στη ζωή μας αποδεικνύονται ωφέλιμες αν τις δεχόμαστε με υπομονή, με ταπείνωση, με καρτερία και ευγνώμονα διάθεση. Για να επιτύχουμε αυτό ας στρέφουμε πάντα τα βλέμματα μας στον Εσταυρωμένο Ιησού. Ας παίρνουμε μαθήματα από Εκείνο που ενώ ήταν αναμάρτητος, τόσον επόνεσεν και τόσα υπέφερε για μας. Από τον Εσταυρωμένο Κύριο θα αντλούμε δύναμη και βοήθεια και ο σταυρός των θλίψεων μας θα γίνεται ελαφρότερος και ο πόνος μας απαλότερος. Γι' αυτό στις δύσκολες στιγμές της ζωής μας ας υψώνουμε το νου και την καρδιά μας προς τον Κύριο και ας εκζητούμε τη βοήθεια και την προστασία Του. Τότε θα ειρηνεύουμε και θα γινόμαστε δυνατοί και νικητές στις θλίψεις μας. Στη θάλασσα της ζωής είναι πολλές οι τρικυμίες. Πολλά τα βάσανα, τα δεινά και οι θλίψεις. Σαν καλοί χριστιανοί ας σταθούμε στο ύψος μας. Με θάρρος και ελπίδα, με πίστη και με προσευχή ας αντιμετωπίσουμε τις θλίψεις της ζωής. Έτσι θα νικήσουμε και θα καταστήσουμε τον Παντοδύναμο Θεό, προστάτη και βοηθό μας και θα νικήσουμε όλα τα δεινά, όλα τα κακά και όλες τις δοκιμασίες της ζωής μας.
ΚΥΡΙΑΚΗ Ε ΛΟΥΚΑ
Η παραβολή του Πλουσίου και του Λαζάρου την οποία ακούσαμε σήμερα στο Ευαγγέλιο, μάς διαφωτίζει περισσότερο από κάθε άλλη, για την πραγματικότητα της άλλης ζωής. Ας την ακούσουν μερικοί οι οποίοι λένε «δεν υπάρχει άλλη ζωή – εδώ είναι η κόλαση και ο παράδεισος». Τολμούν να διαψεύσουν τον ίδιο τον Ιησού Χριστό, σαν να ξέρουν αυτοί καλύτερα από Εκείνον. Η παραβολή μας λέγει με λίγα λόγια ότι ήταν ένας πλούσιος, που ζούσε τρώγοντας και πίνοντας «ευφραινόμενος καθ’ ημέραν λαμπρώς», ενώ στην πόρτα του βρισκόταν ένας φτωχός και άρρωστος, ο Λάζαρος, που περίμενε να χορτάσει την πείνα του από το ψίχουλα που πετούσαν οι υπηρέτες του πλούσιου. Αυτά για την εδώ ζωή. Αλλά ήρθε η ώρα για την άλλη ζωή. Πέθανε ο φτωχός και πήγε στην άλλη ζωή με τους Αγίους, «εν κόλποις Αβραάμ», διότι φαίνεται ότι ήταν καλός άνθρωπος και υπόφερε τη φτώχεια του χωρίς γογγυσμό και μίσος κατά του πλούσιου. Πέθανε και ο πλούσιος και τάφηκε προφανώς με πολυτελή κηδεία., αλλά πήγε εκεί που βασανίζονταν οι άπιστοι και αμαρτωλοί. Εκεί, βλέπει από μακριά το Λάζαρο και τον Αβραάμ. Και φωνάζει και παρακαλεί: «Πάτερ Αβραάμ, στείλε το Λάζαρο να βρέξει το δάκτυλό του στο νερό και να δροσίσει τη γλώσσα μου, διότι καίγομαι σε τούτη τη φλόγα που βρίσκομαι». Του λέγει ο Αβραάμ: Μεγάλο χάσμα μας χωρίζει. Κανένας πια δεν μπορεί ούτε από το δικό σας το μέρος να έρθει εδώ, ούτε από εδώ να έρθει στο δικό σας. Πρότεινε τώρα κάτι άλλο ο βασανισμένος πλούσιος .«Στείλε, τουλάχιστον, τον Λάζαρο στη γη, να πει στα αδέλφια μου να αλλάξουν τρόπο ζωής, για να μη έρθουν και αυτοί «εις τον τόπον τούτον της βασάνου, ζώντας, όπως εγώ». Και τι του απάντα ο Αβραάμ; «Αυτό που ζητάς δεν γίνεται. Τα αδέλφια σου υπάρχει τρόπος να σωθούν. Έχουν την Αγία Γραφή, τα βιβλία του Μωϋσή και των Προφητών, που οδηγούν τον άνθρωπο στο σωστό δρόμο της ζωής και του εξασφαλίζουν τη σωτηρία. Αν δεν έχουν τη διάθεση να μελετήσουν το λόγο του Θεού, να συμμορφωθούν με τις οδηγίες του, και νεκρανάσταση να γίνει δεν πρόκειται να πιστέψουν». Όπως βλέπουμε πολύ καθαρά μας τα λέγει ο Ιησούς Χριστός στο Ευαγγέλιο. Υπάρχει κόλαση και Παράδεισος. Τόπος όπου οι ψυχές των πιστών και ενάρετων ανθρώπων βρίσκονται όπου και οι Άγιοι, και τόπος όπου υποφέρουν, τιμωρούνται οι άπιστοι, οι άνθρωποι που δεν αγάπησαν το Θεό και τους ανθρώπους και δεν συμπόνεσαν το φτωχό, όπως αυτός ο πλούσιος. Από την ώρα του θανάτου οι ψυχές βρίσκουν τον τόπο που τους ανήκει και εκεί, θα παραμείνουν μέχρι τη Δευτέρα παρουσία του Κυρίου. Αυτό το διάστημα το ονομάζει η Εκκλησία μας «μερική κρίση», διότι η τελική θα γίνει κατά τη Δευτέρα παρουσία. Μαθαίνουμε από τη παραβολή αυτή, αλλά και από άλλους λόγους του Κυρίου, ότι υπάρχει ξεχωριστός τόπος και ότι οι ψυχές από τώρα, από την ώρα του θανάτου, «προρεύονται», οι καλές την απόλαυση και κακές την τιμωρία που τις περιμένει. Μαθαίνουμε, ακόμη, ότι οι ψυχές γνωρίζονται μεταξύ τους. Ότι ενδιαφέρονται για τους συγγενείς και φίλους των που βρίσκονται ακόμα στη ζωή. Βλέπουμε αυτόν τον πλούσιο να ενδιαφέρεται για τα αδέλφια του. Και μπορούμε να σκεφτούμε ότι αν ένας σκληρός άνθρωπος ενδιαφέρεται για τα αδέλφια του, πόσο περισσότερο οι ψυχές των Αγίων, των δικαίων, των πιστών θα ενδιαφέρονται για τους συγγενείς και φίλους τους. Αυτό πιστεύουμε και σ’ αυτό στηριζόμενοι, παρακαλούμε τους Αγίους και ζητάμε τη βοήθεια τους, να παρακαλούν τον Θεό για μας, όπως και εμείς παρακαλούμε για την ανάπαυση των ψυχών των δικών μας. Άλλο σπουδαίο μάθημα που μας δίνει η παραβολή είναι ότι μας δείχνει τον τρόπο με τον οποίο μπορούμε από τώρα, ενώ ζούμε, να αποφύγουμε «τον τόπο της βασάνου» και να εξασφαλίζουμε την κατάσταση μας στον τόπο «ένθα οι δίκαιοι αναπαύονται», όπως λέγει η Εκκλησία. Τον τρόπο τον βλέπουμε στα λόγια του Αβραάμ :«Έχουσι Μωϋσέα και τους Προφήτας, ακουσάτωσαν αυτών». Δηλαδή, με οδηγό μας την Αγία Γραφή, μπορούμε να σωθούμε. Και μάλιστα εμείς οι Χριστιανοί που δεν έχουμε μόνο το «Μωϋσέα και τους Προφήτας», αλλά έχουμε τον ίδιο τον Ιησού Χριστό, το Ευαγγέλιο Του, τα Μυστήρια της Εκκλησίας μας. Ο Θεός έκαμε και κάνει τα πάντα για μας. Μας θέλει κοντά Του. Σταυρώθηκε για εμάς. Εμείς δεν θέλουμε να σωθούμε, να είμαστε για πάντα κοντά του; Ασφαλώς, θέλουμε. Ας κάνουμε, λοιπόν, και εμείς τα πάντα, ας αρχίσουμε μια νέα προσπάθεια με επιστράτευση όλων των δυνάμεων μας για την σωτηρία μας και να είμαστε βέβαιοι ότι θα μας βοηθήσει ο Θεός να την απολαύσουμε.
ΚΥΡΙΑΚΗ ΣΤ ΛΟΥΚΑ
Μόλις έφτασε ο Κύριος στη χώρα των Γαδαρηνών, Τον συνάντησε κάποιος άνθρωπος που είχε κυριευθεί από πολλά δαιμόνια επί πολλά χρόνια και είχε καταντήσει θηρίο ανήμερο. Δεν φορούσε ρούχα, δεν έμενε σε σπίτι, τριγυρνούσε στα μνήματα. Και επειδή τα δαιμόνια τον έφερναν σε κατάσταση αγριότητας, τον έδεναν οι άνθρωποι με αλυσίδες βαριές να μην κάνει κανένα κακό. Αλλά αυτός τις έσπαζε και εξαγριωμένος σερνόταν βίαια από τους δαίμονες στις ερημιές. Αυτό το «αγρίμι», λοιπόν, που τρομοκρατούσε τον κόσμο, τώρα τρομοκρατήθηκε καθώς αντίκρισε τον Κύριο κι από το φόβο του έβγαλε δυνατή κραυγή. Κι αφού έπεσε μπροστά στα πόδια του Χριστού, φώναξε δυνατά: —Ποια σχέση υπάρχει ανάμεσα σε μένα και σε σένα, Ιησού, Υιέ του Θεού του Υψίστου; Σε παρακαλώ, μη με βασανίσεις και με κλείσεις από τώρα στα σκοτάδια του Άδη. —Ποιο είναι το όνομά σου; τον ρώτησε ο Κύριος. —Λεγεών, απάντησε, δηλαδή ταξιαρχία. Διότι είχε μέσα του χιλιάδες δαιμόνια. Τότε τα δαιμόνια αυτά άρχισαν να παρακαλούν και πάλι τον Κύριο να μην τους στείλει στα τρίσβαθα του Άδη. Αλλά καθώς υπήρχε εκεί κοντά στο βουνό ένα κοπάδι από πολλούς χοίρους που έβοσκαν, Τον παρακαλούσαν να τους επιτρέψει να μπουν στα ζώα αυτά. Ο Κύριος τους το επέτρεψε και μόλις τα δαιμόνια βγήκαν από τον άνθρωπο και μπήκαν στους χοίρους, το κοπάδι όρμησε με ασυγκράτητη μανία προς το γκρεμό. Τα ζώα με ορμή έπεσαν από ψηλά κάτω στη λίμνη και πνίγηκαν όλα. Μέσα από το εκπληκτικό αυτό θαύμα, αγαπητοί μου αδελφοί, μπορεί να δει κανείς σε ποια κατάσταση οδηγεί ο διάβολος κάθε άνθρωπο που κυριεύει. Τα ακάθαρτα πνεύματα όταν εισέρχονται στον άνθρωπο του σαλεύουν το νου και την ψυχή, τον απογυμνώνουν απ’ τη Χάρη του Θεού. Τον καθιστούν ακυβέρνητο, κτηνώδη και δαιμονιώδη. Τον απομονώνουν από τους συγγενείς και φίλους. Τον οδηγούν στους τόπους της φρίκης και του θανάτου. Διότι οι δαίμονες, επειδή μισούν τον Θεό και τον άνθρωπο, αισθάνονται μεγάλη ηδονή να ταλαιπωρούν τα όντα του Θεού και να τα οδηγούν στο θάνατο. Το καταχθόνιο αυτό έργο τους το επιτελούν όχι μόνο στους δαιμονισμένους αλλά και σε κάθε άνθρωπο. Ενώ, όμως, όλοι μας ξέρουμε πόσο μεγάλο κακό προξενούν στον άνθρωπο και με πόσο φοβερή πανουργία μας πολεμούν, πώς κάποιες φορές γινόμαστε θύματα των πονηρών δαιμόνων και του αρχηγού τους διαβόλου, του αοράτου εχθρού μας; Πώς δελεαζόμαστε από τις υποσχέσεις του, πώς παρασυρόμαστε και γινόμαστε σκλάβοι στα πάθη και στην εξουσία του; Ας προσέξουμε πολύ, διότι κινδυνεύουμε. Μη δίνουμε δικαιώματα στον διάβολο, θα μας καταστρέψει χωρίς να το πάρουμε είδηση. Θα μας απομακρύνει από το δρόμο του Θεού και θα μας οδηγήσει στην αιώνια απώλεια. Μετά το θαύμα άλλαξαν πλέον όλα. Το μανιασμένο «αγρίμι» έγινε ταπεινός μαθητής του Κυρίου. Τρομοκρατημένοι οι χοιροβοσκοί έτρεξαν στην πόλη και ανήγγειλαν το φοβερό γεγονός. Κι άρχισαν οι κάτοικοι της περιοχής να βγαίνουν έκπληκτοι να δουν τι έγινε. Μόλις, όμως, αντίκρισαν τον πρώην δαιμονισμένο να κάθεται ήρεμα δίπλα στον Κύριο ντυμένο και μυαλωμένο, φοβήθηκαν. Και όλοι με μία φωνή, αντί να ζητήσουν από τον Κύριο να μείνει κοντά τους, Τον παρακάλεσαν να φύγει από τον τόπο τους. Επειδή κυριεύθηκαν από τρόμο, επειδή φοβήθηκαν μην τιμωρηθούν κι αυτοί για τις ανομίες τους, διότι το χοιρεμπόριο τότε ήταν παράνομο. Και ο Κύριος έφυγε από κοντά τους. Αντίθετα, ο άνθρωπος που θεραπεύτηκε Τον παρακαλούσε να μείνει μαζί του. Ο Χριστός όμως του είπε: Γύρισε στο σπίτι σου για να διηγείσαι τις ευεργεσίες που σου έκανε ο Θεός. Κι εκείνος έγινε με το λόγο του και με τη ζωή του μάρτυρας της αγάπης του Κυρίου. Έγινε ένα φωτεινό παράδειγμα στον τόπο του. Ο πρώην δαιμονισμένος έγινε φορέας της χάριτος του Χριστού. Αυτός που απέφευγε κάθε ανθρώπινη κοινωνία, έγινε κήρυκας της δυνάμεως του Κυρίου. Όλα αυτά τι μαρτυρούν; Ότι όλες οι δυνάμεις του σκότους βρίσκονται κάτω από τον έλεγχο και την εξουσία του Κυρίου. Και ότι ο Χριστός μας είναι ο παντοδύναμος εξουσιαστής των πάντων. Μπροστά του τρέμουν οι οποιοιδήποτε δαίμονες όλων των εποχών, εξαφανίζονται! Σ’ αυτή, λοιπόν, τη δαιμονοκρατούμενη εποχή που ζούμε, όπου πολλοί άνθρωποι παραμορφώνονται παρασυρμένοι από την αρπακτική μανία του διαβόλου, εμείς οι πιστοί χριστιανοί δεν πρέπει να φοβόμαστε, να αγωνιούμε. Στα χέρια του Χριστού είναι η ιστορία του κόσμου και η δική μας. Αυτός κυβερνά τα σύμπαντα, στα χέρια του είναι η ζωή μας. Ο διάβολος δεν έχει καμία εξουσία επάνω μας, εάν εμείς δεν του τη δώσουμε με την συγκατάθεσή μας. Αγαπητοί μου. Σε εποχές όπου κυριαρχεί η αβεβαιότητα για το αύριο, όπου ο σύγχρονος άνθρωπος κυριεύεται από όρους οικονομικούς, από όντως άδικους και δυσβάσταχτους φόρους, όπου οι νέοι πλήττονται από την ανεργία, όπου ακόμη και αυτά τα περήφανα γηρατειά βάλλονται και απαξιώνονται από τους κυβερνώντες, ας εμπιστευτούμε λοιπόν τη ζωή μας στον Βασιλέα της κτίσεως Κύριο Ιησού, ζώντας μέσα στη χάρη των Ιερών Μυστηρίων, για να ασφαλιζόμαστε κάτω από την κραταιά εξουσία του και να πλημμυρίζουμε από το φως Του. Μονάχα με αυτή την βεβαία ελπίδα που είναι ο Χριστός, μονάχα κάτω από την αγκάλη της Μητέρας μας Εκκλησίας όλοι μας ανεξαιρέτως θα αντλήσουμε δύναμη και κουράγιο για το ζοφερό μέλλον που όλοι προοιωνίζουν. Όμως, χριστιανός σημαίνει πίστη, χριστιανός σημαίνει ελπίδα, χριστιανός σημαίνει αγάπη. Και τούτο τον κόσμο εμείς οι χριστιανοί έχουμε χρέος και ευθύνη να το μεταμορφώσουμε! Αμήν.
ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΟΥ ΣΠΟΡΕΩΣ (Δ ΛΟΥΚΑ)
Η παραβολή του σπορέως, αγαπητοί μου αδελφοί, είναι θα έλεγε κανείς, μια αξονική τομογραφία του εσωτερικού των ανθρώπινων καρδιών. Στη σημερινή παραβολή ο Κύριος, παρομοιάζει τον εαυτό του με γεωργό που σπέρνει τους σπόρους της Θεϊκής διδασκαλίας του στα χωράφια, δηλαδή στις καρδιές των ανθρώπων. Ένα μέρος του σπόρου, σύμφωνα με την παραβολή, έπεσε στο διπλανό δρόμο του χωραφιού και καταπατήθηκε από τους διαβάτες κα φαγώθηκε από τα πουλιά. Άλλο μέρος του σπόρου έπεσε σε πετρώδες έδαφος. Εφύτρωσε μεν, αλλά πολύ γρήγορα ξηράνθηκε γιατί δεν υπήρχε εκεί υγρασία. Το τρίτο μέρος του σπόρου έπεσε σε έδαφος γεμάτο από σπόρους με αγκάθια. Εβλάστησε ο σπόρος, εβλάστησαν όμως και τα αγκάθια και τον έπνιξαν. Το αποτέλεσμα και στην περίπτωση αυτή ήταν το τίποτε. Το τέταρτο μέρος του σπόρου, έπεσε σε μαλακό και φρεσκοκαλλιεργημένο χωράφι και έδωσεν καρπόν «εκατονταπλασίονα». Πολλά είναι τα διδάγματα που περιέχονται στις πιο πάνω τέσσερις χαρακτηριστικές εικόνες που ειλικρινά μας έτερψαν, μας δίδαξαν και μας εφώτισαν. Και είναι και οι τέσσερις πολύ σημαντικές και μεστές πολλών πολύτιμων συμβουλών και παραινέσεων. Αν προσπαθούσαμε να τις αναλύσουμε όλες, θα χρειαζόμασταν πάρα πολύ χρόνο. Γι' αυτό κι εμείς σήμερα, θεωρούμε σκόπιμο, όπως περιορισθούμε στη δεύτερη από αυτές τις εικόνες, που εικονίζει την έλλειψη βάθους στη χριστιανική ζωή. Θα δούμε δηλαδή τι είναι αυτή η έλλειψη βάθους στην πνευματική ζωή, σε τι οφείλεται και πως μπορεί να αντιμετωπισθεί. Οι καρδιές των ανθρώπων, λέγει ο Κύριος, που δεν έχουν πνευματικό βάθος, μοιάζουν με έδαφος πετρώδες. Ο σπόρος πέφτει στο λίγο χώμα που βρίσκεται στην επιφάνεια και βλαστάνει αμέσως. Όμως το χώμα επειδή είναι επιφανειακό, οι ρίζες δεν μπορούν να προχωρήσουν βαθειά και σταματούν πάνω στην πέτρα. Σαν αποτέλεσμα το φυτό δεν βρίσκει υγρασία και οι καυστικές ακτίνες του ήλιου, το ξηραίνουν. Κι ενώ ο σπόρος, που στην προκειμένη περίπτωση είναι ο λόγος του Θεού και είναι εκλεκτός και πάντοτε δυνατός και ζωντανός και γεμάτος Θεία Χάρη και ζωή, δεν αποδίδει. Είναι αλήθεια ότι όλοι οι χριστιανοί ακούμε τον λόγο του Θεού και τον δεχόμαστε αρχικά με χαρά και ενθουσιασμό, στη συνέχεια όμως δεν αφήνουμε το λόγο του Θεού, να εισέλθει βαθύτερα στις καρδιές μας, να τις αλλάξει και να τις κάμει καινούργιες. Η πίστη μας δεν έχει ρίζες, είναι επιφανειακή και στιγμιαία. Είναι πίστη πρόσκαιρη και χαλαρή, είναι πίστη χωρίς βάθος. Ο εγωισμός η φιλαυτία και τα άλλα παρόμοια πάθη, έχουν γεμίσει τις καρδιές μας με σκληρότητα και αναλγησία και τις έχουν κάμει άγονες και άκαρπες. Γι' αυτό πέρα από ένα πρόσκαιρο και επιπόλαιο ενθουσιασμό, που σύντομα εξατμίζεται, δεν υπάρχει τίποτε που να μας κρατά σε εγρήγορση, επαγρύπνηση και ετοιμότητα. Στην πρώτη δυσκολία, στην πρώτη αντίδραση, στον πρώτο πειρασμό και στην πρώτη δοκιμασία, τα χάνουμε. Εγκαταλείπουμε τον αγώνα, ξεχνούμε όλες τις καλές αποφάσεις μας και γυρίζουμε πίσω στους παλιούς στραβούς δρόμους της ακολασίας και της διαφθοράς και χανόμαστε. Κι ενώ είχαμε κάμει στιγμιαία ένα λαμπρό τίναγμα στον ουρανό, με την πρώτη δυσκολία έχουμε μια κατακόρυφη πτώση που καταλήγει στο βούρκο της αμαρτίας. Κι αυτό συμβαίνει γιατί λείπει από μέσα μας η πνευματική ζωντάνια, το βάθος, η εσωτερικότητα. Γι' αυτό και με τον πρώτο πειρασμό τα χάνουμε και λησμονούμε κάθε τι που μας συγκίνησε και μας ενθουσίασε στιγμιαία και τελικά μένουμε άκαρποι. Και η αιτία αυτού του κακού, της απουσίας δηλαδή του βάθους, είναι όπως ο Κύριος υπέδειξε το πετρώδες υπέδαφος. Δηλαδή κάτω από το λίγο επιφανειακό χώμα υπάρχει η άγονη πέτρα. Έτσι κι εμείς οι κατ' όνομα πιστοί, εξωτερικά δείχνουμε ευσεβείς, φιλακόλουθοι, καλοπροαίρετοι, πολλές φορές πρότυπα ευλάβειας, η καρδιά μας όμως είναι πέτρα. Στην ουσία βρισκόμαστε μακριά από το Θεό, γεμάτοι με πάθη και κακίες. Κυριαρχούν μέσα μας τα πάθη της περηφάνειας και του εγωισμού και συνεπώς η απουσία της πραγματικής μετάνοιας. Κι έτσι όπως είναι οι ψυχές μας η πίστη δεν μπορεί να ριζώσει βαθειά. Οι ατροφικές ρίζες της, ως είναι επόμενο, σταματούν στην πέτρα του εγωισμού και της ιδιοτέλειας και το φυτό ξηραίνεται. Βλέπει λοιπόν τώρα εύκολα κανείς τον φαύλο κύκλο που δημιουργείται. Η καρδιά μας κυριαρχείται από πάθη και κακίες και η περηφάνεια και ο εγωισμός δεν μας αφήνουν να μετανοήσουμε ειλικρινά και να ζητήσουμε με συντριβή το έλεος του Θεού. Οπότε τα πάθη μένουν και η Χάρη του Θεού απομακρύνεται από τις ψυχές μας, που παραμένουν σκληρές σαν πέτρα. Κι ερχόμαστε τώρα στη θεραπεία που δεν είναι άλλη από την ταπείνωση. Στον ταπεινό άνθρωπο, που δεν κρίνει τους άλλους, αλλά συντρίβεται και ζητεί το έλεος του Θεού για τα αμαρτήματα του, σ' αυτό δίνει τη Χάρη του ο Θεός. Γιατί στον άνθρωπο αυτό βρίσκεται το βάθος της πνευματικής ζωής που είναι η ταπείνωση, στην . οποία συναντούμε τη ζωογόνο υγρασία και τη Χάρη του Θεού. Εκεί στο βάθος, στην ταπείνωση δηλαδή, απ' όπου αρχίζει μια άλλη αλυσίδα ζωής αιωνίου, που ελκύει τη Θεία Χάρη. Κι εδώ πρέπει να τονίσουμε ότι η Θεία Χάρη έχει την ιδιότητα να μεταβάλλει το πετρώδες έδαφος των παθών, σε φρεσκοκαλλιεργημένο μαλακό χώμα. όπου βλαστάνουν σαν καρποφόρα στάχυα οι αρετές του Ευαγγελίου. Χρειάζεται επομένως καλοπροαίρετη καρδιά και αγαθή διάθεση. Χρειάζεται δίψα πνευματική, πνεύμα μαθητείας και ταπείνωση. Πρέπει ακόμα να συγκρατούμε τα νοήματα των λόγων που ακούσαμε. Κι έπειτα με αγώνα και υπομονή αυτά που ακούσαμε να τα εφαρμόζουμε. Είναι επομένως απόλυτη ανάγκη όλοι μας να αγαπήσουμε την ταπείνωση και με κάθε τρόπο να επιδιώξουμε να την αποκτήσουμε. Να την αποκτήσουμε για να γίνουμε άνθρωποι με πνευματικό βάθος. Όχι άκαρποι, αλλά σταθεροί και καρποφόροι. Ταπεινοί και ευλογημένοι. Αδελφοί μου. Όπως είδαμε στην παραβολή δεν εξαρτάται μόνο από την ποιότητα και την αξία του σπόρου η καρποφορία, αλλά και από την αξία της γης που τον δέχεται. Και δυστυχώς είδαμε, ότι από τα τέσσερα το ένα μόνο εκαρποφόρησε αν και σ' όλα τα μέρη ο ίδιος καλός και γερός σπόρος έπεσε. Καλός και δυνατός είναι ο Θείος λόγος, αλλά και η ψυχή που τον δέχεται θα πρέπει να είναι καλή και δυνατή. Δηλαδή θα πρέπει να είμαστε καλοδιάθετοι, ανοικτοί στο λόγο του Θεού, να τον ακούμε με προσοχή, με ζήλο, με όρεξη, να τον διαβάζουμε, να τον δεχόμαστε ως λόγο του Θεού και να τον εφαρμόζουμε. Βέβαια οι ψυχές μας έχουν και τις κακίες και τα αμαρτωλά πάθη τους που είναι οι πέτρες της παραβολής. Όμως αν υπάρχει η καλή θέληση όλα αυτά τα υπερνικούμε. Και οι περισπασμοί παρακάμπτονται και οι πειρασμοί νικούνται και τα πάθη εκριζώνονται και μένει ελεύθερη η ψυχή να δεχθεί τον Θείο σπόρο για να τον κρατήσει μέσα της ακέραιο. Ας πετάξουμε λοιπόν τα πάθη και τις κακίες και τις βιοτικές μέριμνες από μέσα μας και ας καλλιεργήσουμε με προσοχή το έδαφος της ψυχής μας. Τότε θα γίνουμε γη αγαθή και με τη Θεία Χάρη θα καρποφορήσουμε με την υπομονή εκατονταπλάσια. Αμήν.
ΚΥΡΙΑΚΗ Γ ΛΟΥΚΑ
Ιδιαίτερα σημαντικά τα όσα διαδραματίζονται σήμερα στην πύλη της Ναΐν. Δυο συνοδείες με αντίθετη κατεύθυνση και διαφορετικά συναισθήματα συναντώνται στην είσοδο της πόλης. Η μια συνοδεία συνοδεύει το θύμα του θανάτου, που ήταν ο μοναχογιός μιας χήρας. Το γεγονός του θανάτου από τη μια και από την άλλη το γεγονός ότι ο νεκρός ήταν νεαρός και το μοναχοπαίδι μιας χήρας γυναίκας, καθιστούσε καταθλιπτική την ατμόσφαιρα. Πόνος πολύς και ασταμάτητο κλάμα, ιδιαίτερα από τη μητέρα του νεκρού. Η άλλη συνοδεία ακολουθούσε τον Κύριο της ζωής και την ελπίδα του κόσμου. Ιδιαίτερα σημαντική αυτή η συνάντηση, γιατί ο Κύριος της ζωής βρίσκεται αντιμέτωπος με τα δύο μεγαλύτερα προβλήματα του ανθρώπου, που είναι η λύπη και ο θάνατος. Και τα δύο τα αντιμετωπίζει αποτελεσματικά, αφού ο ίδιος είναι «η ανάστασις και η ζωή» (Ιωάν. ια΄ 25) και παράλληλα, γιατί ο επικεφαλής της συνοδείας είναι ο Ιησούς για τον οποίο είπε ο προφήτης Ησαΐας ότι: «Και τω ονόματι αυτού έθνη ελπιούσι» (Ματθ. ιβ΄ 21). Και στ’ όνομά του θα στηρίξουν τα έθνη την ελπίδα τους. Αυτή τη διπλή ιδιότητα του Ιησού, ως της ελπίδας του κόσμου, αλλά και ως κυρίαρχου της ζωής και του θανάτου, επιβεβαιώνονται με δυο προστακτικές εντολές. Η πρώτη προς την πονεμένη μητέρα του νεκρού, με τα λόγια «μη κλαίε», και η δεύτερη προς το νεαρό νεκρό, με τα λόγια «νεανίσκε σοι λέγω εγέρθητι». Νεαρέ σε διατάζω να σηκωθείς. Δυο προστακτικές εντολές μέσα από τις οποίες εκφράζεται η βεβαιότητα για το γεγονός που θα ακολουθούσε σε λίγο. Δηλαδή η ανάσταση του νεαρού. Κατά συνέπεια, η προτροπή «μην κλαις», θα ήταν άκαιρη και αφύσικη την ώρα που οδηγεί το παιδί της στην τελευταία του κατοικία. Το «μην κλαις» δεν απαγορεύει το κλάμα. Απαγορεύει την υπερβολική λύπη η οποία μας οδηγεί στην ολιγοπιστία ή και την απιστία. Το «μην κλαις» είναι μήνυμα ελπίδας ότι θα ακολουθήσει η ανάσταση, γιατί ο Ιησούς είναι η ανάσταση και η ζωή και η ελπίδα του κόσμου. Το σημερινό θαύμα, όπως και εκείνα της αναστάσεως της κόρης του Ιάειρου και του Λαζάρου, καθώς και της Αναστάσεως του Ιησού, στέλνουν σε όλους το ελπιδοφόρο μήνυμα της νίκης κατά του θανάτου και της αναστάσεως όλων των ανθρώπων, ανεξαρτήτως φύλου και ηλικίας. Η νέα ελπίδα που δημιουργείται είναι σημαντική και για μας, όπως και για κάθε άνθρωπο δια μέσου των αιώνων. Γιατί, ο θάνατος είναι μια κατάσταση προσωρινή. Είναι σαν ένας ύπνος μεγαλύτερης διάρκειας, μετά από τον οποίο θα ακολουθήσει η ανάσταση. Άρα, ο θάνατος είναι μια έξοδος κι ένας χωρισμός προσωρινός. Αυτό το ελπιδοφόρο μήνυμα μεταφέρεται και σε μας μέσα από την Αποστολική περικοπή της νεκρώσιμης ακολουθίας. «Ου θέλομεν δε υμάς αγνοείν, αδελφοί, περί των κεκοιμημένων, ίνα μη λυπήσθε καθώς και οι λοιποί οι μη έχοντες ελπίδα. Ει γαρ πιστεύομεν ότι Ιησούς απέθανε και ανέστη, ούτω και ο Θεός του κοιμηθέντας δια του Ιησού άξει συν αυτώ» (Α΄ Θεσ. δ΄ 13 – 14). Δηλαδή, «θέλουμε να ξέρετε, αδελφοί, τι θα γίνει με αυτούς που πέθαναν, για να μη λυπάστε κι εσείς όπως και οι άλλοι, που δεν ελπίζουν πουθενά. Γιατί, αφού πιστεύουμε ότι ο Ιησούς πέθανε και αναστήθηκε, έτσι κι ο Θεός αυτούς που πέθαναν πιστεύοντας στον Ιησού θα τους αναστήσει για να ζήσουν μαζί του». Αυτή η ελπίδα είναι ιδιαίτερα σημαντική για όλους. Γιατί αυτή η ελπίδα δίνει ουσία και περιεχόμενο στη ζωή μας. Δίνει ουσία και περιεχόμενο στην πίστη μας. Διαφορετικά, κατά τον Απόστολο Παύλο, «αν η χριστιανική ελπίδα μας περιορίζεται μόνο σ’ αυτή τη ζωή, τότε είμαστε οι πιο αξιοθρήνητοι απ’ όλους τους ανθρώπους. Η αλήθεια όμως είναι πως ο Χριστός έχει αναστηθεί κάνοντας την αρχή για την ανάσταση όλων των νεκρών» (Α΄ Κορ. ιε΄ 19 – 20). Έτσι, ο θάνατος που εξακολουθεί να επηρεάζει τη ζωή μας και να φαίνεται ότι κυριαρχεί, στην πραγματικότητα, κατά τον υμνωδό: «βασιλεύει αλλ’ ουκ αιωνίζει άδης του γένους των βροτών». Ο θάνατος δεν είναι στην πραγματικότητα αθάνατος. Ο θάνατος είναι προσωρινός, γι’ αυτό τόσο ο Κύριος, όσο και ο Απόστολος Παύλος τον χαρακτηρίζουν σαν ένα ύπνο. Ένα παρατεταμένο ύπνο. Αυτός ο ύπνος θα τερματισθεί κατά τη Δευτέρα Παρουσία του Χριστού, οπότε ο θάνατος, που είναι ο τελευταίος και μεγαλύτερος εχθρός του ανθρώπου, θα καταργηθεί. Κατά τον Απόστολο Παύλο: «έσχατος εχθρός καταργείται ο θάνατος». Ο Κύριος απευθυνόμενος στους μαθητές του τους λέει: «Λάζαρος ο φίλος ημών κεκοίμηται, αλλά πορεύομαι ίνα εξυπνήσω αυτόν» (Ιωάν. ια΄ 11). Αναφερόμενος πάλι ο Κύριος στο θάνατο της κόρης του Ιάειρου θα πει στους θορυβημένους ανθρώπους: «Αναχωρείτε, ου γαρ απέθανε το κοράσιον, αλλά καθεύδει» (Ματθ. θ΄ 24). Τέλος, παρηγορώντας την αδελφή του Λαζάρου Μάρθα, θα της πει ότι: «Αναστήσεται ο αδελφός σου ... Εγώ ειμι η ανάστασις και η ζωή. Ο πιστεύων εις εμέ καν αποθάνη ζήσετε και πας ο ζων και πιστεύων εις εμέ ου μη αποθάνη εις τον αιώνα, πιστεύεις τούτο;» (Ιωάν. ια΄ 23 – 26). Ο αδελφός σου θα αναστηθεί ... Εγώ είμαι η ανάσταση και η ζωή... Το πιστεύεις αυτό; Την ίδια διαβεβαίωση δίνει και σε μας ο Κύριος ότι θα αναστηθεί το αγαπημένος μας πρόσωπο που πέθανε. Την ίδια όμως στιγμή μας θέτει το ίδιο ερώτημα: «Πιστεύεις τούτο;» Τότε «μη κλαίε» θα μας πει, όπως είπε σήμερα και στη χήρα της Ναΐν. Γιατί, ο Κύριος δεν περιορίστηκε μόνο στον παρήγορο λόγο, αλλά προχώρησε και στο ελπιδοφόρο έργο με την ανάσταση του γιου της. Αδελφοί μου, το «νεανίσκε σοι λέγω εγέρθητι» δεν ήταν μια εγωϊστική πράξη, αλλά μια εκδήλωση φιλανθρωπίας. Ήταν μια πρόσκληση του νικητή της ζωής προς τον ηττημένο από το θάνατο άνθρωπο και την ίδια στιγμή ένα δυνατό μήνυμα ελπίδας για όλους τους ανθρώπους δια μέσου των αιώνων. Όποιος αποδέχεται αυτή τη διδασκαλία, τότε δεν αγωνιά για το θάνατο, αλλά μέσα από την «εν Χριστώ ζωή» επιδιώκει την αιώνια σύνδεση μαζί του. Αδελφοί μου, είμαστε θνητοί σε σχέση με την παρούσα ζωή. Όμως την ίδια στιγμή είμαστε πλασμένοι για την αιωνιότητα. Παρ’ όλα αυτά δεν ενεργούμε σα «μελλοθάνατοι» αλλά σαν άνθρωποι που προσδοκούν «ανάστασιν νεκρών και ζωήν του μέλλοντος αιώνος». Με αυτή την πίστη ας βελτιωνόμαστε συνεχώς. Ακόμα και έναντι του θανάτου όταν τον επιτρέπει ο Κύριος. Ακόμα και τότε ας γίνεται αφορμή για στενότερη σύνδεση με το Θεό. Αμήν.
