Ο παλαιός Ιερός Ναός της Κοιμήσεως της Θεοτόκου ανηγέρθη τον Οκτώβριο του 1909, επί αρχιερατείας του Επισκόπου Δημητριάδος Γερμανού, με τα συνδρομή των προσφύγων, κάτω από την επιστασία του μηχανικού Σισάνου Πεζανού, στον οποίο είχε ανατεθεί από το ελληνικό κράτος η δημιουργία του προσφυγικού οικισμού της Ευξεινούπολης.
Ο Ναός αυτός ήταν ρυθμού τρίκλιτης βασιλικής με υπερυψωμένο το μεσαίο κλίτος από τα διπλανά. Ήταν Ναός απλός, λιτός, αλλά ικανός να στεγάσει τον πόνο του ξεριζωμού και τις κακουχίες του πρόσφυγα, αλλά και να του δώσει θάρρος και ελπίδα για το αύριο. Ακόμη δε να του προσφέρει την βεβαία ελπίδα ότι με τη χάρη της Παναγίας μπορεί να προκόψει και να πετύχει στη ζωή του, όπως και έγινε!
Το 1935 έγινε στο Ναό μια επέκταση, όπως και το 1954 – 55. Την ίδια δε χρονιά αρχίζουν και οι εργασίες για το κοιμητήριο της Ευξεινούπολης, με δαπάνη και πάλι της Κοινότητας Ευξεινουπόλεως.
Ο σημερινός Ιερός Ναός της Κοιμήσεως της Θεοτόκου θεμελιώθηκε το 1972, στη θέση που βρισκόταν ο παλαιός Ναός και άρχισε να λειτουργεί το έτος 1986. Μέχρι δε την αποπεράτωσή του οι Ιερές Ακολουθίες τελούνταν σε λυόμενο οίκημα που στήθηκε παραπλεύρως. Τα εγκαίνια του Ιερού Ναού τελέσθηκαν υπό του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Δημητριάδος και Αλμυρού κ. Ιγνατίου στις 29 Οκτωβρίου 2006.
Ο νέος Ναός είναι ρυθμού εγγεγραμμένου σταυροειδούς, ευρύχωρος, καλαίσθητος, επιβλητικός και μεγαλοπρεπής. Το δε σχέδιό του εκπόνησε ο αρχιτέκτονας Πέτρος Φυτιλής.
Ο Ιερός Ναός της Κοιμήσεως της Θεοτόκου, αποτελεί αληθινό στολίδι, αλλά και στήριγμα των κατοίκων. Η Παναγία της Ευξεινούπολης, είναι πνευματικός φάρος, εστία πνευματικής τροφής και ψυχικής ανάτασης για την περιοχή του Αλμυρού και όχι μόνο, αλλά και πόλος έλξης των ευσεβών, λιμένας των διωγμένων και παραμυθία των θλιμμένων.