ΚΥΡΙΑΚΗ Β ΛΟΥΚΑ
Ονόμασαν τα λόγια αυτά του Χριστού «χρυσούν κανόνα της ηθικής» και είπαν, πολύ σωστά, πως αν οι άνθρωποι τον εφάρμωζαν στη ζωή τους δεν θα είχαν λόγο ύπαρξης οι νόμοι και τα δικαστήρια. Αφού ο καθένας θα έκαμνε για τον άλλον εκείνο που θα ανέμενε απ’ αυτόν, στον κόσμο θα βασίλευαν η ειρήνη και η δικαιοσύνη. Είχε διαγνώσει, ο Χριστός, πως αιτία όλων των συγκρούσεων που αναστατώνουν τη ζωή των ανθρώπων είναι η τάση του καθενός να παραγνωρίζει όλους του άλλους και να θέτει το προσωπικό του συμφέρον πάνω από το συμφέρον των άλλων. Έρχεται, λοιπόν, σήμερα και προβάλλει ως κανόνα και νόμο της κοινωνικής ζωής την αγάπη. Κι επειδή δεν υπάρχει μεγαλύτερη αγάπη από την αγάπη που τρέφει ο καθένας προς τον εαυτό του, βάση της σχέσης των ανθρώπων τίθεται, σήμερα, από τον Χριστό, ο εαυτός μας. Μέσα από τη σημερινή Ευαγγελική περικοπή φαίνονται τα κύρια χαρακτηριστικά της αγάπης όπως ο Χριστός επανειλημμένα την δίδαξε και όπως καλεί τον καθένα μας να την εφαρμόσει: Πρώτο χαρακτηριστικό της αγάπης είναι ότι δεν έχει όρια, επεκτείνεται προς όλους. Στην Παλαιά Διαθήκη αυτή η διάσταση της αγάπης είναι άγνωστη. Ένας Ιουδαίος όφειλε να αγαπά τους άλλους Ιουδαίους, δεν είχε όμως τέτοια υποχρέωση προς τους ξένους. Κάποια κείμενά τους, μάλιστα, έλεγαν «αγαπήσεις τον πλησίον σου και μισήσεις τον εχθρό σου». Ο Χριστός, όμως, σήμερα διευρύνει τα όρια της αγάπης: «Αγαπάτε τους εχθρούς υμών», λέγει. Είναι φυσικό η αγάπη να αρχίσει από τα πρόσωπα του οικογενειακού μας περιβάλλοντος. Θα προχωρήσει, ύστερα, στους γνωστούς, θα επεκταθεί στους ομοεθνείς και ομόπιστους, θα φτάσει, όμως, και στους ξένους, ακόμα και τους εχθρούς. Όλοι αυτοί είναι αδελφοί μας γιατί έχουμε τον ίδιο Θεό και πατέρα, έχουμε την ίδια καταγωγή από τον Αδάμ και την Εύα. Δεν ισχυρίζεται κανείς ότι η αγάπη προς όλους είναι εύκολη υπόθεση. Είναι, όμως, εντολή του Θεού: «Ταύτην την εντολήν έχομεν απ’ αυτού, ίνα ο αγαπών τον Θεόν αγαπά και τον αδελφόν αυτού». Και κατά τη διάρκεια του Μυστικού Δείπνου έδωσε ο Χριστός ως χαρακτηριστικό γνώρισμα των οπαδών του την μεταξύ τους αγάπη: «Εν τούτω γνώσονται πάντες ότι εμοί μαθηταί εστέ, εάν αγάπην έχητε εν αλλήλοις». Δεύτερο χαρακτηριστικό της αγάπης είναι η ανιδιοτέλεια. Το τόνισε ξεκάθαρα σήμερα ο Χριστός. Αν αγαπάτε μόνον εκείνους που σας αγαπούν κι αν υπηρετείτε μόνον εκείνους που θα σας ανταποδώσουν τις εξυπηρετήσεις, ποιαν ιδιαίτερη αμοιβή περιμένετε να έχετε; Κι οι αμαρτωλοί, κι οι μη Χριστιανοί, κάνουν ακριβώς το ίδιο. Χωρίς το στοιχείο της ανιδιοτέλειας κι οι πιο θερμές και έμπρακτες εκδηλώσεις αγάπης χάνουν τη σημασία τους. Η μόνη ικανοποίηση του ανθρώπου που προσφέρει την αγάπη του, πρέπει να είναι η μαρτυρία της συνείδησής του ότι κάμνει το καθήκον του. Παράδειγμα συγκλονιστικής ανιδιοτελούς αγάπης είναι η αγάπη του Θεού προς τον αμαρτωλό άνθρωπο. Χωρίς να αναμένει κανενός είδους ανταπόδοση από τους ανθρώπους, στέλλει στη γη τον Μονογενή Υιό Του ο οποίος και υφίσταται τον επονείδιστο σταυρικό θάνατο. Τρίτο γνώρισμα της αγάπης, όπως μας την παρουσίασε σήμερα ο Χριστός, είναι το ξεπέρασμα, η υπέρβαση, της ανθρώπινης δικαιοσύνης. Αρχή της δικαιοσύνης είναι η απόδοση των ίσων: Αν θέλω να με ευεργετούν πρέπει να ευεργετώ. Αν δεν θέλω να με αδικούν, ούτε και εγώ πρέπει να αδικώ. Είναι εξ άλλου γνωστή η πρόνοια του νόμου: «οφθαλμόν αντί οφθαλμού και οδόντα αντί οδόντος». Ο Χριστός, όμως, δεν περιορίζεται σ’ αυτά. Προχωρεί βαθύτερα. Το να μισούμε αυτόν που μας αγαπά είναι παρά φύσιν κατάσταση. Ακόμα και τα ζώα δεν παρουσιάζουν αυτή τη συμπεριφορά. Το να αγαπούμε αυτόν που μας αγαπά είναι φυσική κατάσταση. Το βλέπουμε και στα ζώα: Περιποιήσου ένα ζώο και θα’ χεις την αγάπη του. Αλλά το να αγαπούμε αυτόν που μας εχθρεύεται και μας καταδιώκει, συνιστά υπέρ φύσιν κατάσταση και σ’ αυτήν τη ζωή επιδιώκει να μας οδηγήσει ο Χριστός. Έτσι η Χριστιανική αγάπη είναι υπέρβαση της ανθρώπινης δικαιοσύνης. Δεν επιδιώκει την απόδοση στον άλλον της ευθύνης της ενοχής του. Παραγράφει την ενοχή και ανταποδίδει «καλόν αντί κακού». Έτσι σκιαγράφησε τα γνωρίσματα της αγάπης ο Χριστός. Σ’ αυτά τα επίπεδα αγάπης μάς καλεί να αναχθούμε. Σε μιαν αγάπη «άνευ όρων και ορίων». Οι Χριστιανοί μόνον με την αγάπη μπορούμε να διακριθούμε μέσα σ’ ένα κόσμο που τον χαρακτηρίζει η ιδιοτέλεια και ο υποκειμενισμός. Ο δρόμος της αγάπης είναι ο μόνος που μπορεί να βγάλει την ανθρωπότητα από τα απελπιστικά αδιέξοδά της. Η ανθρωπότητα στράφηκε μέχρι σήμερα σε πολλούς άλλους δρόμους κι απογοητεύτηκε. Ο δρόμος της Επιστήμης δεν της γέμισε το χαίνον ψυχικό κενό. Ο δρόμος της Οικονομίας διηύρυνε το χάσμα μεταξύ των ανθρώπων, κάνοντας τους πλούσιους πλουσιότερους και τους πτωχούς πτωχότερους. Ο δρόμος των υλικών απολαύσεων φόρτωσε την ανθρωπότητα με ποικίλες ασθένειες, ψυχολογικές αλλά και σωματικές. Δεν μας μένει παρά ο δρόμος της αγάπης. Αυτής που μπορεί να δώσει ό,τι υπόσχεται.
ΚΥΡΙΑΚΗ Α ΛΟΥΚΑ
Στα λόγια αυτά του Αποστόλου πλέκονται δυο πράγματα. Το πρώτο είναι η πείρα. Το δεύτερο, η εμπιστοσύνη στον Ιησού. Πείρα και πίστη συναντώνται μέσα στην ίδια καρδιά. Τι να ακολουθήσει ο άνθρωπος; Ότι του λέει η πείρα για ορισμένα ζητήματα ή ότι του υπαγορεύει η πίστη στον Χριστό; Με δυο λέξεις θα μπορούσαμε να προσδιορίσουμε την πείρα σαν καταστάλαγμα ζωής. Συσσωρεύεται με όσα ζήσαμε, είδαμε, ακούσαμε, πάθαμε, χρησιμοποιώντας τη λογική μας, παρατηρώντας γύρω μας και εμβαθύνοντας στους νόμους που δεσπόζουν στον κόσμο. Οι πρωταγωνιστές της ευαγγελικής περικοπής της Κυριακής Α΄ Λουκά ήταν ψαράδες. Είχαν μια αξιόλογη εμπειρία πάνω στη δουλειά τους. Η εντολή που τους δόθηκε να ψαρέψουν, ήταν αντίθετη με την πείρα τους. Όλη τη νύχτα κοπίασαν, αγρύπνησαν, και τίποτε δεν έπιασαν. Το να ξαναπάνε για ψάρεμα την ημέρα και την ώρα εκείνη και μάλιστα ύστερα από τόσο μόχθο ήταν – έτσι τους έλεγε η πείρα τους – άδικος τόπος. Κάτι ανάλογο συμβαίνει γενικότερα και με την ανθρώπινη πείρα, όταν έρχεται αντιμέτωπη με μεγάλα και σοβαρά πνευματικά ζητήματα. Σ’ αυτού όμως του είδους τη λογική αρνείται να υποταχθεί η χριστιανική πίστη. Δεν αμφισβητεί τα στοιχεία αλήθειας που έχει, αλλά βλέπει πιο μακριά, ορίζοντες που αδυνατεί η κοινή λογική και εμπειρία να συλλάβει. Πίστη είναι «ελπιζομένων υπόστασις, πραγμάτων έλεγχος ου βλεπομένων». μας λέγει η Αγία Γραφή, Είναι η βεβαιότητα ότι υπάρχουν όλα όσα η χριστιανική μας ελπίδα αποκαλύπτει, χωρίς ακόμη να έχουν γίνει απτά. Είναι αποδοχή πραγμάτων που ενώ δεν τα βλέπουμε, η πίστη μας πληροφορεί ότι είναι πιο βέβαιο κι απ’ όσα αντιλαμβανόμαστε με τις αισθήσεις μας. Αυτή όμως η εμπιστοσύνη στον Χριστό δε μένει στη θεωρητική περιοχή της διανοήσεως. Ζωντανεύει, εκφράζεται βουλητικά με υπακοή, με πράξη παρά την ετυμηγορία της κλασικής ανθρώπινης λογικής. Η πείρα των αποστόλων ψαράδων διαβεβαίωνε ότι ήταν περιττή κάθε απόπειρα, διότι τίποτε δε θα έπιαναν. Γιατί να κοπιάσουν λοιπόν; Η εμπιστοσύνη όμως στον λόγο του Κυρίου άλλα επιβάλλει. Και ο Πέτρος υπακούει στον Χριστό, και όχι στο μυαλό του. «Επί δε τω ρηματί σου χαλάσω το δίκτυο». Και τα πράγματα έδειξαν ότι, παρά την αντίθετη πείρα, παρά τις δυσμενείς προοπτικές, μπόρεσαν και έπιασαν ψάρια. Στη ζωή, τον τελευταίο λόγο δεν τον έχει ούτε η ανθρώπινη λογική, ούτε οι ανθρώπινες προβλέψεις, ούτε ακόμη οι φυσικές συνθήκες. Τον έχει η θεία παντοδυναμία, η θεία θέληση. Με αυτή την εμπιστοσύνη και υπακοή στον λόγο του Θεού ανοίγουν νέες δυνατότητες στη ζωή. Η παλαιά αποτυχία δίνει τη θέση της σε επιτυχίες· η αποκαρδίωση σε απροσδόκητη χαρά. Η θέληση οπλίζεται με νέα δύναμη και επιμονή, διότι στηρίζεται στη βεβαιότητα ότι «ουκ αδυνατήσει παρά των Θεώ παν ρήμα». Η εμπιστοσύνη και η υπακοή στον Θεό τελικά ανατρέπουν το κατεστημένο και δημιουργούν νέες, ευλογημένες καταστάσεις. Θα παραθεωρήσουμε, λοιπόν, την ανθρώπινη πείρα; Όχι. Απλώς θα την υποτάξουμε στη θεία λογική της πίστεως. Η εκάστοτε δική του νέα εντολή δεν καταργεί την εμπειρία, αλλά την ανυψώνει σε άλλα επίπεδα, τη φωτίζει, την κάνει πιο ανθρώπινη. Οι Απόστολοι, την ώρα που έριχναν ξανά τα δίχτυα τους, δεν απέβαλαν την πείρα τους. Αντίθετα, ψάρεψαν όπως ήξεραν. Αλλά με καινούργια προοπτική, με νέο φως, που τους έδινε η εμπιστοσύνη στον λόγο του Χριστού. Συνέθεσαν την πείρα τους με τη θερμή πίστη στον Κύριο και επέτυχαν. Αυτήν ακριβώς την ευλογημένη σύνθεση πείρας και πίστεως καλούμεθα να πραγματοποιήσουμε. Έτσι θα πατούμε σταθερά στη γη, βαδίζοντας προς τη Βασιλεία του Θεού.
ΚΥΡΙΑΚΗ ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΥΨΩΣΙΝ
Το Ευαγγέλιο το οποίο ακούσαμε σήμερα, αλλά και το Ευαγγέλιο της προηγούμενης Κυριακής, είναι διαλεγμένα από τους Θεοφώτιστους Πατέρες της Εκκλησίας να συνοδεύσουν την εορτή της υψώσεως του Τιμίου Σταυρού. Μας υπενθυμίζουν, ότι ο Ιησούς Χριστός ήρθε, έγινε άνθρωπος. δίδαξε, μας έδειξε με το παράδειγμα Του πως πρέπει να ζει ο άνθρωπος. Σταυρώθηκε από αγάπη για μας, με ένα και μόνο σκοπό, την σωτηρία μας. Την σωτηρία μας, όχι από κίνδυνο προσωρινής, σωματικής βλάβης, αλλά από τον κίνδυνο να χάσουμε, να καταστρέψουμε την ψυχή μας με τον απώτερο, τον τελικό κίνδυνο να χάσουμε την αιώνια ζωή. Κατέβηκε Εκείνος στη γη, για να ανεβάσει ημάς στους Ουρανούς. Δεν το καταλάβαμε ακόμη, ότι ο Θεός από αγάπη μας θέλει κοντά του για πάντα, όταν θα φύγουμε από τη ζωή αυτή. Μας θέλει παιδιά του γνήσια και άξια να ζούμε μαζί του, κοντά του στην άλλη ζωή, στην Βασιλεία των Ουρανών. Ως Θεός παντογνώστης, έβλεπε και βλέπει ότι δεν σκεπτόμαστε αυτό το αιώνιο συμφέρον μας. Βλέπει ότι παρασυρόμαστε και κάνουμε πράγματα που νομίζουμε ότι εξυπηρετούν το συμφέρον μας, ενώ απεναντίας, αυτά είναι ζημιά και θάνατος για τη ψυχή μας. Μας υπενθυμίζει, λοιπόν, σήμερα το Ευαγγέλιο που ακούσαμε τα λόγια του Κυρίου: «Τι ωφελήσει άνθρωπος εάν κερδίσει τον κόσμον όλον και ζημιωθεί την ψυχήν αυτού ή τι δώσει άνθρωπος αντάλλαγμα της ψυχής αυτού»: Η απάντηση είναι φανερή, όχι μόνο δεν θα κερδίσει αλλά και θα χάσει τα πάντα. Για τούτο ξεκαθαρίζει ο Ιησούς Χριστός τα πράγματα και λέγει: «Αν πραγματικά νοιώθετε το αιώνιο συμφέρον σας και θέλετε (όχι υποχρεωτικά) να ακολουθήσετε την γραμμή που σας δείχνει το δρόμο που οδηγεί σε μένα και στη σωτηρία σας, πρέπει να απαρνηθείτε, να σταματήσετε, να διακόψετε, κάθε κακό και αμαρτωλό, κάθε τι που καταστρέφει την αγνότητα, την καθαρότητα της ψυχής σας, όσο και αν έχει συνηθίσει σ’ αυτή ο εαυτός σας. Θα αρνηθείτε αυτόν τον αμαρτωλό εαυτό σας με όλα του τα κακά έργα, ακόμα και τις σκέψεις τις κακές και τις επιθυμίες που ζημιώνουν την ψυχή σας. Θα σας είναι δύσκολο· και όμως, πρέπει να αρνηθείτε την αμαρτία. Αυτό σημαίνει το «αράτω τον σταυρόν αυτού» ο καθένας σας. Όπως εγώ σήκωσα τον δικό μου σταυρό στον Γολγοθά, για να σταυρώσω τις δικές σας αμαρτίες, είναι λογικό να κάμετε κι εσείς αυτή την προσπάθεια. Να συμβάλετε κι εσείς κατά κάποιο τρόπο στη σωτηρία σας. Να νοιώθετε ότι έχετε υποχρέωση γι’ αυτή την ψυχή που εγώ σας έδωκα και θέλω και πρέπει να κάνετε τα πάντα για να την διατηρήσετε σαν θεϊκό δώρο, όπως σας την παρέδωσα. Αυτό είναι το συμφέρον σας». Από την ποιότητα της ψυχής του κρίνεται και χαρακτηρίζεται ο καλός ή κακός ο άνθρωπος. Αυτή συνδέει τον άνθρωπο με το Θεό. Αυτή προσεύχεται, αυτή η ίδια γνωρίζει ότι είναι αθάνατη και ότι σαν αθάνατη προορίζεται να ζήσει στην άλλη, την αιώνια ζωή με το Θεό. Ίσως να πει κάποιος: Μα δεν αρκεί, Κύριε, το ότι βαφτιστήκαμε; Ότι έχουμε το όνομα σου, λεγόμαστε Χριστιανοί; Πηγαίναμε κάποτε-κάποτε στην Εκκλησία. Δεν είναι αρκετό αυτό; Όχι μόνον δεν είναι αρκετό, αλλά είναι και κακό και επιζήμιο. Κάνει ζημιά και στον εαυτό σου και στους άλλους. Στον εαυτό σου, διότι ξεγελιέσαι ότι είσαι εντάξει και δεν καταβάλλεις προσπάθεια για κάτι καλύτερο, ζημιά και στους άλλους που θέλεις να φαίνεσαι και να λέγεσαι Χριστιανός, ότι έρχεσαι και στην Εκκλησία, όταν η ζωή σου, η συμπεριφορά σου στην κοινωνία φανερώνει το αντίθετο. Κάνεις καλό ίσως σε πολλούς, που αν ήθελαν να πλησιάσουν την Εκκλησία, να γίνουν καλύτεροι, να σωθούν είναι φυσικό να λέγουν: «Βλέπω κι αυτούς που πηγαίνουν στην Εκκλησία». Κατακρίνονται όλοι οι Χριστιανοί από τη δική μας χλιαρότητα, και κατακρίνεται η Εκκλησία μας, η πίστη μας, σαν ανίκανη να σώσει τον άνθρωποι και κατά την έκφραση του Αποστόλου Παύλου «βλασφημείται ο Θεός». Τι το όφελος αν πηγαίνεις στην Εκκλησία, αλλά εξαπατάς τον πελάτη σου, εάν εκμεταλλεύεται τον εργάτη σου, εάν χαρτοπαίζεις, εάν αφήνεις την πλεονεξία να κυβερνά τις σκέψεις σου και τις πράξεις σου. Πλήθος άλλων παθών και αδυναμιών πρέπει να προσέξουμε να απομακρύνουμε από τις ψυχές μας, προτιμώντας το αιώνιο συμφέρον μας. Ας μείνει στη σκέψη, στη ψυχή μας ο λόγος του Κυρίου «όστις θέλει οπίσω μου ελθείν απαρνησάσθω εαυτόν και αράτω τον σταυρόν αυτού και ακολουθείτω μοι… Τι γαρ ωφελήσει άνθρωπον εάν κερδίσει τον κόσμον όλον και ζημιωθεί την ψυχήν αυτού ή τι δώσει άνθρωπος αντάλλαγμα της ψυχής αυτού;» Ο Σταυρός του Κυρίου, όπου και αν τον βλέπουμε αυτό το μήνυμα μάς απευθύνει, το μήνυμα που αποβλέπει στο αιώνιο συμφέρον μας, στην σωτηρία μας.
ΚΥΡΙΑΚΗ ΠΡΟ ΤΗΣ ΥΨΩΣΕΩΣ ΤΟΥ ΤΙΜΙΟΥ ΣΤΑΥΡΟΥ
Ο Θεός Πατέρας «δεν απέστειλε τον Υιό Αυτού στον κόσμο για να κρίνει τον κόσμο, αλλά για να σωθεί ο κόσμος δι’ Αυτού». Αυτόν τον λόγο ακούμε στην ευαγγελική περικοπή που διαβάζεται μέσα στη Θεία Λειτουργία, κατά την Κυριακή προ της Υψώσεως. Ο σταυρικός θάνατος του Κυρίου είναι το μέγα μυστήριο της θείας φιλανθρωπίας, το ενέχυρο της θείας ευσπλαχνίας και σωτηρίας, η πιο γήινη και ψηλαφητή εικόνα του ουράνιου σταυρού της αγάπης. Το κήρυγμα της Εκκλησίας, που δεν είναι μια ιδεολογία ή μια φιλοσοφία, αλλά μια πραγματική ιστορία, είναι ο πραγματικός και ιστορικός θάνατος του Θεού, που φέρνει ακριβώς την πραγματική και ιστορική ανάσταση του ανθρώπου. «Ιδού γαρ διά του Σταυρού χαρά εν όλω τω κόσμω». Για τούτο ο Απόστολος Παύλος «κηρύσσει Χριστόν εσταυρωμένον» (Α΄ Κορ. 2,2·1,23) και καυχάται «εν τω σταυρώ του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού» (Γαλ. 6,14). Έτσι, για να δείξουμε την αγάπη μας στον Κύριο, κάνουμε το σημείο του Σταυρού. Υμνούμε και δοξάζουμε «το μακάριον ξύλον», το ξύλον της ζωής το καινό, που επάνω σ’ αυτό απέθανε ο Βασιλεύς της Δόξης, για να σκορπίσει αιώνια ζωή σ’ ολόκληρη την κτίση. Ο Σταυρός του Χριστού είναι το κορύφωμα μαζί και το κλειδί της ευαγγελικής ιστορίας. Η Εκκλησία ψάλλει τη δύναμη του Σταυρού: «η αήττητος και ακατάλυτος και θεία δύναμις του τιμίου και ζωοποιού Σταυρού μη εγκαταλείπεις με τον αμαρτωλόν». Ο σταυρικός θάνατος είναι το Πάσχα της Καινής Διαθήκης. Ο σταυρικός θάνατος είχε αποτέλεσμα όχι γιατί απέθανε κάποιος αθώος, αλλά γιατί εκείνος που απέθανε ήταν ο σαρκωμένος Κύριος. «Χρειασθήκαμε ένα σαρκωμένο Θεό· απέθανε ο Θεός για να μπορέσουμε να ζήσουμε εμείς», για να χρησιμοποιήσουμε μια τολμηρή φράση του αγίου Γρηγορίου του Ναζιανζηνού (Λόγος 45,28). Όλοι οι άνθρωποι βρισκόμαστε γύρω από τον Χριστό επάνω στον σταυρό μας, στον σταυρό των δοκιμασιών και του πόνου μας. Εκείνο όμως που διακρίνει τους ανθρώπους δεν είναι η αμαρτωλότητα και η καθαρότητα, αλλά η σχέση με τον Χριστό και τον Σταυρό του Χριστού.Έτσι ο Σταυρός του Κυρίου γίνεται ζυγός δικαιοσύνης, όπως θαυμάσια ψάλλει η Εκκλησία μας. «Ο Πατήρ… την κρίσιν πάσαν δέδωκε τω Υιώ… ότι Υιός Ανθρώπου εστί» (Ιωάν. 5.22 και 27). Σε τι όμως συνίσταται η κρίση αυτή; Συνίσταται στο ότι Αυτός κατέδειξε ότι η τήρηση των εντολών του Πατρός είναι δυνατή για τον άνθρωπο, και τούτο μάλιστα υπό οποιεσδήποτε συνθήκες, τις οποίες μόνο στον κόσμο αυτό δυνάμεθα να συναντήσουμε. Επί αιώνες επαναλαμβάνονται οι λόγοι του Κυρίου, αλλά δεν βρίσκουν την οφειλόμενη απήχηση στις απολιθωμένες καρδιές, στην αδιάφορη για τα πνευματικά σκέψη. Και όμως οι λόγοι αυτοί είναι σωτήρια αποκάλυψη της αγάπης του Θεού προς εμάς. Ο άνθρωπος κρίνεται από τη στάση του απέναντι στον σταυρό του Χριστού, τη φιλία ή τη βλασφημία του. Ένα τροπάριο της Ενάτης Ώρας γράφει θαυμάσια: «Εν μέσω δυο ληστών ζυγός δικαιοσύνης ευρέθη ο σταυρός Σου· του μεν καταγομένου εις άδην τω βάρει της βλασφημίας, του δε κουφιζομένου πταισμάτων εις γνώσιν θεολογίας». Ο Σταυρός του Κυρίου υπενθυμίζει σε όλο τον κόσμο και σ’ εμάς ότι, όταν διαλέξουμε τον Σταυρό ως τρόπο της ζωής μας, ως πολίτευμα του εκκλησιαστικού μας βίου, τότε έχουμε και την Ανάσταση. Τότε έχουμε την αληθινή μας ελευθερία, την αληθινή ανάπαυση μας μέσα στην αγάπη του Θεού και την αγάπη των αδελφών μας, την αληθινή ειρήνη της ψυχής. Και όταν περιστάσεις και θλίψεις και ανάγκες μας κυκλώνουν, υψώνουμε τα μάτια της ψυχής μας και ατενίζουμε με πίστη τον Σταυρό του Χριστού μας. Και με ελπίδα προχωράμε. Σταυρωμένοι και αναστημένοι. Συσταυρωμένοι και συναναστημένοι με τον Ιησού Χριστό. Πορευόμενοι προς την εορτή της Υψώσεως του Τιμίου Σταυρού, ας υψώσουμε και τα δικά μας βλέμματα επάνω στον Γολγοθά και ας αναφωνήσουμε: «Μνήσθητί μου, Κύριε, εν τη βασιλεία Σου».
ΚΥΡΙΑΚΗ Ι ΜΑΤΘΑΙΟΥ
Δεν είναι η πρώτη φορά που με αφορμή το σοβαρότατο αυτό θαύμα του Κυρίου, θα ασχοληθούμε με τους νέους, τα παιδιά μας. Ασφαλώς, αγαπητοί μου, η φροντίδα και η αγάπη για τα παιδιά μας είναι μια έμφυτη στάση που έχει αποθησαυριστεί μέσα μας για την εξασφάλιση της επιβίωσης του ανθρωπίνου γένους. Ωστόσο δεν περιορίζεται στο απλό ένστικτο που κάθε ζωντανός οργανισμός έχει, αλλά παίρνει μια άλλη μορφή και ένα σημαντικό περιεχόμενο όταν αναφερόμαστε στον άνθρωπο. Η αγάπη μας για τα παιδιά μας περιλαμβάνει πολύ περισσότερα από την υλική συντήρησή τους. Φροντίζουμε με πολλή αγάπη και ιδιαίτερη στοργή για τη μόρφωσή τους, την ανατροφή τους. Ξενυχτούμε δίπλα τους, σε κάθε τους ανάγκη. Θυσιάζουμε τον πολύτιμό μας χρόνο, χωρίς να υπολογίζουμε τίποτε. Γιατί τα θεωρούμε μέρος του εαυτού μας, μια προέκτασή μας. Και φυσικά είναι. Και είμαστε υπεύθυνοι για τα παιδιά μας. Αλλά αυτή η φροντίδα είναι και μια κοινωνική ανάγκη. Είναι η αυριανή γενιά των πολιτών της πατρίδας μας και όχι μόνο η προέκταση της οικογένειάς μας. Γι αυτό και οι οργανωμένες κοινωνίες καταβάλλουν με ποικίλους τρόπους, συστηματικές φροντίδες για τη νέα γενιά. Άλλοτε βέβαια περιορίζονται στη νομική κατοχύρωση της προστασίας τους και τη μόρφωσή τους. Κι άλλοτε αντιμετωπίζουν με πραγματικό ενδιαφέρον τα διάφορα προβλήματα που έχει φέρει μαζί του ο σύγχρονος πολιτισμός, η απρόσκοπτη διακίνηση ιδεών, που δεν είναι πάντοτε προς όφελός της νεολαίας. Είναι φανερό ότι ενώ η νεότητα ξεκινά από την αθωότητα της παιδικής ηλικίας, δεν διακρίνεται πάντοτε από την αναγκαία ωριμότητα για να αντιμετωπίσει, ανυποψίαστη όπως είναι, τις ποικίλες και αφανείς παγίδες που σκόπιμα κάποιοι τοποθετούν στο πέρασμά της. Και το χειρότερο είναι ότι τις πιο πολλές φορές, άλλο τόσο ανυποψίαστοι είναι και οι γονείς για το τι συμβαίνει στα παιδιά τους. Και δυστυχώς πολλές φορές, τελευταίοι αυτοί, πληροφορούνται τα παθήματα και προβλήματα των παιδιών, και κάποτε είναι πολύ αργά. Προσφεύγει λοιπόν, αγαπητοί μου αδελφοί, ο δυστυχής πατέρας του σημερινού ευαγγελικού αναγνώσματος, για το γιο του, απογοητευμένος από την αδυναμία των μαθητών του Κυρίου, πιστεύοντας όμως στη δύναμή Του. Και το θαύμα συμβαίνει. Ο πατέρας το άτυχου, μέχρι εκείνη τη στιγμή, παιδιού, γνώριζε το πρόβλημα της υγείας του γιου του. Δεν γνώριζε όμως κανένα φάρμακο. Δεν κατόρθωσε κανένας γιατρός να τον θεραπεύσει. Είχε ακούσει για τα θαύματα του Κυρίου, αλλά όπως φαίνεται και των μαθητών, για να απευθυνθεί σ’ αυτούς πρώτα. Πλησίασε τους μαθητές, που φαίνεται δεν μπόρεσαν να ασκήσουν τη θεόσδοτη δύναμη της πίστης τους και να θεραπεύσουν τον νεαρό. Αλλά προφανώς η πίστη του ανθρώπου αυτού δεν ήταν τυχαία. Ο Κύριος δεν χρειάστηκε να τον ρωτήσει αν πιστεύει, γιατί το είδε. Δεν χρειάστηκε να το τονίσει, όπως σε άλλες περιπτώσεις έπραξε για να αντιληφθούν και οι άλλοι γύρω, ότι προαπαιτείται πίστη για να συμβεί το θαύμα. Και δεν χρειάστηκε, γιατί όλοι εκεί γύρω, κατάλαβαν από τη όλη συμπεριφορά του γονατισμένου, του και ίσως και λίγο θυμωμένου, ανθρώπου που δεν ήταν διατεθειμένος να δεχτεί αντίρρηση. Ευχαριστεί τον Θεό, αγαπητοί μου αδελφοί, η έντονη και επίμονη απαίτησή μας, όταν συνοδεύεται από βαθιά και σταθερή πίστη. Χαίρεται ο Θεός όταν το πλάσμα Του, έρχεται όπως το παιδί στη μάνα και τον πατέρα για να ζητήσει κάτι που θέλει, κάτι που έχει ανάγκη. Και ο Θεός δεν αρνείται. «Εάν έχητε πίστιν ως κόκκον σινάπεως, ερείτε τω όρει τούτω, μετάβηθι εντεύθεν εκεί, και μεταβήσεται, και ουδέν αδυνατήσει υμίν». Αν λοιπόν έχετε τόση πίστη όση χωράει σε ένα μικρό σιναπόσπορό και ζητήσετε από το βουνό να μετακινηθεί από εδώ και τοποθετηθεί εκεί. Θα γίνει αυτό και δεν θα είναι τίποτε αδύνατο για σας. Τεράστια η δύναμη της πίστης, αγαπητοί μου. Η εικόνα του τόσο μικρού σιναπόσπορου από τη μια μεριά και του βουνού από την άλλη χαρακτηρίζουν την τρομερή δύναμη, που δυστυχώς δύσκολα μπορούμε να αντιληφθούμε. Όταν όμως έχουμε την χωρίς αμφιβολίες και σταθερή πίστη στη δύναμη που δεχόμαστε από τον Θεό, τότε τίποτε δεν μπορεί να αδυνατίσει σε μας. Κι όταν, πονεμένοι γονείς, βλέπουμε τα παιδιά μας να ξεφεύγουν από το δρόμο του Θεού, όταν εμπλέκονται σε συνήθειες καταστρεπτικές, ή όταν έχουν κάποιο πρόβλημα υγείας ή και κάποια άλλη δυσκολία ή αναποδιά στη ζωή τους, τότε τι μας μένει; Η προσφυγή μας στον Κύριο. Εκείνος μόνο μπορεί. Από εκεί θα ζητήσουμε βοήθεια, προστασία. Και να είστε βέβαιοι, ότι δεν πρόκειται να μας αρνηθεί. Προσέθεσε όμως και κάτι άλλο ο Κύριος στους μαθητές Του, που απορούσαν για την αδυναμία τους να ελευθερώσουν από το πρόβλημά του το νεαρό. Την προσευχή και τη νηστεία. Η προσευχή είναι το χρήσιμο εργαλείο που θα στερεώσει την επικοινωνία μας με τον Θεό και η νηστεία που θα αφήσει ελεύθερο το νου μας και ήρεμες τις αισθήσεις μας για να νοιώσουμε την έντονη παρουσία και τη δύναμη του Πατέρα μας. Με τη βοήθειά Του και απέραντη αγάπη Του για μας, θα αντιμετωπίσουμε με επιτυχία τα προσωπικά και οικογενειακά προβλήματά μας. Γένοιτο.
ΚΥΡΙΑΚΗ Θ ΜΑΤΘΑΙΟΥ
Μέσα στο βαθύ σκοτάδι της νύκτας, μέσα στη φουρτουνιασμένη και αγριεμένη θάλασσα, με τους ισχυρούς και θυελλώδεις ανέμους, στους φόβους των μαθητών προστίθεται, αγαπητοί μου αδελφοί, και η εμφάνιση του Διδασκάλου τους, να περπατά πάνω στη λυσσασμένη θάλασσα. Με την απρόσμενη εμφάνισή Του, οι μαθητές φοβήθηκαν και άρχισαν να φωνάζουν με δυνατή και ενοχλητική φωνή. Ηρέμησαν όμως όταν άκουσαν τη γνώριμη και γλυκεία φωνή Του, να τους λέει: «Θαρσείτε εγώ ειμί· μη φοβείσθε». Ένοιωσαν αμέσως χαρά και αγαλλίαση, και ταυτόχρονα ψυχική και σωματική ενίσχυση. Κι όλα αυτά αμέσως μετά που άκουσαν τη φωνή του Κυρίου τους. Τα συναισθήματα αυτά τα συναντούμε πάντοτε σε κάθε ταραγμένη ψυχή. Γιατί, αδελφοί μου, όπως οι μαθητές, έτσι και όλοι εμείς δοκιμάζουμε στη καθημερινή μας ζωή ποικίλους φόβους μέσα στη θάλασσα της ζωής. Από την αφορμή, λοιπόν, που μας δίνει ο Κύριος με τους λόγους Του, στη σημερινή ευαγγελική περικοπή, θεωρούμε σκόπιμο να ασχοληθούμε σήμερα με το φαινόμενο του φόβου στη ζωή μας και στον τρόπο που χρειάζεται, με τη βοήθεια του Θεού, να υπερνικήσουμε το εξαιρετικά αυτό δυσάρεστο συναίσθημα, που λίγο ή πολύ μας βασανίζει στη γήινη ζωή μας. Δεν υπάρχει άνθρωπος στον κόσμο που να μη εδοκίμασε φόβο στη ζωή του. Κι αρχίζουμε από την πτώση των πρωτοπλάστων, του Αδάμ και της Εύας, που ζούσαν στον κήπο της Εδέμ, στον Παράδεισο. Αμέσως μετά την πτώση τους, η ενοχή της παραβάσεως της εντολής του Θεού, τους γεμίζει με φόβο. Κι ενώ κανείς δεν τους επιβουλεύεται τη ζωή τους, θέλουν να κρυβούν «από προσώπου Κυρίου του Θεού». Έκτοτε ο φόβος συνυφάνθη με τη ζωή μας και επολλαπλασιάσθη, ώστε ποικίλοι φόβοι να γεμίζουν τη ζωή μας. Φοβούμαστε τους διάφορους κινδύνους, τις τρικυμίες, τους σεισμούς, τους κεραυνούς, τις πλημμύρες, τους ισχυρούς και απότομους κρότους. Έπειτα είναι οι φόβοι που προέρχονται από τις προλήψεις και τις δεισιδαιμονίες. Από τα όνειρα, από τα ωροσκόπια και τις διάφορες μαντείες. Κι αυτό συμβαίνει περισσότερο με τις γυναίκες που είναι περισσότερο ευαίσθητες στους φόβους και πιο πολύ ευφάνταστες σε επερχόμενα δεινά. Και γενικά φοβούμαστε τους κινδύνους που κατά ένα τρόπο απειλούν τη ζωή μας. Αλλά και σε περιπτώσεις ασθενειών, ελαφρότερων ή σοβαροτέρων, οι ψυχές μας γεμίζουν με φόβο. Φοβούμαστε για την υγεία μας, αλλά και για την υγεία των δικών μας και μάλιστα των παιδιών μας. Φοβούμαστε ακόμα μπροστά στο άγνωστο μέλλον. Τι θα γίνει αύριο. Πώς θα συντηρηθούμε, πώς θα τακτοποιηθούν τα παιδιά, πώς θα εξελιχθεί η διεθνής κατάσταση. Πολλοί είναι σήμερα εκείνοι που αισθάνονται φόβο πολύ για ένα τυχόν νέο πόλεμο. Φοβούμαστε ακόμα μπροστά στην κακία των κακών ανθρώπων, που με διάφορους τρόπους μπορούν να μας βλάψουν. Φοβούμαστε και ενώπιον του πνευματικού κόσμου, των Αγγέλων και των δαιμόνων. Κι επειδή είμαστε αμαρτωλοί αισθανόμαστε φόβο και έναντι του Θεού μας, που είναι αγάπη, αλλά και δικαιοσύνη. Όμως πρέπει να ξέρουμε ότι το μέλλον μας είναι στα χέρια του Θεού. Σαν παιδιά που έχουμε τέλεια εμπιστοσύνη στον πατέρα μας, και γι' αυτό για τίποτα δεν ανησυχούμε, πιο πολύ θα πρέπει να εμπιστευόμαστε τον εαυτό μας τελείως σ' Εκείνο, που σαν Θεός Πατέρας μας είναι Παντοδύναμος. Ό,τι και να μας συμβεί ας το δεχθούμε με τέλεια εμπιστοσύνη, ότι αυτό είναι το θέλημά Του. Και ό, τι είναι θέλημα Θεού είναι και το συμφέρον μας. Και εδώ θα πρέπει πάντοτε να ενθυμούμαστε, ότι με το φόβο τίποτε δεν κερδίζουμε, αλλά τουναντίον ζημιωνόμαστε τα μέγιστα. Γιατί η ζωή μας γίνεται πραγματικά κόλαση, τα νεύρα μας κλονίζονται και το χειρότερο ο ύπνος μας γίνεται εφιαλτικός. Γιατί όμως συμβαίνουν όλα αυτά στη ζωή μας; Συμβαίνουν γιατί δεν έχουμε αγαθή συνείδηση. Συμβαίνουν γιατί κυριαρχεί μέσα μας η αμαρτία που δημιουργεί ενοχή. Κι ο ένοχος, έστω κι αν υποκρίνεται ότι είναι δήθεν αδιάφορος, και προσποιείται τον ατρόμητο, στην ουσία φοβάται και αυτή ακόμα τη σκιά του. Με τη φαντασία του νομίζει ότι τον υποπτεύονται οι πάντες. Αποφεύγει τα βλέμματα των άλλων. Φαντάζεται ότι όλοι οι άνθρωποι μιλούν εις βάρος του. Καταντά, όπως λέει ο Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος, «πιο δειλός από το λαγό και το βάτραχο». Εφ' όσον ζει με την αμαρτία, έχει σύντροφό του παντοτινό το φόβο και την ταραχή. Τόσο φοβάται ο ασεβής και αμαρτωλός άνθρωπος, γράφει ο σοφός Παροιμιαστής, ώστε «φεύγει χωρίς να τον καταδιώκει κανείς». Τόσο είναι έντονος μέσα του ο φόβος, που το παραμικρό θρόϊσμα των φύλλων ενός δέντρου τον ταλαιπωρεί και τον βασανίζει αφάνταστα. Ο φόβος, όμως, από οποιανδήποτε αιτία και αν προέρχεται, φανερώνει έλλειψη εμπιστοσύνης από το Θεό, που ρυθμίζει σαν στοργικός πατέρας που είναι, και τις τελευταίες λεπτομέρειες της ζωής μας. Ακόμη και αυτό το θάνατο, συστήνει ο Σωτήρ μας να μη τον φοβούμαστε, αφού μόνο τη φυσική ζωή μας αφαιρεί χωρίς να προκαλεί καμιά ζημιά στην αθάνατη ψυχή μας. Εάν, επομένως, θέλουμε να μη δοκιμάζουμε την πικρή γεύση του φόβου, που γεννά η ένοχη συνείδηση, είναι ανάγκη να έχουμε αγαθή συνείδηση και να ζούμε «εν Χριστώ Ιησού τω Κυρίω ημών». Ζωή με τον Κύριο, σημαίνει ζωή με Εκείνο που χαρίζει προστασία και γαλήνη και ασφάλεια σ' όσους Τον αγαπούν. Και πράγματι, όταν αγαπήσουμε με πολλή θέρμη καρδίας τον Κύριο και φροντίζουμε με τη Χάρη Του, που μας χαρίζει και σήμερα διά μέσου της Εκκλησίας και ζούμε όπως Εκείνος θέλει, τότε δεν θα φοβούμαστε καθόλου. Όπως λέει ο Ευαγγελιστής της αγάπης ο Ιωάννης ο Θεολόγος, «η τέλεια αγάπη έξω βάλλει τον φόβον». Η τέλεια, δηλαδή η έμπρακτος και αληθινή αγάπη προς τον Θεό, διώχνει και βγάζει έξω από την ψυχή το φόβο της ενοχής. Μας κάμνει να αισθανόμαστε απόλυτα ήρεμοι μέσα στην πατρική αγκάλη του Θεού μας. Αδελφοί μου! Κανένας άνθρωπος δεν ευχαριστιέται με τον φόβο. Κανένας άνθρωπος δεν θέλει μια ζωή ταραγμένη και ανήσυχη. Όλοι μας, μικροί και μεγάλοι, θέλουμε να είμαστε ήρεμοι και νηφάλιοι και να διατηρούμε πάντοτε την ψυχραιμία μας. Ας φροντίσουμε, λοιπόν, να συνδεθούμε μέσω των Ιερών Μυστηρίων μας, πιο στενά με τον Κύριο, και με τη βοήθειά Του ας αποφεύγουμε συστηματικά την αμαρτία, που μας ταράζει σωματικά και ψυχικά. Ας έχουμε πάντοτε υπόψη μας το «θαρσείτε, εγω ειμί· μη φοβείσθε». Έχετε θάρρος είμαι εγώ έρχομαι εις βοήθειά σας. Είμαι εγώ ο Διδάσκαλός σας, ο Δυνατός του οποίου έχετε διαπιστώσει μέχρι τώρα πολλές φορές την Παντοδυναμία, αλλά και τη στοργική αγάπη και το ζωηρό ενδιαφέρον για σας. Τότε θα νοιώσουμε κι εμείς την αφοβία που αισθάνθηκαν οι μαθητές και όλοι οι Άγιοι της Εκκλησίας μας, επειδή είχαν αγαπήσει πολύ τον Κύριο. Και τότε θα μπορέσουμε να ζήσουμε από τώρα, την γαλήνη της αιωνίου βασιλείας του Θεού, την οποία ετοίμασε ο Κύριος για όλους μας.
ΚΥΡΙΑΚΗ Η ΜΑΤΘΑΙΟΥ
Ιδιαίτερα σημαντικό το θαύμα της διατροφής των πεντακισχιλίων, για τούτο και αναφέρονται σ’ αυτό και οι τέσσερις Ευαγγελιστές. Είναι ιδιαίτερα σημαντικό, όχι απλά σαν θαύμα, αλλά κυρίως για τα μηνύματα που στέλλονται μέσα από αυτό, όπως: Πρώτον, ότι ο Θεός δεν είναι μόνο γνώστης, αλλά γίνεται και κοινωνός των προβλημάτων του ανθρώπου. Δεύτερον, ο Θεός, στο πρόσωπο του Ιησού, γίνεται Εμμανουήλ, που σημαίνει, όπως είπε ο άγγελος στον Ιωσήφ: «ο Θεός είναι μαζί μας» (Ματθ. α΄ 23). Δηλαδή, στο πρόσωπο του Ιησού έχουμε το Θεάνθρωπο. Έχουμε τον τέλειο Θεό που γίνεται και τέλειος άνθρωπος. Αυτή η ένωση της θείας και της ανθρώπινης φύσης στο πρόσωπο του Χριστού είναι το θεμέλιο της ενώσεως του Θεού με τους ανθρώπους. Τρίτον, ο Θεός βλέπει τον άνθρωπο σαν σώμα και πνεύμα. Τέταρτον, όλοι οι άνθρωποι, ανεξαρτήτως φύλου και ηλικίας, γίνονται κοινωνοί των δωρεών του Θεού. Και πέμπτον, εγκαινιάζεται ένας νέος τρόπος κοινωνικής συμπεριφοράς του ανθρώπου, όπου ο άνθρωπος δε θα είναι απλά γνώστης των προβλημάτων των συνανθρώπων του, αλλά και θα συμπάσχει μαζί τους, μοιραζόμενος κι αυτά τα αγαθά του. Σήμερα, λοιπόν, δεν έχουμε απλά καταγραφή ενός ακόμα θαύματος του Ιησού. Σήμερα, πέρα από το θαύμα έχουμε καταγραφή της Χριστιανικής αλλά και της κοινωνικής Θεολογίας. Ο Ιησούς, θέλοντας να επιβεβαιώσει ότι έρχεται από τον Πατέρα και ότι είναι ίσος του, για τούτο και έστρεψε το βλέμμα στον ουρανό και ύστερα ευλόγησε. Ως Θεός τώρα παρουσιάζεται γνώστης των προβλημάτων και των αναγκών του ανθρώπου, είτε αυτές είναι πνευματικές, είτε υλικές. Χωρίς να περιφρονεί καμιά από τις ανάγκες του ανθρώπου, τις αξιολογεί και τις ικανοποιεί ιεραρχικά. Προηγούνται οι ανάγκες της ψυχής, οι πνευματικές ανάγκες τις οποίες και ικανοποιεί. Στη συνέχεια προτεραιότητα έχει η ασθένεια. Είναι χαρακτηριστικό ότι και για τις δυο περιπτώσεις οι Ευαγγελιστές Ματθαίος (ιδ΄ 14) και Μάρκος (στ΄ 34) χρησιμοποιούν την ίδια διατύπωση «και εσπλαγχνίσθη επ’ αυτοίς». Αυτή η ευσπλαχνία έκανε το Θεό να γίνει άνθρωπος, συναναστράφηκε μαζί του και τέλος ανέβηκε ακόμα και στο σταυρό, προκειμένου να προσφέρει τη σωτηρία στον άνθρωπο. Σήμερα, πέρα από το ότι επιβεβαιώνει τη Θεότητά του, προσφέρει στους μαθητές του λύσεις και διέξοδο, έστω κι αν βρισκόντουσαν στην έρημο. Τους καλεί κατ’ αρχάς, να γίνουν κοινωνοί των προβλημάτων των συνανθρώπων τους. Στη συνέχεια τους αποκαλύπτει την καταφυγή στο Θεό. Αυτές είναι οι δυο σημαντικές δυνάμεις που θα πρέπει να ανακαλύψουν. Να ελευθερωθούν από την εξάρτηση των υλικών αγαθών, φθάνοντας στο σημείο να μοιραστούν με τους συνανθρώπους τους, έστω κι αν τα στερηθούν οι ίδιοι. Αυτή η απελευθέρωση από την εξάρτηση των αγαθών θα τους οδηγήσει στην απελευθέρωση από τη δύναμη – αδυναμία του ανθρώπου και θα στρέψει την προσοχή τους στο Θεό, μέσα από τη δύναμη της προσευχής. Με τα δυο αυτά σημαντικά μέσα θα μπορέσουν οι μαθητές να ανταποκριθούν στην αποστολή τους, που είναι η δημιουργία του νέου, του ανακαινισμένου από το Θεό ανθρώπου, όπου θα μπορεί, με τη δύναμη της αγάπης του, να θυσιαστεί ακόμα για το συνάνθρωπο. Σ’ αυτό τον κόσμο προσφέρονται τα δώρα του Θεού ισότιμα σε όλους. Άντρες, γυναίκες και παιδιά γίνονται μέτοχοι αυτών των αγαθών, όπως η διδασκαλία, η θεραπεία και η τροφή. Μπορεί στην πλειοψηφία τους να ήταν άντρες. Όμως δε στερήθηκαν των δωρεών του Θεού οι γυναίκες και τα παιδιά, έστω κι αν ήταν λιγότεροι σε αριθμό. Κατά το σημερινό Ευαγγέλιο αυτοί που έφαγαν «ήσαν άνδρες ωσεί πεντακισχίλιοι χωρίς γυναικών και παιδίων». Ιδιαίτερα σημαντικό από μόνο του τούτο το γεγονός. Σε μια εποχή που και τους πιο πολλούς άντρες τους μεταχειρίζονταν σαν δούλους, οι δε γυναίκες και τα παιδιά ήταν χωρίς δικαιώματα, η ισότιμη συμμετοχή ανδρών, γυναικών και παιδιών στις δωρεές του Θεού, ήταν μια επανάσταση. Δυστυχώς, όμως, οι πιο πάνω αρχές του Ευαγγελίου, παρά το ότι βρισκόμαστε στην αρχή της τρίτης χιλιετίας, δεν εφαρμόζονται στο βαθμό που πρέπει. Παρά το ότι σαν κοινωνία και σαν πολιτισμός επικαλούμαστε τις αρχές του Ευαγγελίου, εντούτοις κάποιες συμπεριφορές σε ανθρώπους και λαούς, σε γυναίκες και παιδιά, μας παίρνουν σε ... προχριστιανικές εποχές! Και τούτο γιατί σαν άτομα, αλλά και σαν κοινωνίες, στεκόμαστε μακριά από τον άνθρωπο και τα προβλήματά του. Στο τέλος της ημέρας το μόνο που αφήνουμε να διαφανεί είναι μόνο ο εαυτός μας. Όμως, μια τέτοια νοοτροπία μετατρέπει την ψυχή μας σε άγονη έρημο και τους ανθρώπους σε πολλούς αλλά άγονους κόκκους άμμου. Μια νοοτροπία που, δυστυχώς, παρασέρνει σήμερα και τους μαθητές, που επικαλούνται το προχωρημένο της ώρας καθώς και το ότι «έρημος εστιν ο τόπος». Κοίταξαν, σαν άνθρωποι, πρώτα τον εαυτό τους. αγνόησαν τη δυνατότητα της βοήθειας του Θεού. Έτσι τους ξάφνιασε η προτροπή «δότε αυτοίς υμείς φαγείν». Δώστε τους εσείς να φάνε. Μια προτροπή με μια προοπτική που αποκάλυπτε την ποιότητα του ανθρώπου που έπρεπε να δημιουργηθεί. Ενός ανθρώπου που θα γνοιάζεται για το συνάνθρωπο και θα θυσιάζεται γι’ αυτόν, ξέροντας ότι, ό,τι μοιράζεται από αγάπη, ευλογείται από το Θεό και στο τέλος, όχι μόνο φτάνει αλλά και περισσεύει, όπως και τα δώδεκα κοφίνια με τα κομμάτια των ψωμιών. Σαν να μας λέει ο Κύριος: Μοιραστείτε τα κι εκεί που η δική σας αγάπη αδυνατεί, τότε απευθυνθείτε στο Θεό. Ας μην ξεχνούμε την υπόσχεση του Κυρίου ότι: «Όλα όσα ζητήσετε στην προσευχή με πίστη, θα τα λάβετε» (Ματθ. κα΄ 22). Αδελφοί μου, ο Κύριος με τις τρεις διαδοχικές εκδηλώσεις του, δηλαδή τη διδασκαλία, τη θεραπεία από τις ασθένειες και το χορτασμό του πλήθους, έκανε ισότιμα κοινωνούς των δωρεών του όλους τους ανθρώπους. Μέσα από την τριπλή αυτή προσφορά απέδειξε ότι ο Χριστιανισμός ενδιαφέρεται όχι μόνο για τις πνευματικές ανάγκες του ανθρώπου, αλλά ενδιαφέρεται ακόμα για την υγεία και τη διατροφή του ανθρώπου. Αυτό επιβεβαιώνεται και από την πορεία της Εκκλησίας δια μέσου των αιώνων. Το μαρτυρούν μεγάλα κοινωνικά έργα, όπως η «Βασιλειάδα». Έργα που θα πρέπει να βρουν και σήμερα συνεχιστές, έστω κι αν υπάρχει κοινωνικό κράτος. Η ευσέβεια θα πρέπει να συνοδεύεται και από τα ανάλογα έργα αγάπης. Αυτή η ευσέβεια είναι ωφέλιμη γιατί κατά τον Απόστολο Παύλο: «υπόσχεται τη ζωή και την τωρινή και τη μελλοντική» (Α΄ Τιμ. δ΄ 8). Ας την εφαρμόσουμε. Αμήν.
ΚΥΡΙΑΚΗ Ζ ΜΑΤΘΑΙΟΥ «Ελέησον ημάς υιέ Δαβίδ»
Πρόκειται για μία παρακλητική κραυγή λαϊκού χαρακτήρα, που απευθύνεται, όχι σε κανένα ξένο, αλλά στον απόγονό του Δαβίδ, δηλ. τον εθνικό μεσσία του Ισραήλ. Ο χαρακτηρισμός υιέ Δαβίδ, κάνει το κραυγαλέο αίτημα ακόμα περισσότερο τολμηρό, αλλά και αποκαλυπτικό της πίστης των στον ερχόμενο μεσσία, τον μέλλοντα λυτρούσθαι τον Ισραήλ. Αυτοί που κραυγάζουν είναι δυο άνθρωποι τυφλοί, οι οποίοι ένεκα τούτου βρίσκονται στο περιθώριο της κοινωνίας και καθημερινά εισπράττουν μαζί με την ελεημοσύνη και τον γενικό αποτροπιασμό των συμπολιτών τους, δεδομένου μάλιστα ότι όλες οι ανίατες ασθένειες θεωρούνται από την Ιουδαϊκή κοινωνία ως τιμωρία του Θεού. Στο αντίκρισμα του Ιησού, Μεσσία, υιού του Δαβίδ, οι δυο αυτοί δυστυχισμένοι άνθρωποι ανασάνουν ίσως για πρώτη φορά αισιόδοξα. Ίσως για πρώτη φορά να ένοιωσαν ως άνθρωποι που έχουν δικαιώματα στη ζωή και τον κόσμο. Ο Μεσσίας ως εθνικός λυτρωτής, αλλά και ως ελπίδα, ως η ανάσα των κάθε λογής καταπιεζομένων και κοινωνικά αποδιωγμένων. Ο εθνικός Μεσσίας του Ισραήλ είναι ο μεσσίας και λυτρωτής του πανανθρώπινου. Αυτό δε λέγεται αυθαίρετα, επιβεβαιώνεται πολλές φορές από τον ίδιο. Με τον όρο Ισραήλ δε νοείται το έθνος της Παλαιστίνης, αλλά το έθνος, γένος το ανθρώπινο, που αναγνωρίζει το μεσσία, ως λυτρωτή και απεσταλμένο του Θεού, «Θεόν αληθινόν εκ Θεού αληθινού». Ο όρος Ισραήλ είναι εβραϊκός διεθνοποιημένος όρος που σημαίνει τον πιστό του Θεού, τον άνθρωπο του Θεού, τον άγιο. Όποιος χρησιμοποιεί τον όρο αυτό με άλλη σημασία κάνει πράξη φαλκίδευσης, υπονόμευσης του ονόματος του Θεού ως Θεού άγιου, ως Θεού αγάπης, ως Θεού ειρήνης. Και ο διάβολος μπορεί να αυτοαναγορεύεται Ισραήλ, αλλά ο λόγος από την πράξη απέχει: «Ελέησον ημάς υιέ Δαβίδ». Η εναγώνια κραυγή σωτηρίας από τους δυό τυφλούς διαταράσσει τη γαλήνη της πορείας του Ιησού και των ανθρώπων εκείνων που τον ακολουθούν. Οι τυφλοί τρέχουν κοντά του, τον ακολουθούν, δε θέλουν να τον χάσουν. Ώσπου μία στιγμή βρέθηκαν απέναντι στο Χριστό μέσα σε ένα σπίτι που φιλοξενείται και εκεί τους ερωτά στα ίσια, «πιστεύετε ότι δύναμαι τούτο ποιήσαι»; Ναι Κύριε, απαντούν ομόφωνα οι τυφλοί. Απάντηση άμεσης και ευθείας αναγνώρισης της κυριότητας του Ιησού πάνω στη ζωή. Λευκή επιταγή της Θεότητας του Χριστού. Καμία επιφύλαξη. Καμία αμφιβολία δεν έχουν οι τυφλοί. Με τα μάτια της ψυχής των βλέπουν μπροστά τους τον ίδιο το Θεό εν Χριστώ Ιησού. Και το θαύμα ως παιδί της πίστης επιβεβαιώνεται ακόμα μία φορά στο δικό τους το πρόσωπο. Ο Χριστός αγγίζει με το χέρι του το σημείο του πόνου, τα τυφλά μάτια των ανθρώπων αυτών, τους δίνει την ευλογία και το έλεος του Θεού πράξη που δείχνει πέρα από την ευαισθησία του Θεού στον πόνο του ανθρώπου, τη θέληση του Θεού να πάρει πάνω του τον πόνο και τη δυστυχία των ανθρώπων. Μία συμπεριφορά Θεϊκής καταγωγής που οφείλει να βρίσκει ανθρώπινη εφαρμογή εκμηδένισης της απόστασης από κάθε εστία πόνου και δυστυχίας του συνανθρώπου μας. Άλλο να μιλήσεις στον πάσχοντα και άλλο να καθαρίσεις τις πληγές του με τα χέρια σου. Ο πόνος δε μοιράζεται με λόγια έστω και καλά λόγια, μοιράζεται με έργα, με πράξη συμπόνιας, οίκτου, αγάπης. Τα μηνύματα του σημερινού αγίου ευαγγελίου είναι πολλά και ζωτικά. Η λύτρωση βρίσκεται στην πηγή της ζωής, τον ίδιο τον ζωοδότη Κύριο. Η αναζήτηση του είναι δική μας ευθύνη και δική μας δυνατότητα. Να τον αναζητήσουμε στους δρόμους και στις γειτονιές, παντού όπου υπάρχει πόνος, όπου υπάρχει πένθος, όπου υπάρχει θλίψη, όπου υπάρχει δυστυχία. Να τον αναζητήσουμε στη χαροκαμένη μάνα που έχασε το παιδί της σε ατύχημα, στην οικογένεια που ζει το δράμα του ναρκομανή, του εξαρτημένου από οτιδήποτε άλλες εξαρτησιογόνες ουσίες. Στο κρεβάτι του πόνου του καρκινοπαθή, του παράλυτου, του αδυνάτου. Ο Χριστός υπάρχει παντού, ανήκει σε μας η ευθύνη να τον αναζητούμε, να τον βρίσκουμε, να τον λειτουργούμε.
ΚΥΡΙΑΚΗ ΣΤ ΜΑΤΘΑΙΟΥ
Πρόκειται για μια από τις πολλές θαυματουργικές θεραπείες του Ιησού, και στη σημερινή περίπτωση, τη θεραπεία ενός παραλυτικού στην Καπερναούμ. Δεν είναι το μοναδικό θαύμα με το οποίο ο Κύριος χάρισε την υγεία και την χαρά, τόσο στον θεραπευθέντα παράλυτο, όσο, βέβαια, και στην οικογένειά του. Αυτό όμως που προβλημάτισε τους αρνητικά δύσπιστους γραμματείς της Ιουδαϊκής θρησκείας, αγαπητοί μου αδελφοί, ήταν η άφεση των αμαρτιών που χάρισε στον παραλυτικό, πριν από την θεραπεία και που ασφαλώς ειρήνευσε την ψυχή του. Βλασφημία θεωρήθηκε από τους γραμματείς, αφού μόνο ο Θεός έχει το απόλυτο δικαίωμα να συγχωρεί τις αμαρτίες των ανθρώπων. Και ενώ πληροφορούνται ή και παρακολουθούν οι ίδιοι τη διδασκαλία και τα θαύματά του Κυρίου, τους είναι αδύνατον να σκεφτούν λογικά και με βάση τη γνώση της Παλαιάς Διαθήκης, να υποπτευθούν έστω, την θεία Του προέλευση. Φαίνεται σε μας, που ζούμε στην περίοδο της χάριτος του Θεού και γνωρίσαμε τον αληθινό Θεό, σαν κάτι πολύ απλό που δεν επιδέχεται συζήτηση ή αμφισβήτηση. Εκείνοι όμως υπηρέτες του ναού με κύριο καθήκον τη μελέτη του νόμου του Θεού και την ερμηνεία των θεόπνευστων και αποκαλυπτικών προφητειών προς χάριν του λαού, δεν μπορούσαν να δουν, να αντιληφθούν την ένσαρκη παρουσία του Μεσσία, που τους είχε υποσχεθεί ο Θεός. Αυτή η αδυναμία τους, έγινε η αιτία να παραμείνει μέχρι σήμερα ο Ιουδαϊκός λαός, ο περιούσιος λαός του Κυρίου, μακριά από την αληθινή πίστη, να χάσει την ευκαιρία της σωτηρίας, που υποσχέθηκε στον ανθρώπινο γένος, χωρίς εξαιρέσεις και διαχωρισμούς. Και έμεινε μακριά, ενώ ήταν δίπλα του ο Χριστός, ενώ τιμήθηκε με την ενανθρώπιση Του, τη ζωή Του ανάμεσά τους, τον σταυρικό θάνατο και την ανάστασή Του. Εκείνοι βέβαια, αγαπητοί μου αδελφοί, σκοτισμένοι και προκατειλημμένοι, δεν μπόρεσαν να κατανοήσουν. Εμείς όμως; Δεχτήκαμε δια του βαπτίσματος την θεία χάρη και βιώνουμε τα μυστήρια της Εκκλησίας μας. Πόσο νοιώθουμε δίπλα μας και μέσα μας τον Ιησού Χριστό, τον Κύριό μας; Πως το δείχνουμε αυτό; Γιατί, αν ο γιος του Θεού, ο Χριστός, ήλθε και έζησε σαν άνθρωπος, εδώ στη γη, για τη σωτηρία μας, «πώς ημείς εκφευξόμεθα τηλικαύτης αμελήσαντες σωτηρίας;» Πως είναι δυνατόν να αποφύγουμε την τιμωρία, εάν αμελήσουμε μια τόσο μεγάλη και σπουδαία ευκαιρία να σωθούμε; Ο Κύριος λοιπόν, αγαπητοί μου αδελφοί, απευθύνεται στους μυωπικά κακόπιστους γραμματείς, ανθρώπους του ναού, αλλά και σ’ όλους εμάς, και απαντά στις αμφιβολίες τους, που ωστόσο δεν τόλμησαν να εκφράσουν. Γι αυτό και τους προλαμβάνει. «Τι γαρ ευκοπώτερον, ειπείν, αφέωνταί σοι αι αμαρτίαι, ή ειπείν, έγειρε και περιπάτει;» Τι είναι ευκολότερο να πει ο Χριστός με την εξουσία που έχει, σε κάποιον; Σου έχουν συγχωρηθεί οι αμαρτίες του. Ή να του πει σήκω επάνω και περπάτα; Φυσικά η άφεση των αμαρτιών του παραλυτικού, ή η βλασφημία κατά τους γραμματείς, δεν είναι κάτι χειροπιαστό. Ούτε όμως και εμείς μπορούμε να εκτιμήσουμε την ανυπολόγιστη αξία της. Η ανθρώπινη φύση μας, υπολογίζοντας πολύ λίγο ή και καθόλου την αξία της άϋλης και αθάνατης ψυχής μας, μετρά και εκτιμά μόνο ό, τι βλέπει ή μπορεί να αισθανθεί με την αφή, την ακοή, γενικά τις αισθήσεις. Δύσκολα αντιλαμβανόμαστε την σοβαρή και μοναδική αξία της ψυχής μας. Αντίθετα, σημαντική, πολύ σημαντική και ουσιώδη για τη ζωή μας θεωρούμε την σωματική μας υγεία, περισσότερο και από πολλά άλλα αγαθά. Περνούμε όμως στενοχώριες, πιεζόμαστε από άγχη, ζούμε ανήσυχα, την ημέρα, αλλά και κυρίως τη νύχτα. Κάποτε όλα αυτά προέρχονται από πραγματικά γεγονότα που πολλές φορές τα μεγαλοποιούμε, ή από τις δυσκολίες της ζωής, προβλήματα σωματικής υγείας, ή από αυτά που μας προκαλούν οι γύρω μας. Άλλοτε πάλι, είναι συνέπεια κάποιας λύπης που προκαλέσαμε σ’ ένα συνάνθρωπό μας και νοιώθουμε τύψεις, κάποιο λάθος μας ή και από κάποια αμαρτία μας. Κι άλλοτε, και τις πιο πολλές φορές, δημιουργούνται αυτές οι νοσηρές καταστάσεις από τις τύψεις της συνειδήσεώς μας, που μας ελέγχει. Και ίσως είναι το μόνο που νοιώθουμε σχεδόν όλοι μας. Γιατί πολλές φορές, μερικοί από μας, κλείνουμε τα αυτιά της ψυχής μας ερμητικά, για να μη φτάνει η διαμαρτυρία της. Αλλά και πολλοί είναι εκείνοι που συστηματικά αγνοούν την αλήθεια και πνίγουν την φωνή της συνείδησής τους. Ενεργούν αντίθετα από αυτή στις σχέσεις τους με τους συνανθρώπους τους, με τον Θεό, αλλά και με το πραγματικό συμφέρον του εαυτού τους. Έρχεται όμως η στιγμή, που μακριά από όλους, στην ήσυχη νύχτα ή την ώρα της απομόνωσης από τους άλλους, νοιώθουμε βαθιά μέσα μας την επανάσταση της συνείδησης μας και τον ασίγαστο έλεγχό της. Αυτή άλλωστε είναι που ή μας επιβραβεύει και μας ειρηνεύει για κάτι καλό που κάναμε, ή μας ελέγχει βασανιστικά, μας τιμωρεί, για τις πράξεις μας, που είναι αντίθετες, όχι μόνο και αποκλειστικά στο νόμο του Θεού, αλλά και στον έμφυτο νόμο που υπάρχει σ’ όλους μας, αλάνθαστο κριτήριο των πράξεών μας. Η ειρήνευση της ψυχής μας, αγαπητοί μου, είναι φανερό ότι είναι επακόλουθο των καλών σχέσεων που θα έχουμε με τους συνανθρώπους μας, αλλά, και κυρίως με τον Θεό, την τήρηση των εντολών Του. Και φυσικά η εσωτερική ειρήνη, μεταβάλλει όλη τη ζωή μας και αντανακλά και στους γύρω μας, που ευχάριστα δέχονται τους καρπούς της. Είναι αυτή η ειρήνη το αποτέλεσμα όλων αυτών των αρετών και των δωρημάτων του Θεού, που απαριθμεί στην σημερινή αποστολική περικοπή ο Απόστολος Παύλος και αυτή ας έχουμε όλοι μας στην ψυχή μας. Αμήν.
ΚΥΡΙΑΚΗ ΑΓΙΩΝ ΠΑΤΕΡΩΝ Δ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΗΣ ΣΥΝΟΔΟΥ
Η Εκκλησία μας τιμά σήμερα, αγαπητοί μου αδελφοί, τους Αγίους Πατέρες της Τετάρτης Οικουμενικής Συνόδου, τους ανυποχώρητους εκείνους αγωνιστές που ξεκάθαρα και ασυμβίβαστα, διακήρυξαν την αλήθεια της Ορθοδόξου πίστεως μας. Τιμούμε σήμερα όλους εκείνους που ανταποκρίθηκαν πλήρως στο κέλευσμα αυτό που ο Κύριος απηύθυνε προς τους Μαθητές και Αποστόλους του. Και πρώτοι οι Πατέρες αυτοί έγιναν φως του κόσμου, που μέχρι σήμερα φωτίζουν την Οικουμένη, με τα όσα εθέσπισαν στην περίφημη αυτή Οικουμενική Σύνοδο, εναντίον των διαστρεβλωτών της πίστεώς μας αιρετικών Μονοφυσιτών, δηλαδή αυτών που πιστεύουν μόνο στη Θεία Φύση του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού. Αλλά το κέλευσμα αυτό δεν απευθύνεται μόνο στους Αποστόλους και Πατέρες της Εκκλησίας μας. Απευθύνεται και στον κάθε χριστιανό, που πρέπει να είναι για τον Κύριο φως του κόσμου και που θα πρέπει με το φωτεινό παράδειγμά του να φωτίζει τους ανθρώπους που βρίσκονται μακριά από το Θεό, στο σκοτάδι της αμαρτίας. Τα λυχνάρια, συνεχίζει η ευαγγελική περικοπή, δεν τα ανάβουν κάτω από κάδους, αλλά τα τοποθετούν ψηλά πάνω στο λυχνοστάτη, για να φωτίζουν όλους όσοι βρίσκονται μέσα στο σπίτι. Κι έτσι σαν το λυχνάρι ζητά ο Κύριος να λάμπει το φως της αρετής μας στους συνανθρώπους μας για να βλέπουν τα καλά μας έργα και να δοξάζουν τον Θεό Πατέρα μας. Κάθε χριστιανός, λέγει και πάλιν ο Κύριος, είναι σαν μια πόλη που είναι κτισμένη πάνω σ' ένα ψηλό βουνό. Έτσι, είτε το θέλουμε είτε όχι, είμαστε θεατές απ' όλους. Όπου κι αν κρυφτούμε είναι ολοφάνερη η ζωή μας, γιατί μας βλέπουν τα μάτια όλων των ανθρώπων. Γι' αυτό και το πρώτο στοιχείο που θα μας κάμει φως του κόσμου, είναι η ενάρετη ζωή μας και τα θεάρεστα έργα μας. Η προσπάθεια του καθενός από εμάς είναι να εφαρμόζει όσο το δυνατόν το θέλημα του Θεού. Η εφαρμογή όλων ανεξαιρέτως των εντολών του, που για τον Κύριο δεν υπάρχουν μικρές και μεγάλες. Η ζωή μας θα πρέπει να είναι καθαρή από την αμαρτία, να είναι μια ζωή καθ' όλα αγία. Μια ζωή που να προβάλλεται η αλήθεια, η σεμνότητα, η δικαιοσύνη, η αγιότητα και που να παρουσιάζεται με μια λέξη η αρετή. Κι όλα αυτά θα πρέπει να τα επιδεικνύουμε και να τα προβάλλουμε σ' όλες τις εκφάνσεις της ζωής μας. Οι γονείς να είναι υπόδειγμα στην οικογένεια. Οι σύζυγοι μεταξύ τους να ζουν αρμονικά. Οι γονείς προς τα παιδιά και τα παιδιά προς τους γονείς, να επιδεικνύουν το σεβασμό και την αγάπη που είναι απαραίτητο στοιχείο για μια σωστή οικογένεια. Στην εξάσκηση του επαγγέλματός μας θα πρέπει να κυριαρχεί η τιμιότητα, η δικαιοσύνη, η ειλικρίνεια. Και τέλος, στις διάφορες κοινωνικές εκδηλώσεις μας θα πρέπει να δεσπόζει η ευγένεια, η εξυπηρετικότητα, η προθυμία και σαν επιστέγασμα όλων η αγάπη. Όταν ασκούμε την αγάπη προς όλους, και μάλιστα όπως την ζητά ο Χριστός, τότε αναδεικνυόμαστε φως του κόσμου. Τότε τα καλά μας έργα δεν κρύβονται. Αντίθετα φαίνονται και μας υψώνουν εμάς τους ιδίους και φωτίζουν και τις ψυχές των άλλων. Χρειάζεται, λοιπόν, για να ανταποκρινόμαστε στην κλήση του Κυρίου και για να είμαστε φως του κόσμου, να βάλουμε όλες μας τις δυνάμεις, ώστε παντού και πάντοτε να τηρούμε τις εντολές και το άγιο θέλημα του Κυρίου. Γιατί αν δεν έχουμε ζωή χριστιανική, όχι μόνο δεν θα είμαστε φως του κόσμου, αλλά θα συντελούμε και στο να βλασφημείται το όνομα του Κυρίου. Κι ότι το φωτεινό παράδειγμα έχει μεγάλη αξία, αυτό είναι αλήθεια, που την ομολογεί κάθε άνθρωπος. Η πνευματική ευωδία που αποπνέει σαν άλλο θυμιατήρι η ζωή των πιστών, ευχαριστεί και αυτούς ακόμα τους άπιστους, γιατί το καλό παράδειγμα αξίζει αυτό καθ' εαυτό. Γιατί η ενάρετη συμπεριφορά και τα φωτεινά έργα, φανερώνουν ότι αυτός που τα έχει, ενίκησε τις αδυναμίες του και κατέκτησε την αρετή. Έγινε και είναι φως που φωτίζει τους γύρω του. Πράγμα κάθε άλλο παρά συνηθισμένο και εύκολο. Χρειάζεται δύναμη και γενναιότητα ψυχής για να κατορθωθεί. Αν επί πλέον λάβουμε υπόψη μας και τις θετικές επιδράσεις που προξενεί το καλό παράδειγμα σ' όσους το βλέπουν, τότε θα εννοήσουμε ακόμα περισσότερο την αξία του. Γιατί δεν είναι μόνο το γεγονός ότι παρακινεί πολλούς συνανθρώπους μας στο να αφήσουν την ζωή της αμαρτίας και να ακολουθήσουν το δρόμο της αρετής, αλλά το παράδειγμα συντελεί στο να δοξάζουν οι άνθρωποι το Πανάγιο Όνομα του Θεού, που αναδεικνύει με τη Χάρη του τα φωτεινά παραδείγματα των πιστών του. Πολύ μεγάλη, λοιπόν, είναι η αξία του καλού παραδείγματος, που δεν είναι τίποτα άλλο, παρά η πλήρης εφαρμογή του Νόμου του Θεού. Αδελφοί μου, οι Άγιοι Εξακόσιοι Τριάντα Πατέρες της Τέταρτης Οικουμενικής Συνόδου, τους οποίους γιορτάζει σήμερα η Εκκλησία μας, υπήρξαν πράγματι φως του κόσμου. Με την άγια ζωή τους και τους ιερούς λόγους τους, ανεδείχθησαν, φώτα πνευματικά στην εποχή τους και στην Εκκλησία. Ανεδείχθησαν, όπως ακούσαμε και από το δοξαστικό τους σήμερα, «αστέρες πολύφωτοι»· αστέρες πολύφωτοι που πιο πολύ σήμερα χρειάζεται η κοινωνία μας. Γιατί, δυστυχώς, σήμερα, λείπουν από την κοινωνία μας τα ηθικά πρότυπα. Η κοινωνία μας σήμερα παραπαίει και αυτό οφείλεται στο ότι οι εχθροί της πίστεώς μας τα κατάφεραν να αμβλύνουν λίγο – λίγο τα ηθικά αισθητήριά μας. Και βλέπει κανείς στην πατρίδα μας να έχει αλλάξει τόσο ραγδαία σε διάστημα λίγων δεκαετιών η νοοτροπία και η ζωή των πολλών, έπειτα από σταδιακούς και αδιόρατους συμβιβασμούς. Ας μιμηθούμε, λοιπόν, τους Αγίους Πατέρες που οι ίδιοι εφάρμοσαν το Νόμο του Θεού με ταπείνωση και που εδίδαξαν και εμάς να τον εφαρμόζουμε στην εντέλεια. Με το φωτεινό δε παράδειγμά τους, ας εμπνέουν κι εμάς και ας μας παρακινούν σε αγώνες για την κατάκτηση της αρετής. Ας τους μιμηθούμε, λοιπόν, για να δοξασθούμε κι εμείς μαζί τους στην Ουράνιο Βασιλεία, που έχει ετοιμάσει ο Κύριος για τους εκλεκτούς του.
ΚΥΡΙΑΚΗ Δ ΜΑΤΘΑΙΟΥ
Οι λόγοι του εκατοντάρχου της σημερινής ευαγγελικής περικοπής, χθές και σήμερα οι αυτοί, μας φέρνουν μετά φόβου Θεού πίστεως και αγάπης, προ της ωραίας πύλης με πλήρη συναίσθηση στο μέγα τούτο μυστήριο της Εκκλησίας μας. Το μέγα τούτο μυστήριο το συνέστησε ο Θεάνθρωπος Ιησούς κατά την Αγία και Μεγάλη Πέμπτη σε εκείνο το ευλογημένο υπερώο, όταν συνδείπνησε μετά των μαθητών Του και είπε το «λάβετε φάγετε τούτο μου εστί το σώμα» και το «πίετε εξ αυτού πάντες τούτο εστί το αίμα μου». Ενώ στα υπόλοιπα μυστήρια μεταδίδεται μερική η χάρις του Θεού, η σωτήριος πάσιν ανθρώποις, στο μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας μεταδίδεται αυτός ο δοτήρ πάσης χάριτος, ο Κύριος και Σωτήρ. «Ο τρώγων μου την σάρκα και πίνων μου το αίμα εν εμοί μένει καγώ εν αυτώ». Με το μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας ο πιστός γίνεται σύσσωμος και σύναιμος Χριστού, ο πιστός παίρνει μέσα του πνευματική τροφή προκειμένου να συντηρηθεί πνευματικά. Ω! μυστήριο των μυστηρίων, ω! μυστήριο μέγα, πού υπερβαίνεις την αντίληψη του ανθρωπίνου λογικού. Ο άνθρωπος άνευ της πίστης του στον Κύριο της Δόξης Χριστό, δεν είναι δυνατό να κατανοήσει το βάθος και το ύψος, αλλά και την προσφορά του αγιωτάτου αυτού μυστηρίου. Η Θεία Ευχαριστία είναι η τροφή της πνευματικής ψυχής του κάθε πιστού, είναι η ζωή και η δύναμις, είναι το θείο και σωτήριο φάρμακο κατά της ψυχοφθόρου αμαρτίας. Δια του μυστηρίου τούτου ο πιστός γίνεται «κοινωνός της Θείας φύσεως» του Θεανθρώπου Ιησού και καθαρίζεται από παντός ρύπου, ήτοι από πάσαν αμαρτία. Ο Χριστιανός μεταλαμβάνοντας αξίως το σώμα και το αίμα του Σωτήρος Χριστού αναγεννάται και λαμβάνει δυνάμεις πνευματικές διά να αντιμετωπίσει τας ενέδρας του σκοτεινού και πονηρού εχθρού, που δεν είναι άλλος από τον διάβολο, ο οποίος προσπαθεί δολίως να αγκιστρώσει το θύμα του και να το οδηγήσει στην απώλεια και στην πνευματική εξουθένωση και καταστροφή. Μέσο σωτηρίας δια τον άνθρωπο η θεία Μετάληψις. Δια της θείας Μεταλήψεως ο άνθρωπος γίνεται εν δυνάμει νέος άνθρωπος κατά Χριστόν, θεοφόρος και θεοφρούρητος και πληρούται δια της Πατρικής του Θεού αγάπης και ευλογίας. Να γιατί οι πρώτοι χριστιανοί συχνάκις μετελάμβαναν των αχράντων μυστηρίων και θεωρούσαν την Θεία Κοινωνία πολύτιμο αγαθό και εχέγγυο δια την αιώνιο ζωή και βασιλεία, την δε στέρηση αυτής την θεωρούσαν ως μεγίστη τιμωρία. Οι πιστοί (οι πρώτοι χριστιανοί) «ήσαν δε προσκαρτερούντες τη διδαχή των αποστόλων και τη κοινωνία και τη κλάσει του άρτου και ταις προσευχαίς». Και σήμερα λοιπόν ο πιστός χριστιανός ακούγοντας το θείο κήρυγμα και μετέχοντας στην Θεία Κοινωνία εν τη κλάσει του άρτου, γίνεται θεοφόρος και χριστοφόρος. Η Θεία, άρα, Ευχαριστία είναι αναγκαιοτάτη δια την σωτηρία παντός χριστιανού και – όπως το κλήμα της αμπέλου, όσο είναι ενωμένο με αυτήν αυξάνει, μεγαλώνει και καρποφορεί, ενώ αντιθέτως όταν αποκοπή μαραίνεται και ξηραίνεται - έτσι και ο χριστιανός, όταν είναι ενωμένος δια της πίστεως και της Θείας Κοινωνίας καρποφορεί, αυξάνει και γίνεται ισχυρός εν Χριστώ, ενώ αντίθετα ξηραίνεται και χάνεται. Ο Κύριός μας δια του Ευαγγελιστού Ιωάννου λέγει: «εάν μη φάγητε την σάρκα του Υιού του ανθρώπου και πίητε αυτού το αίμα, ουκ έχετε ζωήν εν εαυτοίς». Και γεννάται το ερώτημα, πώς πρέπει να προσέρχεται ο κάθε χριστιανός στο μέγα τούτο και σωτήριο μυστήριο; Αυτό μας το λέγει στην ευαγγελική περικοπή που ακούσαμε σήμερα ο εκατόνταρχος: «Κύριε, ουκ ειμί ικανός ίνα μου υπό την στέγην εισέλθης». Κύριε δεν είμαι άξιος δια να μπείς κάτω από την στέγη μου. Η θερμή πίστις, η αληθινή και ειλικρινής συναίσθησις της ιδίας αναξιότητας και η ταπεινότητα την οποίαν επέδειξε ο εκατόνταρχος πρέπει να πληρεί και την καρδιά κάθε χριστιανού, ο οποίος ποθεί και επιζητεί μέσα του να κατοικήσει ο Θεάνθρωπος Ιησούς. Αυτή η πίστη, αυτή η αληθινή και ειλικρινής συναίσθηση και η μεγάλη αρετή της ταπείνωσης πρέπει να πληρεί τον οίκο της ψυχής κάθε χριστιανού και τότε αξίως θα εισέλθει δια της Θείας Ευχαριστίας το εσφαγμένο αρνίο της Αποκαλύψεως, ο Αρτος της Ζωής ο εκ του ουρανού καταβάς. Ο Απόστολος Παύλος λέγει προς τους Κορινθίους: «ας εξετάζει ο άνθρωπος τον εαυτό του και έτσι άς τρώγει από τον άρτο και ας πίνει από το ποτήριο, διότι εκείνος που τρώγει και πίνει κατά τρόπο ανάξιο, τρώγει και πίνει την καταδίκη του εαυτού του, επειδή δεν διακρίνει το σώμα και το αίμα του Κυρίου». Η Θεία Κοινωνία είναι η συμμετοχή του πιστού στο Σώμα και το Αίμα του Κυρίου, είναι το κέντρο της Θείας Λατρείας και ανάμνηση των φρικτών παθημάτων του Θεανθρώπου Ιησού, τα οποία υπέμεινε επάνω στο Σταυρό του μαρτυρίου Του. Την Θεία Κοινωνία, όταν αξίως Αυτήν μεταλαμβάνουμε, γίνεται το δένδρο της ζωής, ο ουράνιος άρτος, το θείο φάρμακο κατά της θεοστηγούς αμαρτίας. Ας προστρέξουμε, λοιπόν, και εμείς με ζέουσα πίστη, με αληθινή και ειλικρινή συναίσθηση, με ταπείνωση, με εγκράτεια, με προσευχή, με νηστεία, με εξομολόγηση, προ του αγίου Ποτηρίου - ως έπραξε και ο εκατόνταρχος της σημερινής ευαγγελικής περικοπής - προκειμένου να κοινωνήσουμε των αχράντων μυστηρίων και να γίνουμε και εμείς σύναιμοι και σύσσωμοι Χριστού. Ας προσέλθουμε και εμείς, αδελφοί μου, τώρα που είναι καιρός ευπρόσδεκτος παρά τω Κυρίω, μετά φόβου Θεού, πίστεως και αγάπης προ του Αγίου Ποτηρίου, και αφού πρώτα εξαγνίσουμε τους εαυτούς μας με τα δάκρυα μετανοίας, εξομολογήσεως ας δεχθούμε αξίως την θεία τροφή, την τροφή του παντός κόσμου, τον Κύριον ημών Ιησούν Χριστόν. «Κύριε, και εμέ τον αμαρτωλόν αξίωσόν με ακατακρίτως μετασχείν των αχράντων σου Μυστηρίων εις άφεσιν αμαρτιών και ζωήν την αιώνιον». ΑΜΗΝ.
ΚΥΡΙΑΚΗ Γ ΜΑΤΘΑΙΟΥ
Ο Μέγας Διδάσκαλος, ο Μονογενής Υιός και Λόγος του Θεού στην σημερινή Ευαγγελική περικοπή που ακούσαμε μας διδάσκει ότι ο άνθρωπος δεν πρέπει να φροντίζει για το φθαρτό σώμα του, καθώς και για τα υλικά αγαθά του ματαίου τούτου κόσμου, αλλά για την σωτηρία της ψυχής του και τα αιώνια αγαθά «ά ητοίμασε ο Κύριος τοις αγαπώσιν Αυτόν». Η ψυχή είναι πολύ ανώτερη από το σώμα, «τί γάρ ωφελείται άνθρωπος εάν τον κόσμον όλον κερδήση, την δε ψυχήν αυτού ζημιωθή; ή τί δώσει άνθρωπος αντάλλαγμα της ψυχής αυτού;». Ο Πλάστης και Δημιουργός του παντός, λέγει ο των όλων Κύριος πλουσιοπάροχα φροντίζει για τα πετεινά του ουρανού: «κοιτάξτε τα πετεινά που πετούν στον αέρα και ίδετε ότι αυτά δεν σπείρουν, ούτε θερίζουν, ούτε μαζεύουν σε αποθήκες για τον χειμώνα, ή τον καιρό της στερήσεως, και όμως ο Πατέρας σας ο επουράνιος τα τρέφει. Εσείς, όμως, αξίζετε πολύ περισσότερα».Πολύ περισσότερο ο Θεός Πατέρας, μεριμνά και φροντίζει για τούς ανθρώπους, για τα παιδιά του, της κάθε εποχής, που είναι το τελειότερο των δημιουργημάτων Του. Ο Θεός είναι Πατέρας όλων των ανθρώπων και δεν κάνει καμία μα καμία διάκριση, αλλά προνοεί για όλα τα επί γης παιδιά Του: «τον ήλιον αυτού ανατέλλει επί πονηρούς και αγαθούς και βρέχει επί δικαίους και αδίκους», και παρέχει τα αναγκαία δια την συντήρησή τους αγαθά πλουσιοπάροχα. Ζητά, όμως, από τους ανθρώπους, ζητά από τα παιδιά Του, τα κατά χάρη να έχουν πίστη στην πρόνοιά Του και να κάνουν καλή χρήση των ποικίλων δωρεών Του, ως καλοί οικονόμοι. Πολλοί, όμως, άνθρωποι, αγνώμονες, λησμονούν την αλήθεια αυτήν και στηρίζονται, όχι στην αγαθότητα και την αγάπη του αγαθού Θεού Πατέρα, αλλά στις δικές μας ανθρώπινες δυνάμεις, και ζητούν πολλές φορές με δολίους τρόπους να πλουτίσουν, «πλούτου αδηλότητι», και να αυξήσουν την περιουσία τους σε βάρος των συνανθρώπων τους και μάλιστα χρησιμοποιούν πολλάκις μέσα δόλια, και αντεγκλήσεις δικαστικές. Δοσμένοι ψυχή τε και σώματι στα πρόσκαιρα και μάταια αγαθά του κόσμου τούτου, οι άνθρωποι αυτοί, λησμονούν την φωνή του Θεού Πατέρα, που είπε στον άφρονα πλούσιο: «άφρων, ταύτη τη νυκτί την ψυχήν σου απαιτούσιν από σου, ά δε ητοίμασας τίνι έσται;». Οι άνθρωποι αυτοί σκληροί και σκληροτράχηλοι δεν πιστεύουν στην θεία πρόνοια και στηρίζονται, όχι στην αγάπη και αγαθότητα του Θεού, αλλά στηρίζονται στην προσωπική τους ικανότητα, και πλούτου αδηλότητι και δεν θέλουν να κατανοήσουν ότι, ο κόσμος αυτός είναι πρόσκαιρος και μάταιος και ότι υπάρχει ένας άλλος κόσμος, κόσμος ουράνιος, κόσμος αγγελικός.Η πίστη όμως των χριστιανών στην θεία πρόνοια, στην Πρόνοια του Θεού είναι ανεξάντλητος πηγή ενίσχυσης στον υψηλό και ιερό αγώνα της επιγείου ζωής τους και ανοίγει τον δρόμο για την άλλη ζωή, την ζωή την ουράνιο. Είναι γεγονός αναμφισβήτητο ότι, η πίστη στην πρόνοια του Θεού Πατέρα, παρέχει στους χριστιανούς την δυνατότητα που θέλουν να γνωρίσουν τον Θεό Πατέρα, να προετοιμαστούν, να γίνουν τέλειοι χριστιανοί λουσμένοι από την χάρη του Παναγίου Πνεύματος. Οι πιστοί και ενάρετοι χριστιανοί αγωνίζονται, αλλ’ ενισχύονται, γίνονται ισχυροί, αλλά βοηθιούνται από την πίστη ότι, ο Θεός διευθύνει τα πάντα και επομένως η αρετή θα θριαμβεύσει κατά της κακίας και δεν υποχωρούν προ των εμποδίων που αναφύονται σ’ αυτή την ζωή. «Τοις αγαπώσι τον Θεόν πάντα συνεργεί εις αγαθόν» λέγει στην προς τους Ρωμαίους επιστολή του ο Απόστολος Παύλος. Η πίστη στην Θεία Πρόνοια του Θεού προς τους ανθρώπους δεν επιδέχεται ουδεμία αμφισβήτηση και είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με την παρουσία του Κυρίου στην γη. Αγαπητοί μου αδελφοί, Είναι αλήθεια, ότι η πίστη στην θεία Πρόνοια του Θεού, η οποία καταγράφεται στην Αγία Γραφή και διδάσκεται από την Ιερά Παράδοση της Εκκλησίας μας είναι αναπόσπαστο μέρος της αληθούς θρησκείας, της οποίας ιδρυτής και θεμελιωτής είναι ο Θεάνθρωπος Ιησούς. Αυτή συντηρεί, και κυβερνά τον κόσμο, αυτή κατευθύνει τον άνθρωπο προς ωφέλεια και σωτηρία της ταλαιπωρημένης ψυχής του. Μέγιστο παράδειγμα έχουμε τον πολύαθλο Ιώβ, ο οποίος είχε την ακράδαντο πίστη και έλεγε ότι «ο Θεός είναι ζών αιωνίως και θα τον λυτρώσει από τις θλίψεις της ζωής του». Ας έχουμε, λοιπόν, αδελφοί μου, πίστη ακράδαντη και πεποίθηση στην πρόνοια του Θεού, η οποία πλουτίζει και ανυψώνει τον άνθρωπο από την γή στον ουρανό, εκεί που δεν υπάρχει ούτε λύπη, ούτε στεναγμός, αλλά ζωή χαράς και ευλογίας. ΑΜΗΝ.
ΚΥΡΙΑΚΗ Β ΜΑΤΘΑΙΟΥ
Στην κλήση των τεσσάρων Αποστόλων: Πέτρου, Ανδρέου, Ιακώβου και Ιωάννου, αναφέρεται το σημερινό Ευαγγέλιο. Περπατώντας ο Ιησούς στη θάλασσα της Γαλιλαίας τους συνάντησε να ασχολούνται με την ψαρική τέχνη. Ο Πέτρος κι ο Ανδρέας έριχναν τα δίχτυα στη θάλασσα. Δεν πρόλαβαν να τα ανασύρουν κι έπεσαν πρώτοι αυτοί στα δίκτυα της αγάπης του Θεού. «Δεύτε οπίσω μου και ποιήσω υμάς αλιείς ανθρώπων» τους είπε ο Διδάσκαλος. Χωρίς δεύτερο λόγο εκείνοι, την ίδια στιγμή, άφησαν τα δίκτυα «και ηκολούθησαν αυτώ». Οι άλλοι δυο, ο Ιάκωβος κι ο Ιωάννης, μαζί με τον πατέρα τους Ζεβεδαίο ήταν μέσα στο πλοίο τους και μπάλωναν τα δίκτυα. Κι αυτούς κάλεσε ο Ιησούς. «Οι δε ευθέως αφέντες το πλοίον και τον πατέρα αυτών ηκολούθησαν αυτώ». Για το Χριστό εγκατέλειψαν πατέρα, οικογένεια, περιουσία, πατρίδα, επάγγελμα. Μαγνητισμένοι από το θείο πρόσωπο του Ιησού ένιωσαν στην ψυχή τους μια δύναμη να τους ελκύει κοντά Του. Δεν υπολόγισαν ούτε συγγένειες, ούτε περιουσίες. Παρέδωσαν στα χέρια Του τη ζωή τους. Τον ακολούθησαν σαν πιστά κι όλοι τους για χάρη Του μαρτύρησαν και θυσιάστηκαν ηρωικά. Κάτω από συνθήκες σκληρές, περιόδευσαν γη και θάλασσα, για να διαδώσουν το φως της αλήθειας και της αγάπης. Επανειλημμένα κινδύνεψαν για το Ευαγγέλιο του Χριστού. Ποιος μπορεί να διηγηθεί τις θλίψεις και τα δεσμά, τους αγώνες και τους κόπους, τους μόχθους και τις αγρυπνίες, τις κακοπάθειες και τα ναυάγια, που υπέμειναν για τη σωτηρία του κόσμου! Από αλιείς ιχθύων, έγιναν αλιείς ανθρώπων! Από άσημοι και μικροί αναβιβάσθηκαν στους θρόνους της τιμής από τους οποίους μαζί με το Χριστό θα κρίνουν τις δώδεκα φυλές του Ισραήλ. Ρητή και συγκεκριμένη υπήρξε η διαβεβαίωση του Ιησού: «Υμείς οι ακολουθήσαντες μοι, εν τη παλιγγενεσία, όταν καθίση ο υιός του ανθρώπου επί θρόνου δόξης αυτού, καθίσεσθε και υμείς επί δώδεκα θρόνους κρίνοντες τας δώδεκα φυλάς του Ισραήλ και πας ος αφήκεν οικίας ή αδελφούς ή αδελφάς, ή πατέρα ή μητέρα, ή γυναίκα ή τέκνα, ή αγρούς ένεκεν του ονόματος μου, εκατονταπλασίονα λήψεται και ζωήν αιώνιον κληρονομήσει» (Ματθ. ιθ΄ 28-29). Αξιοθαύμαστη είναι η ανταπόκριση των Αποστόλων στο κάλεσμα του Ιησού. Εκείνο όμως που την καθιστά περισσότερο θαυμαστή, είναι η λέξη «ευθέως». Αμέσως, χωρίς να υπολογίσουν τα υπέρ και τα κατά, χωρίς να τακτοποιήσουν τις οικογενειακές τους υποθέσεις, χωρίς να αποχαιρετήσουν συγγενείς και φίλους. Απαρνήθηκαν τον εαυτό τους και ακολούθησαν το Χριστό με εμπιστοσύνη. Απογυμνώθηκαν από κάθε γήινο και πρόσκαιρο κι ενδύθηκαν την ουράνια δόξα. Εγκατέλειψαν τους κατά σάρκα συγγενείς και ακολούθησαν το μοναδικό πατέρα, αδελφό και φίλο, το Θεάνθρωπο (Ιωάν. ιε΄15. Ματθ. ιβ΄50). Και όλα αυτά αποφασίστηκαν «εν ριπή οφθαλμού». Όταν ομιλεί ο Θεός, ο άνθρωπος πρέπει να υπακούει. Μάλιστα όταν τον καλεί στο δρόμο της σωτηρίας, δεν πρέπει να χρονοτριβεί, αλλά «ευθέως» να ανταποκρίνεται στην κλήση. Το παρόν είναι δικό μας, το μέλλον δεν γνωρίζουμε αν θα μας ανήκει: «έρχεται νυξ ότε ουδείς δύναται εργάζεσθαι» (Ιωάν. θ΄4). Σήμερα έχουμε υγεία και μπορούμε να εργαστούμε για τη δόξα του Θεού. Ίσως αύριο χάσουμε τη δύναμη. Σήμερα έχουμε τα μέσα και τον τρόπο, αύριο ίσως να χάσουμε τις ευκαιρίες… Ο Χριστός συνεχίζει και σήμερα να μας προσκαλεί στη βασιλεία της αγάπης και της ειρήνης. Μας προτρέπει να αφήσουμε τις αδυναμίες και τα πάθη και να Τον ακολουθήσουμε, Μεσ’ από τα γεγονότα της ζωής μας απευθύνει διαρκώς προσκλήσεις. Εμείς τι θα κάνουμε; Θα μείνουμε προσκολλημένοι στα γήινα και θα χάσουμε τα ουράνια; ή θα απαρνηθούμε τα τερπνά του κόσμου και θα Τον ακολουθήσουμε; Είναι αλήθεια, ότι όσοι πιστεύουμε στο Χριστό, θέλουμε να είμαστε κοντά Του. Από την άλλη όμως πλευρά δειλιάζουμε να περιφρονήσουμε εκείνα που κρατούν δέσμιο το πνεύμα μας στη γη. Συμβαίνει εκείνο για το οποίο γράφει ο Απόστολος Παύλος: «Το θέλειν παράκειται μοι, το δε κατεργάζεσθαι το καλόν ουχ ευρίσκω ου γαρ ο θέλω ποιώ αγαθόν, αλλ’ ο ου θέλω κακόν τούτο πράσσω» (Ρωμ. ζ΄20). Αποτέλεσμα αυτής της καταστάσεως ειναι η αναβολή. Αναγνωρίζω ότι πρέπει να αλλάξω πορεία. Σήμερα όμως αδυνατώ λόγω πολλών περιστάσεων. Αύριο, σε λίγο καιρό. «Μη αναβάλλου επιστρέψαι προς Κύριον» λέγει ο ιερός Χρυσόστομος «μηδέ ανάμενε ημέραν εξ’ ημέρας, μήποτε, ως μέλλεις, εκτριβής». Και ο Θεολόγος Γρηγόριος συμπληρώνει: «Ου δει καιρόν αναμένειν επί τη εαυτού διορθώσει δια το ασφαλές μη έχειν περί την αύριον». Σήμερα ένιωσες σκίρτημα μετανοίας; Σήμερα σπεύσε στον πνευματικό να εξομολογηθείς. Σήμερα συναισθάνθηκες την αμαρτωλότητα σου κι άκουσες τη φωνή του Χριστού να σε προσκαλεί; Μη αναβάλλεις. Σκέψου, ότι η έξη της αμαρτίας από την συνεχή επανάληψη γίνεται τόσο ισχυρή, ώστε καταλαμβάνει μέσα σου θέση φύσεως. Όπως οι ταπεινοί ψαράδες της Γαλιλαίας έτσι και συ «ευθέως» ακολούθησε το Σωτήρα Χριστό. Μη λησμονείς, ότι το σήμερα είναι δικό σου. Τώρα που έχεις θέληση, τώρα που έχεις δυνάμεις, τώρα που έχεις τα λογικά σου, ανταποκρίσου στην κλήση του Ιησού. Ίσως αύριο να είναι πολύ αργά….
ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΩΝ ΑΓΙΩΝ ΠΑΝΤΩΝ
Έχει αφιερώσει η Εκκλησία μας την σημερινή Κυριακή στην τιμητική ανάμνηση όλων εκείνων των αγίων και μαρτύρων που προσέφεραν τη ζωή τους και τα πάντα ως αντίδωρο στον Κύριο μας, για ό, τι πλουσιοπάροχα Εκείνος μάς δίνει. Οι Άγιοι οι Πάντες, «το περικείμενον ημίν νέφος μαρτύρων», όπως σημειώνει ο σημερινός απόστολος, επώνυμοι και ανώνυμοι άγιοι και μάρτυρες, ελάμπρυναν την ιστορία της Εκκλησίας μας και έγιναν ο φωτεινός οδηγός με το παράδειγμά τους και την συνεπή ζωή τους. Αποτελούν όλοι αυτοί ένα μεγάλο και πυκνό σύννεφο ανθρώπων, γύρω μας, που μαρτύρησαν με την ζωή και την ομολογία τους, την βαθιά και δυνατή πίστη τους. Πολλοί από αυτούς αφού έζησαν την μακρά ή σύντομη ζωή τους ακολουθώντας το θέλημά Του, διακηρύττοντας με παρρησία την πίστη τους, δεν δίστασαν να υποστούν μαρτύρια. Δεν δίστασαν να αφήσουν την πρόσκαιρη αυτή ζωή ομολογώντας την πίστη τους στο μοναδικό αληθινό Θεό. Ασφαλώς δεν γεννήθηκαν άγιοι και αναμάρτητοι. Δεν ήταν λίγοι αυτοί που ήταν προηγουμένως ειδωλολάτρες ή αδιάφοροι για οποιαδήποτε θρησκεία. Δεν ήταν λίγοι εκείνοι που είχαν ζήσει ζωή αμαρτωλή. Δεν ήταν λίγοι εκείνοι που πριν ήταν διώκτες της Εκκλησίας του Χριστού και της πίστης Του. Όλοι όμως αυτοί, κάποια στιγμή της ζωής τους, άκουσαν το κήρυγμα του Εσταυρωμένου, γνώρισαν την αλήθεια του ευαγγελίου Του. Ένοιωσαν ότι αυτή η αλήθεια έδινε τις απαραίτητες απαντήσεις που ζητούσαν, στα προβλήματά τους. Ανάπαυε την ψυχική τους αναταραχή. Και έκαμαν την επιλογή τους. Και άρχισαν έναν όχι εύκολο αγώνα, συνεχή όμως και με συνέπεια, για να ακολουθήσουν τις εντολές του Κυρίου μας, για να φτάσουν τελικά στο σημείο να μπορούν να αναφωνήσουν μαζί με τον απόστολο Πέτρο: «Ιδού ημείς αφήκαμεν πάντα και ηκολουθήσαμέν σοι». Ιδού, Κύριε, εμείς εγκαταλείψαμε όλα τα υλικά δεσμά που μας κρατούσαν κολλημένους στις γήινες αδυναμίες και την αμαρτία και Σε ακολουθήσαμε. Πολλοί από αυτούς έζησαν σε εποχές που ήταν έντονη η καταδίωξη της νέας θρησκείας, του Χριστιανισμού. Ωστόσο πολλοί έζησαν και σε περιόδους που ενώ είχε πλέον επικρατήσει η πίστη στον Ναζωραίο, δεν έπαυσε να κυριαρχεί η αμαρτία ανάμεσα στους ανθρώπους και στις σχέσεις τους. Και πάλι όμως υπήρξαν ξεχωριστοί πιστοί, άγιοι, που πέτυχαν με αγώνα καθημερινό και σκληρό, κάποτε πέφτοντας αλλά πάντοτε εγειρόμενοι, για να ακολουθούν το θέλημά Του. Σε μια παρόμοια κοινωνία ζούμε κι εμείς σήμερα. Η καλοπέραση, η επιθυμία του πλουτισμού και της ανάδειξης σε πρώτες και κυρίαρχες θέσεις, και όχι πάντα με ηθικές μεθόδους ή και νόμιμα μέσα, έχουν γίνει τρόπος ζωής. Χωρίς δισταγμούς και αναστολές, με μεγάλη ευκολία παραβαίνουμε τον θείο νόμο, και προσπαθούμε να πείσουμε και την ανήσυχη συνείδησή μας, να σιωπήσει. Είμαστε αδύναμοι, δεν μπορούμε να αντισταθούμε στις ενδόμυχες επιθυμίες μας, στις αμαρτωλές παρορμήσεις μας. Αυτή είναι μια αναντίρρητη αλήθεια. Αυτό που απουσιάζει από αυτή τη διαπίστωση όμως, είναι ότι λησμονούμε ότι δεν είμαστε μόνοι μας. Τονίζεται έντονα στο σημερινό αποστολικό ανάγνωσμα και με πολλά παραδείγματα ότι με την απαρασάλευτη πίστη στη δύναμη του Θεού, οι Άγιοι οι Πάντες, αντιμετώπισαν ποικίλες, απερίγραπτες και φοβερές δυσκολίες, βασανιστήρια και απάνθρωπα μαρτύρια. Και τελικά επέτυχαν τη δικαίωσή τους. Λογικό, οπωσδήποτε είναι και ηθικά αποδεκτό να επιζητούμε την επιτυχία στη ζωή μας και να αγωνιζόμαστε γι αυτό. Αλλά είναι δύσκολη η ζωή μας. Πολλοί είναι οι πειρασμοί γύρω μας. Πολλά παραδείγματα μας καθοδηγούν λανθασμένα. Εύκολα παρασυρόμαστε από τα εύκολα, που μας φέρνουν πιο κοντά στην απόκτηση του επιθυμητού, χωρίς να προσέχουμε το πιθανό λάθος, χωρίς να ακούμε τη φωνή της συνείδησής μας. Ακριβώς σ’ αυτό το σημείο πρέπει να προσέξουμε. Τα εξετάσουμε το σκοπό μας, σε συνδυασμό με τα μέσα που χρησιμοποιούμε. Να βρούμε τι είναι εκείνο που συμφωνεί με το νόμο του Θεού και τις εντολές Του. Να ζητήσουμε τη βοήθειά Του, στις βέβαιες δυσκολίες μας, με έντονη προσευχή. Να μη διστάσουμε να δηλώσουμε σε κάποιους που μας παρακινούν σε ανήθικες ενέργειες, ότι δεν μπορούμε να κάνουμε κάτι αντίθετο προς τις εντολές του Κυρίου μας, για να πετύχουμε κάτι που θέλουμε. Αυτή είναι μια ομολογία πίστης που θα εκτιμηθεί πολύ από τον δίκαιο Κριτή. «Εκατονταπλασίονα λήψεται και ζωήν αιώνιον κληρονομήσει». Πολλαπλή θα είναι η αμοιβή και κυρίως θα εξασφαλιστεί η αιώνια ζωή, όπως μας διαβεβαιώνει ο Κύριός μας. Πολύ σημαντικό, λοιπόν, το διαχρονικό φωτεινό παράδειγμα των μαρτύρων της πίστεώς μας. Πολύ πειστικές οι αναφορές του αποστολικού αναγνώσματος για τα αδιανόητα κατορθώματα της πίστεως. Και όλα αυτά κατατείνουν σε ένα στόχο. Την τήρηση του θείου θελήματος που θα οδηγήσει και στη δική μας δικαίωση και την κληρονομία της αιώνιας βασιλείας του Θεού. Γένοιτο.
ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΗΣ ΠΕΝΤΗΚΟΣΤΗΣ
Προαιώνιες, αλλά και πρόσφατες υποσχέσεις του Θεού προς τους ανθρώπους εκπληρώνονται σήμερα με την άφιξη και την παραμονή του Αγίου Πνεύματος. Κατά τη σημερινή ημέρα της Πεντηκοστής εκπληρώνεται η υπόσχεση του θεού που δόθηκε μέσω του Προφήτη Ιωήλ ότι: «εκχεώ από του Πνεύματος επί πάσαν σάρκα» (Ιωήλ γ΄ 1). Το Πνεύμα μου πλουσιοπάροχα θα το χαρίσω σε κάθε άνθρωπο. Κατά τη σημερινή ημέρα εκπληρώνεται ακόμη η υπόσχεση του Ιησού προς τους μαθητές του ότι: «Λήψεσθε δύναμιν επελθόντος του Αγίου Πνεύματος». Δικαιολογημένα, λοιπόν, κατά τον υμνωδό: «Πεντηκοστήν εορτάζομεν και Πνεύματος επιδημίαν και προθεσμίαν επαγγελίας και ελπίδος συμπλήρωσιν». Κατά τη σημερινή ημέρα της Πεντηκοστής γιορτάζουμε δυο σημαντικά γεγονότα. Πρώτον την εκπλήρωση των υποσχέσεων του Θεού προς τους ανθρώπους και δεύτερον την ολοκλήρωση των ελπιδοφόρων προσδοκιών του ανθρώπου. Έτσι, το Άγιο Πνεύμα το οποίο, μετά την πτώση του ανθρώπου στην αμαρτία, «αποσύρεται» και δρα, κατά καιρούς, επιλεκτικά μέσω των Προφητών, σήμερα επανέρχεται «επί πάσαν σάρκα». Όπως ακούσαμε και στο σημερινό «Απόστολο», το Άγιο Πνεύμα με τη μορφή πυρίνων γλωσσών «εκάθισέ τε εφ’ ένα έκαστον αυτών». «Όλοι τότε πλημμύρισαν από Πνεύμα Άγιο και άρχισαν να μιλούν σε άλλες γλώσσες, ανάλογα με την ικανότητα που τους έδινε το Άγιο Πνεύμα». Η έλευση του Αγίου Πνεύματος ήταν ταυτόχρονα αισθητή, αφού ήρθε ξαφνικά από τον ουρανό «ήχος ώσπερ φερομένης πνοής βιαίας», αλλά και ως πύρινες γλώσσες. Κατά το σημερινό «Απόστολο», «ώφθησαν αυτοίς διαμεριζόμεναι γλώσσαι ωσεί πυρός, εκάθισέ τε εφ’ ένα έκαστον αυτών και επλήσθησαν άπαντες Πνεύματος Αγίου». Δυναμική, αλλά και καθοριστική η παρουσία του Αγίου Πνεύματος που αλλάζει ριζικά τη ζωή και τη συμπεριφορά των μαθητών από την πρώτη κι όλας στιγμή. Οι αγράμματοι ψαράδες τώρα γίνονται πάνσοφοι «και άρχισαν να μιλούν σε άλλες γλώσσες, ανάλογα με την ικανότητα που τους έδινε το Άγιο Πνεύμα». Ακόμα αυτοί που ως τώρα έμεναν «των θυρών κεκλεισμένων ... δια τον φόβον των Ιουδαίων», από σήμερα βγαίνουν στους εξώστες, στους δρόμους και τις πλατείες, και με περισσή δύναμη και τόλμη διηγούνται τα μεγαλεία του Θεού. Παράλληλα με την κριτική, καλούν τους ανθρώπους να μετανοήσουν. Οι άνθρωποι τότε ένιωσαν βαθιά συντριβή και είπαν στον Πέτρο και τους άλλους Αποστόλους: «Τι να κάνουμε αδελφοί;» Κι ο Πέτρος τους απάντησε: «Να μετανοήσετε και να βαπτισθεί ο καθένας σας στο όνομα του Ιησού Χριστού για να συγχωρηθούν οι αμαρτίες σας, κι έτσι θα λάβετε τη δωρεά του Αγίου Πνεύματος». Τότε, κατά τις Πράξεις των Αποστόλων: «όσοι δέχτηκαν με χαρά το λόγο του βαφτίστηκαν και προστέθηκαν στην εκκλησία την ημέρα εκείνη περίπου τρεις χιλιάδες άνθρωποι» (Πράξ. β΄ 38 – 41). Για τούτο και η Πεντηκοστή χαρακτηρίζεται και σαν η γενέθλια ημέρα της Εκκλησίας. Από τότε το Άγιο Πνεύμα «όλον συγκροτεί τον θεσμόν της Εκκλησίας» ποιμένοντας, φωτίζοντας και αγιάζοντας. Όπως αισθητή ήταν η παρουσία του Αγίου Πνεύματος κατά την ημέρα της Πεντηκοστής, έτσι αισθητά είναι και τα αποτελέσματα στη ζωή της Εκκλησίας και των πιστών. Αυτή τη μεγαλειώδη αλλαγή στη ζωή των χριστιανών περιγράφει ο Λουκάς στις Πράξεις των Αποστόλων: «Όλοι όσοι πίστεψαν είχαν μία καρδιά και μία ψυχή. Κανείς δε θεωρούσε ότι κάτι από τα υπάρχοντά του ήταν δικό του, αλλά όλα τα είχαν κοινά ... Κι ο Θεός έδινε σε όλους πλούσια τη χάρη του. δεν υπήρχε κανείς ανάμεσά τους που να στερείται τα απαραίτητα» (Πράξ. δ΄ 32 – 34). Πνεύμα σοφίας, πνεύμα δυνάμεως, πνεύμα αγιασμού, διέκρινε γενικά τη ζωή των πρώτων χριστιανών. Και τούτο γιατί μπόρεσαν ν’ ανιχνεύσουν το αιώνιο, ξεχωρίζοντάς το από το πρόσκαιρο, μέσα από την αληθινή σύνδεση με το αιώνιο. Έτσι, μπόρεσαν να εναρμονίσουν τη ζωή τους με το θέλημα του Θεού. Αυτή η αρμονία λόγων και έργων δεν εβελτίωσε μόνο τον εαυτό τους, αλλά ημέρεψε τις ψυχές, τις γλύκανε και έστησε μια νέα ηθική στο χώρο της κοινωνίας, η οποία άφησε βαθιά ίχνη, ιδιαίτερα στην κοινωνική συμπεριφορά των ανθρώπων. Ο πολιτισμός της ψυχής έγινε για κάποιο χρονικό διάστημα η ψυχή του πολιτισμού. Όμως οι ωραίες αυτές στιγμές του Χριστιανισμού άρχισαν να χάνονται στην πορεία. Διάσπαση της ενότητας της Εκκλησίας, πόλεμοι μεταξύ χριστιανικών κρατών, εκμετάλλευση ανθρώπων και λαών από χριστιανικά κράτη, συνέτειναν στην αλλοίωση του Χριστιανικού ήθους και την μεταστροφή του περισσότερο σε ύφος υποκριτικό. Ένα ύφος το οποίο, δυστυχώς, εξακολουθεί να υπάρχει και στις μέρες μας. Αυτή η τρομερή αλλοίωση στον τρόπο της Χριστιανική ζωής οδηγεί σταδιακά στη χαλάρωση των ηθών, οδηγεί στον αυτοεξευτελισμό τους ίδιους τους Χριστιανούς, με αποτέλεσμα να μη γίνονται πιστευτοί ούτε από φίλους, πολύ δε περισσότερο από τους οπαδούς άλλων θρησκειών. Ο Χριστιανισμός σιγά – σιγά μπαίνει στο περιθώριο, εξ αιτίας λαθών, παραλείψεων και αντιφάσεων μεταξύ λόγων και έργων των ίδιων των Χριστιανών. Με την όλη στάση και συμπεριφορά μας, ή όπως είναι πιο σωστό να πούμε, με την απραξία μας, μετατρέπουμε την αμφιβολία των ανθρώπων σε ολιγοπιστία και τελικά σε απιστία. Ο Χριστιανισμός που επιβίωσε την εποχή των διωγμών και των κατακομβών, δυστυχώς, σήμερα οδηγείται σε μαρασμό και σε τάσεις αυτοκαταστροφής, γιατί αποξενώθηκε από την πηγή των αληθειών, το Θεό, που σώζει και αναγεννά. Αδελφοί μου, ο Θεός από άκρα συγκατάβαση μπήκε στην ιστορία και έγινε άνθρωπος για να μας οδηγήσει στη θέωση. Σήμερα, και πάλι από συγκατάβαση, το τρίτο πρόσωπο της Αγίας Τριάδος, το Άγιο Πνεύμα, έρχεται και σκηνώνει ανάμεσά μας, προσμένοντας υπομονετικά για να έλθει και να σκηνώσει μέσα μας. περιμένει η παράκληση «ελθέ και σκήνωσον εν ημίν» να γίνει διακαής πόθος με την αντίστοιχη βελτίωση της όλης ζωής και συμπεριφοράς μας. αν δεν υπάρξει αυτή η βελτίωση στη ζωή και τη συμπεριφορά μας, τότε θα διώξουμε από κοντά μας το Άγιο Πνεύμα. Για τούτο μας προτρέπει ο Απόστολος Παύλος: «Μη λυπείτε με τη συμπεριφορά σας το Πνεύμα του Θεού το Άγιο, το οποίο αποτελεί τη σφραγίδα του Θεού πάνω σας, εγγύηση ότι θα έρθει η ημέρα της τελικής απολύτρωσης. Διώξτε μακριά σας κάθε δυσαρέσκεια, θυμό, οργή, κραυγή, κατηγορία, καθώς και άλλη κακότητα. Να φέρεστε μεταξύ σας με καλοσύνη κι ευσπλαχνία, και να συγχωρείτε ο ένας τον άλλον, όπως κι ο Θεός σας συγχώρησε δια του Χριστού» (Εφεσ. δ΄ 30 – 32). Λοιπόν, αφού είμαστε αγαπητά παιδιά του Θεού, ας τον μιμηθούμε το πρότυπο της αγάπης του Χριστού και σήμερα της αγάπης του Αγίου Πνεύματος. Αμήν.